Αρχική » ξένη λογοτεχνία » Γουίλιαμ Φώκνερ: Η βουή και η μανία μετάφραση του Sartre, Jean Paul – Time in Faulkner, The Sound and the Fury

Ξεκινήστε εδώ

Γουίλιαμ Φώκνερ: Η βουή και η μανία μετάφραση του Sartre, Jean Paul – Time in Faulkner, The Sound and the Fury

Ο χρόνος στο Φώκνερ: Η βουή και η μανία

Sartr μετάφραση από τα αγγλικά Αναστασία Φιλτσόγλου

 

Γιατί ο Φώκνερ στο μυθιστόρημά του η βουή και η μανία έχει κατακερματίσει το χρόνο της ιστορίας του  και έχει ανακατανείμει τα θραύσματα; Γιατί το πρώτο παράθυρο του φαντασιακού κόσμου του Φώκνερ το ανοίγει η σκέψη ενός ηλίθιου; Ο αναγνώστης προκαλείται να αναζητήσει σημεία αναφοράς και να ανασυστήσει τη χρονολογική σειρά όπως αυτός νομίζει.

Ο Ιάσων και η Καρολίνα έχουν τρεις γιους και μια κόρη. Η κόρη, η Κάντυ αποπλανάται  από τον Ντάλτον Αμες  και οδηγείται στην αναζήτηση συζύγου…». Ο Ουίλιαμ Φώκνερ σταματά την  αφήγηση εδώ και ξεκινά  μια άλλη ιστορία. Η σκέψη του Φώκνερ δεν ακολουθεί γραμμική αφηγηματική πορεία, ανακατώνει  συνέχεια τα κομμάτια της ιστορίας όπως τις κάρτες της τράπουλας. Ο Φώκνερ δε θα μπορούσε να αφηγηθεία την ιστορία με κανένα άλλο τρόπο. Στο κλασικό μυθιστόρημα η δράση έχει εστίαση: για παράδειγμα, ο φονιάς του πατέρα Καραμάζοφ, ή η συνάντησητου Έντουαρντ και του Μπέρναρντ στους   Παραχαράκτες. Θα ήταν μάταιο να αναζητήσουμε το είδος της εστίασης στο “η  βουή και η μανία” . Είναι η ευνούχιση του Μπέντζυ; Η άτυχος έρωτας της Κάντυ;  Η απόπειρα αυτοκτονίας του  Κουέντιν; Το μίσος του Τζέισον για την ανεψιά του; Κάθε επεισόδιο, από τη στιγμή που θα συντεθεί, ανακαλεί άλλα-και στην πραγματικότητα όλα τα άλλα επεισόδια είναι συνδεδεμένα με αυτό. Τίποτα δε συμβαίνει, η ιστορία δεν εξελίσσεται. Την ανακαλύπτουμε μάλλον πίσω από κάθε λέξη, σαν ένα επαχθές και μισητό παρόν, που η έντασή του ποικίλει ανάλογα με την περίσταση. Όμως είναι λάθος να θεωρούμε αυτή την αταξία ως άσκηση δεξιοτεχνίας. Η αισθητική του μυθιστοριογράφου μας παραπέμπει πάντα στη μεταφυσική του.  Η αποστολή του κριτικού είναι  να ανακαλύψει τη μεταφυσική του συγγραφέα πριν αξιολογήσει την τεχνική του. Και είναι αυτόδηλο ότι στον Φώκνερ έχουμε να κάνουμε με τη μεταφυσική του χρόνου.

