Καβάφης, Όσο Μπορείς

elleduban.jpgΤο γνωστό ποίημα του Καβάφη, όπως το απαγγέλει και το σχολιάζει ο πεζογράφος και κριτικός Ρένος Αποστολίδης, στον ELLOPO.

Αρχείο ήχου

[ Ρένος :] Θα συνιστούσα αυτό το ποίημα να το μάθουν απόξω, όσο γίνεται περισσότεροι άνθρωποι, και να το ξαναδιαβάζουν, να το ξαναλένε στον εαυτό τους, όπως, να πούμε, είναι κάτι τέτοια ποιήματα – ξέρω γω – σαν το ‘Αν μπορείς’ του Κίπλινγκ, έτσι; … Αυτό… να το μάθουν απόξω και να το λένε. Λέγεται Όσο μπορείς :

Κι ?ν δ?ν μπορε?ς ν? κάμεις τ?ν ζωή σου ?πως τ?ν θέλεις
το?το προσπάθησε τουλάχιστον
?σο μπορε?ς : μ?ν τ?ν ?ξευτελίζεις
μ?ς στ?ν πολλ? συνάφεια το? κόσμου,
μ?ς στ?ς πολλ?ς κινήσεις κι ?μιλίες.

Μ?ν τ?ν ?ξευτελίζεις πιαίνοντάς την,
γυρίζοντας συχν? κ’ ?κθέτοντάς την
στ?ν σχέσεων κα? τ?ν συναναστροφ?ν
τ?ν καθημεριν?ν ?νοησία,
?ς πο? ν? γίνει σ? μι? ξένη φορτική.

[ Ρένος :] Προσέχετε τι λέει; Και σκεφτείτε τη ζωή μας, τη δικιά μας, τη ζωή των κοινωνιών των συγχρόνων, τη ζωή των εκδηλώσεων…

Όλοι πολλοί μαζί… στέκουν όρθιοι , λένε λόγια… τούτο… κείνο… τάχα αγαπιούνται… φιλιούνται — φιλάν τον αέρα , δεξιά κι αριστερά απ? τα μάγουλα ο καθένας , κανένας δε φιλάει πράγματι τα μάγουλα, κανένας δε φιλάει πράγματι το στόμα, κανένας δεν επιθυμεί πράγματι όσο λέει πως επιθυμεί τον άλλο, “Α!…τι ωραία που σε είδα!…”

Αυτή είναι η πολλή συνάφεια του κόσμου, οι πολλές κινήσεις κι ομιλίες, κι όλη αυτή η ψευτιά , το θέατρο… – η οποία, λέει, εξευτελίζει τη ζωή… την εκθέτει… στην καθημερινήν ανοησία των σχέσεων και των συναναστροφών.

Εδώ δείχνεται ο πράγματι – θα έλεγα – επαναστατικός Καβάφης, προσωπικά επαναστατικός, – γιατί δεν ξέρω αν επανάσταση είναι η φωνή…, η επίθεση…, η μάχη… και μήπως είναι πιο φοβερή επανάσταση η απόφαση ότι δεν έχω καμμιά σχέση με το κακό και τη φλυαρία αυτού του κόσμου !

Τον είπανε ποιητή της παρακμής.., αυτά είναι γελοιότητες . Ας στο ξαναλέει ο καθένας, ας το μάθει απόξω αυτό το ποίημα, θα του κάνει καλό. Αν γλιτώσει και μία μονάχα απ αυτές τις εκδηλώσεις κι απ αυτές τες συνάφειες και τες πολλές κινήσεις κι ομιλίες, – θα είναι μεγάλο κέρδος.

(Απομαγνητοφώνηση απαγγελίας και σχολίου του Ρένου Αποστολίδη, από τον Σταύρο Ασημακόπουλο).

Κωστής Παλαμάς: Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου (1907)

Ας μιλήσει ο πατέρας για το παιδί του. Τί γλυκύτερο μίλημα απ` αυτό! (Αθήνα, 21 του Νοέμβρη 1906).

