Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ Α΄

Με την έλευσή τους στη Θεσσαλονίκη, οι ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις θέλησαν να καταστήσουν σαφές πως θεωρούσαν ότι η πόλη ήταν – και θα παρέμενε – υπό τον αποκλειστικό τους έλεγχο. Για να υποστηριχθεί αυτή η διεκδίκηση και στο συμβολικό επίπεδο, μετακόμισε στην πόλη μαζί με την Αυλή του, ο βασιλιάς Γεώργιος. Οι Μεγάλες Δυνάμεις, αν και δεν σκόπευαν να ανατρέψουν το ελληνικό τετελεσμένο, ανησυχούσαν για τη νομική θέση των υπηκόων τους που επί οθωμανικού καθεστώτος, είχε υπάρξει προνομιακή. Ο Γερμανός πρόξενος σε μια προσπάθεια να θέσει υπό την προστασία του

όλους τους Μουσουλμάνους, μοίρασε διαβατήρια σε αρκετούς Τούρκους αξιωματούχους.

Πολλοί Εβραίοι άλλαξαν υπηκοότητα ώστε να αποφύγουν την ελληνική ιθαγένεια, προτιμώντας της Ισπανίας, της Πορτογαλίας ή και της Αυστρίας. Άλλωστε, πολλοί ηγέτες της Εβραϊκής κοινότητας προειδοποιούσαν πως η προσάρτηση από την Ελλάδα θα απέκοπτε την πόλη από τις παραδοσιακές της αγορές και πως προτιμότερο θα ήταν να αποτελέσει η Θεσσαλονίκη μαζί με τα περίχωρά της, ένα αυτόνομο κρατίδιο, μια εβραϊκή μητρόπολη, που θα έμενε έξω από τις αντιπαλότητες των Βαλκάνιων γειτόνων του.

Έτσι, όταν τον Μάρτιο του 1913, ο γηραιός βασιλιάς Γεώργιος δολοφονήθηκε στη διάρκεια ενός περιπάτου στα προάστια της πόλης, η κοινή γνώμη έσπευσε να δει πίσω από την πράξη, Εβραίους ή Μουσουλμάνους εχθρούς της ελληνικής παρουσίας. Τελικά, οι έρευνες των αρχών οδήγησαν στον εντοπισμό του δολοφόνου που δεν ήταν άλλος από έναν Έλληνα με ιστορικό νοητικών διαταραχών.

Οι παρεκτροπές των στρατιωτών έφερναν την κυβέρνηση της Αθήνας σε δύσκολη θέση, υπονομεύοντας τη διεθνή της υπόληψη και θέτοντας σε κίνδυνο τους χριστιανούς της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ο πρίγκιπας Κωνσταντίνος, αλλά και όλη η βασιλική οικογένεια, βάλθηκαν να πείσουν τους μη Έλληνες κατοίκους της Θεσσαλονίκης, και κυρίως την Εβραϊκή κοινότητα, για τις αγαθές τους προθέσεις και τη δέσμευσή της να προστατεύσει τα συμφέροντα των παλιών αλλά και των νέων μειονοτήτων.

Ο τελευταίος περίπατος του βασιλιά

«…Ο Διοικητής Χωροφυλακής Μομφεράτος κρατούσε γερά την τάξη με τους χίλιους περίπου Κρητικούς χωροφύλακες και παντού βασίλευε χαρά και ευθυμία, γιατί η πόλη γιόρταζε την κατάληψη του Μπιζανιού.

Ο Βασιλιάς Γεώργιος εξακολουθεί, πεισματικά μπορεί να πει κανείς, ν’ απαγορεύει να τον συνοδεύουν και να τον φρουρούν από απόσταση μικρότερη των 40-50 βημάτων στους περιπάτους του, που έβγαινε μόνο με τον υπασπιστή του Φραγκούδη. Έτσι δεν ήταν δύσκολο στο δολοφόνο να ρυθμίσει το πού και πότε θα τον χτυπήσει.