Η δυστυχία του ανθρώπου είναι ο εγκλωβισμός του στο χρόνο. «… άνθρωπος είναι το σύνολο των δυστυχιών του. Μια μέρα θα μπορούσες να σκεφτείς ότι η δυστυχία απέκαμε, αλλά τότε η δυστυχία σου θα είναι ο χρόνος…». Αυτό είναι κατ ουσίαν το θέμα του μυθιστορήματος. Κι αν η τεχνική που υιοθετεί ο Φώκνερ σε πρώτη ματιά φαίνεται να είναι η άρνηση του χρόνου, αυτό οφείλεται στο ότι συγχέουμε την έννοια του  χρόνου με τη χρονική αλληλουχία (time with chronology). Τα ημερολόγια και τα ρολόγια επινοήθηκαν από τον άνθρωπο: «…αδιάκοπος στοχασμός για τη  θέση μηχανικών χεριών πάνω σε ένα ιδιόρρυθμο ρολόι που είναι το σύμπτωμα της λειτουργία του μυαλού. Excrement Father said like sweating”. Για να συλλάβουμε τον πραγματικό χρόνο, θα πρέπει να απαλλαγούμε από  τις επινοήσεις του που δε μετρούν τίποτα: «…ο χρόνος είναι νεκρός όσο χτυπά πάνω σε μικρά γρανάζια, μόνο όταν το ρολόι σταματήσει, ζωντανεύει ο χρόνος.  Συνεπώς το σπάσιμο του ρολογιού του Κουέντιν έχει συμβολική αξία. Μας ωθεί να αισθανθούμε το χρόνο χωρίς τα ρολόγια. Αλλά και  χρόνος του ηλίθιου, του Μπέντζυ, δε μετριέται με ρολόγια,   ο Μπέντζυ δεν τα καταλαβαίνει.

Η  αντίληψη του Φώκνερ για το παρόν, ούτε  περιγράφεται ούτε  ορίζεται με ακρίβεια ως ένα σημείο ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον. Το παρόν του είναι άλογο στην ουσία του. Μοιάζει με ένα άθροισμα που το υπολογίζουμε ξανά και ξανά: «Και…και …και μετά». Όπως ο Dos Passos, αλλά με μεγαλύτερη φινέτσα, ο Φώκνερ κάνει  την ιστορία του  μια περίπτωση άθροισης. Ακόμη κι όταν οι χαρακτήρες έχουν επίγνωση αυτών, των δρώμενων, ακόμη κι όταν σπεύδουν μέσα στο παρόν, διασκορπίζονται σε θραύσματα. “Πήγα στο ντουλάπι και πήρα το ρολόι, με το πρόσωπο… Άγγιξα το κρύσταλλο στην κόχη του ντουλαπιού, πήρα τα θραύσματα του γυαλιού με τη χούφτα μου, τα απόθεσα στο σταχτοδοχείου, το ρολόι χτύπησε.

Το άλλο χαρακτηριστικό του παρόντος του Φώκνερ  είναι η αναστολή. Χρησιμοποιώ αυτή τη λέξη, ελλείψει καταλληλότερης, για να καθορίσω το είδος της διακοπής  της κίνησης στο χρόνο. Στο Φώκνερ δεν υπάρχει καμιά προοδευτική πορεία, τίποτα που να έρχεται από το μέλλον. Το παρόν δεν εμπεριέχει τα προσδοκώμενα από μας μελλοντικά γεγονότα-όπως όταν λέμε: ο φίλος που περίμενα τελικά εμφανίζεται. Από την άλλη, το να είσαι παρών σημαίνει να εμφανίζεσαι  χωρίς αιτία να αιωρείσαι να ταλαντεύεσαι; (to be present is to appear without reason and to be suspended). Ο Φώκνερ δεν αντιλαμβάνεται αυτή την αιώρηση με αφηρημένους όρους.  Τη διαβλέπει στα ίδια τα πράγματα και προσπαθεί να την κάνει αισθητή. «Το τραίνο ταλαντεύτηκε στη στροφή, η μηχανή ασθμαίνοντας… και γλίστρησε από το τοπίο, σαν κουρελιασμένη; και άχρονη υπομονή, σαν ακινητοποιημένη αταραξία;». «…..σελ227»