“Ποιος ξέρει ποια τσιγγάνα να μίλησε της καρδιάς μου – εδώ και πόσα χρόνια! Το μίλημα λαχταριστό. Κι έτσι φυτρώσαν από την καρδιά μου οι πρώτοι τέσσεροι στίχοι, το πρωτόπλασμα, που θα ξετυλίγονταν ύστερ` απο κείνο, κι αγάλια-αγάλια η πλάση μου:

Περδικόστηθη Tσιγγάνα,
ω μαγεύτρα, που μιλείς
τα μεσάνυχτα προς τ’ άστρα
γλώσσα προσταγής …

Ποιος ξέρει αν δεν πρωτόσπειρε στο νου μου το “Δωδεκάλογο του Γύφτου” μια πολύ ζωηρή, σαν όραμα, ενθύμηση της πρωτομαγιάς που χαιρόμουνα παιδάκι στον τόπο μου. Της πρωτομαγιάς που περνούσε με τους χορούς τους πλεμένους από τις γύφτισσες…  Ποιος ξέρει κι αν δεν ήταν η τσιγγάνα, που με χτύπησε, καμμιά ομορφιά που ζούσε κάθε άλλο παρά την πανάθλια ζωή του γύφτου, καμμιά ομορφιά φλογερή, μελαχροινή, ανυπόταχτη. Και τσιγγάνα λέγοντάς την, ανίσως δε μεταχειρίζομαι μια ποιητική μεταφορά. Κ` ύστερα η ομορφιά της γύφτισσας με βύθιζε ολοένα στην ιδέα της γυφτιάς. Κι από τη γύφτισσα πέρασα στο γύφτο. Ο ζουρνάς, το σφυρί, το φυσητήρι, το μουλάρι, το βιολί, η τέντα, οι μοίρες, τα μάγια,  τ` άγρια, τ` αναρχικά, τ` ανυπόταχτα, πάντα στον ολάνοιχτο αέρα, πάντα κάτω από τον ουρανό, η γύφτικη ζωή, η πλανεύτρα και πολυπλανεμένη, ξετυλίγονταν εμπρός μου. Και το έργο στα θέμελά του απάνω τόσο χτίζονταν πλατύτερο με πιο πολλά χωρίσματα. Κ` έτσι τα πρωτοσχεδίαστα “Λόγια του γύφτου“, τρία τέσσερα τραγούδια, γίνηκαν ο “Δωδεκάλογος“.

…Ο αστόχαστος θα πιστεύει πως ένας ποιητής διαλέγοντας βρίσκει τα θέματά του… Ο ποιητής δε διαλέει. Πυρώνεται και πάει μπροστά. Κατόπι, και στα καθέκαστα, έρχεται η υπομονετική και ξεδιαλέχτρα δουλειά.

…Πρόφαση κι αφορμή τον ήβρα το γύφτο για να ξεχύσω με κείνο, μέσα σ` ένα τύπο ταιριαστό με την ψυχή μου, τις λαχτάρες μου, τις διανοητικές… Τη συγκίνηση του πολίτη και του μελετητή μπροστά σε κάποια επεισόδια της Ιστορίας του Έθνους του.

…”Όλη η τέχνη του στίχου και του ποιητή -το είπε ο Βάγνερ σ` ένα από τα μουσικά του δράματα, νομίζω- σε τούτο κρέμεται: Να παρασταίνεις την αλήθεια του ονείρου”.

Από τον πρόλογο του ίδιου του ποιητή.

Εκατό χρόνια μετά την πρώτη του έκδοση (1907) ο Δωδεκάλογος επανεκδόθηκε  διαδικτυακά  σε οπτικο-ακουστική παρουσίαση (video-podcast) και σε απλή ακρόαση (podcast) στη διεύθυνση http://www.palamas12.net/  Διαβάζειο Χάρης Πολιτόπουλος.

Θα πρέπει να περάσουν, νομίζω, πολλά χρόνια για να βρεθεί ένας άνθρωπος που να έχει τέτοια εμπειρία της γλώσσας μας. Την ήξερε πέρα ως πέρα, ως την πιο παράμερη της, αρχαία, μεσαιωνική, ιδιωματική, σε κάθε της απόχρωση, σε κάθε της τόνο.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