Στις 4:30 περίπου ο Βασιλιάς επέστρεφε στην έπαυλή του, όταν στην περιοχή Κερίμ Εφέντη, κοντά στο καφενείο Πασά Λιμάν, στη διασταύρωση Πύργων Αγίας Τριάδος, πάνω στο δεξί πεζοδρόμιο και όχι μακρυά από το Αστυνομικό Τμήμα, ο δολοφόνος παραμόνευε καθισμένος στο καφενείο δίπλα σε δυο τρεις Τούρκους, έφυγε βιαστικά και από απέναντι προσπέρασε τη συνοδεία, βαδίζοντας αντίθετα. Μόλις προσπέρασε ο Βασιλιάς τη γωνία, τον πλησίασε και τον πυροβόλησε από πίσω, από απόσταση δύο-τριών βημάτων, με μια μαυροβουνιώτικη κουμπούρα Καρά Νταγ, τα βλήματα της οποίας είναι από μολύβι και ασφαλώς ο δολοφόνος τα χάραξε, γιατί όταν το βλήμα πέρασε την καρδιά και βγήκε από το στήθος, δημιούργησε μια τεράστια πληγή.

Παραπατώντας ο Βασιλιάς, γονατίζει κι αμέσως τρέχουν όσοι ήταν κοντά του και τον συγκρατούν, ενώ άλλοι στρέφονται για να λυντσάρουν το δολοφόνο, που τότε προσπάθησε να σκοτώσει και τον υπασπιστή Φραγκούδη.

Φαίνεται όμως ότι τα χέρια του έτρεμαν, γιατί η σφαίρα αστόχησε κι ο υπασπιστής τον άρπαξε, του πήρε το όπλο και τον παρέδωσε στους χωροφύλακες, ενώ ταυτόχρονα φώναξε: «Ένα αμάξι, γρήγορα, ένα αμάξι».

Ο Βασιλιάς μόλις που πρόλαβε να ρίξει μια ματιά σ’ ένα στρατιώτη που τον ανασήκωσε και να του σφίξει το χέρι. Σε αφασία τον μετέφεραν στο ΠΑΠΑΦΕΙΟ που είχε μετατραπεί σε νοσοκομείο λόγω του πολέμου, κι εκεί τον υποδέχτηκε ο ανθυπίατρος Μαλαμίδης…»

Γεωργίου Σταμπουλή, Η ζωή των Θεσσαλονικέων πριν και μετά το 1912, Διόσκουροι 1984

Μια ιστορική ακρόαση: ο Αρχιρραβίνος προς τον Κωνσταντίνο.

«…Είναι χαρακτηριστική η συνδιάλεξη του αρχιρραβίνου της Θεσσαλονίκης με τον βασιλέα Κωνσταντίνο πριν αναχωρήσει ο άναξ για την Αθήνα […]. Ο αρχιρραβίνος […] είπε: «Είχαμε καταβάλει κάθε προσπάθεια για να βελτιώσουμε την πορεία της τουρκικής κυριαρχίας στη Μακεδονία, κι εμείς οι Εβραίοι θα γινόμαστε ευχαρίστως θυσία για να διατηρηθεί η τουρκική κυριαρχία. Δηλώνω με κάθε ειλικρίνεια πως εγώ προσωπικά θα έπαιρνα το όπλο […] για να βοηθήσω το τουρκικό έθνος. Επειδή όμως αυτό δεν ήταν δυνατό, κι εμείς οι Εβραίοι δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα για να αποτρέψουμε τη μοίρα της Τουρκίας, έτσι προσαρμοστήκαμε στις νέες συνθήκες που μας έφερε η ελληνική κυριαρχία».

Ο βασιλέας Κωνσταντίνος είπε απαντώντας ότι δέχεται με ικανοποίηση τις δηλώσεις […] επειδή εκφράστηκαν με ειλικρίνεια και διαβεβαίωσε ότι οι Εβραίοι στη Νέα Ελλάδα θα απολαύουν της προστασίας και της συνδρομής εκ μέρους των αρχών.»

Κλεάνθης Νικολαΐδης, στο Π.Κ. Ενεπεκίδη, Η Θεσσαλονίκη στα χρόνια 1875-1912, Εκδ. Αφών Κυριακίδη

Καλημέρα κόσμε!

Καλωσήρθατε στο Blogs.sch.gr. Αυτή είναι η πρώτη σας δημοσίευση. Αλλάξτε την ή διαγράψτε την και αρχίστε το “Ιστολογείν”!

Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς
Αντίθεση