Ωστόσο, η ακατανόητη κατάσταση της διαρκούς περιπλάνησης μπορεί να συλληφθεί και να αποδοθεί φραστικά.. Ο Κουέντιν μπορεί να πει: έσπασα το ρολόι μου, αλλά όταν το λέει, η μορφή του θα είναι ήδη παρελθόν. Το παρελθόν δηλώνεται και περιγράφεται. Πέρα από ένα σημείο μπορεί να εννοιολογικοποιηθεί και να συλληφθεί με τη διαίσθηση. Σημειώσαμε ήδη, σε σχέση με το Sartoris, ότι ο Φώκνερ πάντοτε μας παρουσιάζει τα γεγονότα, όταν ήδη έχουν συμβεί και ολοκληρωθεί. Στο η βουή και η μανία, όλα συμβαίνουν in the wings. Τίποτα δε συμβαίνει,  όλα έχουν συμβεί. Αυτό είναι που μας επιτρέπει να συλλάβουμε την παράξενη διατύπωση ενός από τους ήρωες: «Δεν είμαι αυτός, ήμουν». Ο Φώκνερ παρουσιάζει ανθρώπους υπάρξεις χωρίς μέλλον, «άθροισμα των climatic εμπειριών τους» «άθροισμα των δυστυχιών τους» «άθροισμα αυτών που ήταν sum of what have you».  Κάθε στιγμή τραβάμε μια γραμμή, αφού το παρόν δεν  είναι τίποτα παρά άτακτος λόγος,  απόηχος; Το μέλλον είναι παρελθόν. Η θεώρηση του κόσμου από το Φώκνερ μπορεί να παραβληθεί με αυτή του ανθρώπου που sitting in convertible looking back. Κάθε στιγμή σκιές συσσωρεύονται δεξιά  του, ενώ αριστερά του τρεμοσβήνουν και πάλλονται σημεία από φως, που παίρνουν μορφή δένδρων, ανθρώπων, αμαξιών μόνο, όταν τα δεις σε προοπτική. Το παρελθόν αποκτά εδώ μια υπερρεαλιστική ποιότητα. Το περίγραμμά του είναι σκληρό, σαφές και αναλλοίωτο. Το ακαθόριστο και λανθάνον παρόν στέκει ανήμπορο μπροστά σ αυτό. Είναι γεμάτο κενά μέσω των οποίων διεισδύουν και το καταλαμβάνουν πράγματα παρελθόντα, αμετάβλητα, ακίνητα, σιωπηλά. Οι μονόλογοι του Φώκνερ μας κάνουν να  σκεφτούμε αεροπλάνο που πέφτει σε  κενά αέρος;  Κάθε στιγμή ο ήρωας βυθίζεται στο παρελθόν  και αναδύεται και πάλι, για να ξαναπέσει και πάλι στο παρελθόν. Το παρόν δεν υφίσταται, είναι απόληξη. Όλα ήταν… Στο  Sartoris, το παρελθόν παρουσιάζεται ως ιστορίες, γιατί συνίσταται από αναμνήσεις και γιατί ο Φώκνερ δεν είχε διαμορφώσει  ακόμη την τεχνική του.  Στο η βουή και η μανία ο πειραματισμός είναι μεγαλύτερος και η σαφήνεια μικρότερη .  Αλλά η αναφορά στο παρελθόν είναι τόσο ισχυρή, που κάποιες φορές μεταμφιέζει το παρόν— και το παρόν κινείται μέσα σε σκιές σαν υπόγειο ποτάμι, που ξαναεμφανίζεται μόνο όταν γίνει παρελθόν. Έτσι, ο Κουέντιν δε συνειδητοποιεί ότι έχει προσβάλλει τον Bland, ξαναζεί τη σύγκρουση με τον Dalton Ames.  Και όταν ο Bland τον χτυπά, η σύγκρουση ταυτίζεται με την παρελθούσα σύγκρουση ανάμεσα στον Κουέντιν και τον Αμες. Αργότερα, ο Shreve θα αναφέρει πως ο Bland έριξε τον Κουέντιν, θα περιγράψει τη σκηνή, γιατί είναι πια ήδη ιστορία-αλλά όταν παίρνει τη θέση της στο παρόν, δεν είναι πια παρά ένα σκιώδες και σκοτεινό συμβάν. Έχω μιλήσει με κάποιον παλιό γυμνασιάρχη που η μνήμη του είχε σταματήσει σαν σπασμένο ρολόι.  Έμεινε σταματημένη στην ηλικία των 40. Παρόλο που ήταν 60 δε συνειδητοποιούσε την ηλικία του. Η τελευταία του ανάμνηση ήταν η αυλή του σχολείου και οι καθημερινοί γύροι που έκανε στο χώρο παιχνιδιού. Παρόλο που αναπαριστούσε το παρόν του με μέσα του αμετακίνητου παρελθόντος του, και περπατούσε γύρω από το τραπέζι του, ήταν πεπεισμένος έβλεπε τους μαθητές του να παίζουν. Οι χαρακτήρες του Φώκνερ συμπεριφέρονται ανάλογα.  Το παρελθόν τους δεν είναι τακτοποιημένο χρονολογικά, ακολουθεί συγκεκριμένα συναισθήματα και αύρες. Γύρω από κάποια κεντρικά θέματα (εγκυμοσύνη της Κάντυ, ευνουχισμός του Μπεντζυ η αυτοχειρία  του Κουέντιν), αναρίθμητα θραύσματα σκέψεων και δρώμενων. Από αυτό προκύπτει η παράλογη χρονολογική σειρά, «ο κυκλικός ανόητος ισχυρισμός του ρολογιού». Η τάξη του παρελθόντος είναι η τάξη της καρδιάς. Δεν πρέπει να πιστεύουμε ότι τα παρόντα συμβάντα άπαξ και έχουν συντελεσθεί, αποτελούνται κυρίως έμμεσα από τις αναμνήσεις μας. Η μετάπτωση  του  χρόνου  μπορεί να το απορροφήσει στο βάθος της ανάμνησης ή να το αφήσει στην επιφάνεια. Μόνο η εσώτερη αξία του και η αναφορικότητα στις ζωές μας μπορεί να προσδιορίσει το επίπεδό του.

Αυτή είναι η φύση του χρόνου του Φώκνερ. Πόσο σταθερή είναι; Αυτό το ακαθόριστο παρόν; Οι αιφνίδιες εισβολές του παρελθόντος; Αυτή η συγκινησιακή τάξη, που πολεμά την ορθολογική, η έλλειψη ρεαλισμού, αυτές οι αναμνήσεις θηριώδεις και παλίνδρομες, αυτές οι φουσκοθαλασσιές-δεν αναγνωρίζουμε τον χαμένο και ξανακερδισμένο χρόνο του Προυστ;  Έχω επίγνωση των διαφορών. Γνωρίζω γι α παράδειγμα ότι στον Προυστ η λύτρωση βρίσκεται στον ίδιο το χρόνο, στην ολοκληρωτική ανασύσταση του παρελθόντος. Στον Φώκνερ αντίθετα, δυστυχώς το παρελθόν ποτέ δε χάνεται. Είναι πάντοτε παρόν σχεδόν σαν ιδεοληψία. Μυστικιστικές εκστάσεις είναι είναι το μόνο μας μέσο, για να αποδράσουμε από τον παρόντα κόσμο. Και μυστικιστής είναι πάντοτε ο άνθρωπος που θέλει να ξεχάσει κάτι: το είναι του, ή τη γλώσσα του, ή τη μορφή του (formal representation). Ο Φώκνερ θέλει να ξεχάσει το χρόνο: «…Κουέντιν, σου δίνω το μαυσωλείο όλων των πόθων και των ελπίδων. Είναι μάλλον βασανιστικά ταιριαστό; Έξυπνο το ότι θα  το χρησιμοποιείς,  για να κερδίσεις το υποτιμημένο  παράλογο;  της ανθρώπινης ύπαρξης που μπορεί να ταιριάξει με τις δικές σου ιδιαίτερες ανάγκες όχι καλύτερα από ό, τι αυτού ή του πατέρα του; Σου το δίνω όχι,  για να θυμάσαι το χρόνο, αλλά ίσως για να τον ξεχνάς που και που για μια στιγμή και όχι για να ξοδεύεις όλη την πνοή σου, για να τον νικήσεις. Γιατί ποτέ καμιά μάχη δεν κερδήθηκε. Ούτε καν δόθηκε η μάχη; Το πεδίο της μάχης προδίδει στον άνθρωπο τον ίδιο του τον  παραλογισμό και την απόγνωσή του. Η νίκη είναι η αυταπάτη των φιλοσόφων και των τρελών.» Επειδή ξέχασε το χρόνο, ο κυνηγημένος νέγρος του Φως στον Αύγουστο, αιφνίδια καταλαμβάνεται από μια παράξενη αφύσικη ευτυχία: «Δεν είναι όταν συνειδητοποιείς ότι τίποτα δεν μπορεί να βοηθήσει-θρησκεία, τιμή, ο,τιδήποτε- είναι όταν συνειδητοποιείς δε χρειάζεσαι καμιά βοήθεια.» Αλλά για το Φώκνερ, όπως και για τον Προυστ, ο χρόνος είναι πάνω από όλα, αυτό που απομονώνει. Θυμόμαστε τους εραστές στο Les Plaisirs et les Jours, που επιμένουν στο πάθος τους, που φοβούνται πως έχει τελειώσει, που ξέρουν πως θα τελειώσει. Η ίδια αγωνία υπάρχει στο Φώκνερ: «…οι άνθρωποι δεν μπορούν να κάνουν τίποτα τόσο φρικτό, δεν μπορούν να κάνουν τίποτα πολύ φρικτό, δεν μπορούν καν να θυμηθούν αύριο αυτό που φαίνεται σήμερα φρικτό…» και «…η αγάπη ή η θλίψη είναι ένα χρεόγραφο που το αποκτάς χωρίς σχεδιασμό και που ωριμάζει σαγηνευτικά; Και ανακαλείται χωρίς προειδοποίηση, για να υποκατασταθεί αποσπάσματα από φως στο Αύγουστο).” Ο Προυστ πράγματι πρέπει να έχει υιοθετήσει μια τεχνική σαν αυτή του Φώκνερ. Αυτό ήταν η λογική συνέπεια της μεταφυσικής του. Ο Φώκνερ ωστόσο, είναι άνθρωπος χαμένος, και επειδή γνωρίζει ότι είναι χαμένος, ρισκάρει να εξωθήσει τη σκέψη του σ αυτό το συμπέρασμα. Ο Προυστ είναι κλασικιστής και Γάλλος, χάνεται με περίσκεψη και πάντα ξαναβρίσκει τον εαυτό του. Ευγλωττία, αγάπη για σαφήνεια και ορθολογική σκέψη οδήγησαν τον Προυστ να διασώσει την παρουσία της χρονολογικής σειράς.

Την πραγματική αιτία των ομοιοτήτων τους μπορούμε να την εντοπίσουμε σε μια ευρέως κοινή λογοτεχνική ενασχόληση. Οι περισσότεροι από τους σύγχρονους συγγραφείς- Προυστ Τζοϋς. Ντος Πάσος, Φώκνερ, Gide, Βιρτζίνια Γουλφ-αποπειράθηκαν, καθένας με τον τρόπο του να ακρωτηριάσουν το χρόνο. Μερικοί του αφαίρεσαν το παρελθόν και το μέλλον και τον περιόρισαν στην καθαρή διαίσθηση της στιγμής. Άλλοι όπως ο Dos Passos τον έκαναν μια μηχανική και οριοθετημένη ανάμνηση. Ο Προυστ και ο Φώκνερ τον καρατόμησαν. Του στέρησαν το μέλλον, πράγμα που σημαίνει ότι απέκλεισαν τη διάσταση της ελεύθερης επιλογής και δράσης. ΟΙ ήρωες του Προυστ ποτέ δεν καταπιάνονται με τίποτα: ναι, προβλέπουν,  αλλά η προορατικότητά τους, με τη μορφή των ονειροπολήσεων, προσκολλάται πάνω τους και δεν τους αφήνει να πάνε πέρα από το παρόν. Η Albertine που εμφανίζεται, δεν είναι αυτή που περιμένουμε και το ιντερλούδιο αποδεικνύεται μόνο μια μικρή ασυνεπής στιγμιαία προσκόλληση. Οι ήρωες του Φώκνερ δεν έχουν καμιά ικανότητα προορατικότητας: το αμάξι τους πάει μακριά, όταν ρίχνουν το βλέμμα πίσω. Η κατά προσέγγιση αυτοχειρία του Κουέντιν που ρίχνει μια βαριά σκιά πάνω του την τελευταία μέρα δεν αποτελεί επιλογή του ανθρώπου. Ο Κουέντιν δεν μπορεί ούτε στιγμή να διανοηθεί τη δυνατότητα του μη αυτοχειριασμού. Η αυτοχειρία του είναι εκ των προτέρων καθορισμένη, την προσεγγίζει τυφλά χωρίς πόθο και χωρίς να τη σκεφτεί: «…φαίνεσαι να την ατενίζεις περισσότερο σαν εμπειρία που θα σου ασπρίσει τα μαλλιά μέσα σε μια νύχτα so to speak without altering your appearance at all…” “…Η αυτοχειρία δεν επιλέγεται συνειδητά ως κάτι το αναπόφευκτο. Καθώς χάνει το στοιχείο της δυνατότητας, αποκλείει την ύπαρξη στο μέλλον, έχει γίνει κομμάτι του παρόντος. Όλη η τέχνη του Φώκνερ αποβλέπει στο να μας πείσει ότι ο μονόλογος και ο τελευταίος περίπατος του Κουέντιν είναι ήδη η αυτοκτονία του. Μπορούμε να ερμηνεύσουμε αυτό το παράδοξο: Ο Κουέντιν συλλογίζεται την τελευταία μέρα του σα να αποτελεί ήδη παρελθόν, σαν κάποιος που αναπολεί το παρελθόν. Αλλά ποιος είναι αυτό που θυμάται, αφού οι τελευταίες σκέψεις του ήρωα σχεδόν συμπίπτουν με την αιφνίδια εμφάνιση και την απώλεια της μνήμης του;  Η απάντηση βρίσκεται στη δεξιοτεχνία του μυθιστοριογράφου να επιλέγει την πιο κατάλληλη στιγμή του παρόντος, για να αρχίσει να περιγράφει το παρελθόν. Όπως ο Salacrou στο L Inconnue d Arras, ο Φώκνερ έχει επιλέξει για  παρόν του την  απειροελάχιστη στιγμή του θανάτου. Όταν η μνήμη του Κουέντιν αρχίζει να απαριθμεί τις εντυπώσεις («…μέσα από το τοίχο άκουσα το κρεβάτι του Shreve να τρίζει και μετά τις παντόφλες του να σέρνονται στο διάδρομο…»), αυτός είναι ήδη νεκρός. Τέτοια τέχνη, και στην πραγματικότητα, τόση υποκρισία στοχεύουν να αντισταθμίσουν την έλειψη κάθε διαισθητικής γνώσης του μέλλοντος. Ο,τιδήποτε, και ιδιαίτερα η ανορθολογικότητα του χρόνου, αποκτούν έτσι σαφήνεια. Καθώς το παρόν είναι το μη αναμενόμενο, απροσδιόριστο μέλλον, μπορεί να μόνο ως ένα σύνολο από  αναμνήσεις. Αντιλαμβανόμαστε γιατί «η διάρκεια είναι η μόνη δυστυχία του ανθρώπου». Αν το μέλλον εμπεριέχει την πραγματικότητα, ο χρόνος κινείται από το παρελθόν και προσεγγίζει το μέλλον. Αλλά αν το μέλλον ακυρώνεται, ο χρόνος δεν είναι πλέον αυτό που διαχωρίζει, αυτό που αλλοτριώνει το παρόν από τον εαυτό του: «…δεν μπορείς ν αντέξεις τη σκέψη ότι μια μέρα δε θα σε πληγώνει πια…» «…ο άνθρωπος ξοδεύει τη ζωή του πολεμώντας το χρόνο και ο χρόνος τον φθείρει σαν οξύ, τον αποσπά από τον εαυτό του και τον εμποδίζει να αντιληφθεί την Humanity του. Όλα γίνονται παράλογα: «η ζωή είναι ένα παραμύθι που το αφηγείται ένας  ηλίθιος, γεμάτο βουή και μανία, που δε σημαίνει τίποτα.»

Αλλά είναι ο χρόνος του ανθρώπου χωρίς μέλλον; Μπορώ να δω ότι το νυχάκι nail, ο βώλος της γης  ζει στο συνεχές παρόν. Αλλά είναι ο άνθρωπος μόνο ένα σκεπτόμενο nail ; Αν αρχίσουμε να τον βυθίζουμε στον παγκόσμιο χρόνο, το χρόνο των πλανητών, των νεφελωμάτων, των ζωικών ειδών, των θνητών μορφών, όπως σε διάλυμα οξέος, η απάντηση είναι προφανής. Είναι αναμφίβολα αλήθεια, αν πιστεύουμε ότι ο χρόνος μπορεί να επιβληθεί από έξω, ότι η συνειδητότητα που μεταπίπτει(tossed)   από στιγμή σε στιγμή θα μπορούσε να είναι συνειδητότητα first and temporal afterwards. Συνειδητότητα can be “in time” only if it becomes time by that movement itself which make consciousness και για να χρησιμοποιήσουμε τη φράση του Heideger it must “become time”. Στην περίπτωση αυτή, δεν είναι δυνατό να σταματήσουμε τον άνθρωπο σε κάθε αλληλοδιάδοχη στιγμή και να τον ορίσουμε ως άθροισμα «of what have you”. Αντίθετα, η φύση της συνειδητότητας προϋποθέτει τη μεταφορά της στο μέλλον. Μπορούμε να καταλάβουμε το είναι, μόνο με αυτό που θα γίνει. Η συνειδητότητα προσδιορίζεται στο παρόν της συνιστώμενη από τις εν δυνάμει προοπτικές της (own potentialities). Αυτό είναι εκείνο που ο Heideger ονομάζει «σιωπηλή δύναμη της δυνατότητας». Δε θα αναγνωρίσεις μέσα σου τον φωκνερικό άνθρωπο, μια οντότητα στερημένη από δυνατότητες και καθορισμένη μόνο από αυτό που ήταν . Αν προσπαθήσεις να σταθεροποιήσεις τη συνειδητότητά σου και να την ελέγξεις, θα δεις ότι είναι κενή, θα βρεις μόνο futurity. Δε μιλώ για τα σχέδιά σου ή τις προσδοκίες σου, αλλά η  χειρονομία, η μορφή «gesture” που αντιλήφθηκες καθώς αυτή περνούσε, αποκτά νόημα για σένα μόνο αν σχεδιάζεις την ολοκλήρωσή της outside itself, outside yourself, εντός του not yet. Ο πυθμένας της κούπας, που δεν μπορείς να τον δεις, αλλά θα μπορούσες να τον δεις, στο τέλος της κίνησης που δεν συντελέσθηκε ακόμη (not yet made)_αυτό το λευκό φύλλο χαρτί με το κρυμμένο verso, που θα μπορούσες να το δεις, αν γυρίσεις το φύλλο_ αυτά και όλα τα ακίνητα και συμπαγή πράγματα που σε περιβάλλουν, επεκτείνουν την πιο άμεση και στέρεη ποιότητά τους στο μέλλον. Ο άνθρωπος δεν είναι άθροισμα όσων έχει, αλλά όσων δεν έχει ακόμη, όσων θα μπορούσε να έχει. Και αν είμαστε έτσι βυθισμένοι στο μέλλον, δεν ακυρώνεται η παράλογη βία του παρόντος. Τα συμβάντα δεν εφορμούν πάνω μας σαν  ληστές, γιατί από τη φύση τους είναι ένα μέλλον ήδη συντελεσμένο. Και δεν είναι το καθήκον του ιστορικού που ερμηνεύει το παρελθόν  για να το κατανοήσει στο μέλλον? Φοβάμαι ότι ο παραλογισμό στον Φώκνερ finds in human life was originally placed there by him. Όχι ότι η ζωή δεν είναι παράλογη, αλλά έχει μια διαστροφικότητα διαφορετική από αυτή που της αποδίδει ο Φώκνερ.

Γιατί ο Φώκνερ και τόσοι άλλοι συγγραφείς επέλεξαν αυτή τον ιδιαίτερο παραλογισμό, που απέχει τόσο από τη δημιουργική φαντασία και την αλήθεια; Πρέπει να αναζητήσουμε την αιτία στις κοινωνικές συνθήκες της παρούσας ζωής μας. Η απελπισία του Φώκνερ μου φαίνεται προγενέστερη της μεταφυσικής του. Γι αυτόν όπως και για όλους μας το μέλλον είναι στείρο. Όλα όσα βλέπουμε, όλα όσα βιώνουμε, μας ωθούν να πούμε: «Δε μπορεί να διαρκέσει περισσότερο». Ωστόσο δεν μπορούμε να διανοηθούμε καμιά αλλαγή παρά μόνο τη βίαιη. Ζούμε σε μια εποχή μεγάλων επαναστάσεων και ο Φώκνερ χρησιμοποιεί έναν ασυνήθιστο τρόπο για να περιγράψει τον κόσμο που πεθαίνει of old age, με μας να αγκομαχούμε και να ασφυκτιούμε μέσα του. Μου αρέσει ο τρόπος του, αλλά δεν πιστεύω στη μεταφυσική του. Το αποκλεισμένο μέλλον, εξακολουθεί να είναι μέλλον. «Ακόμη κι αν η πραγματικότητα του ανθρώπου δεν έχει πια προ..«ahead” , ακόμη κι αν «είναι εγκλωβισμένος» μπορεί ακόμη να ορισθεί ως αναμονή του εαυτού του. Η απώλεια κάθε ελπίδας, δεν μπορεί να στερήσει την ανθρώπινη ύπαρξη από κάθε δυνατότητα.


Σχολιάστε

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Άνοιγμα μενού
Αλλαγή μεγέθους γραμματοσειράς