ΜΑΘΗΤΕΣ – ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΜΙΑΣ ΑΠΟΠΕΙΡΑΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ (εισήγηση σε συνέδριο)

ΜΑΘΗΤΕΣ – ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΜΙΑΣ ΑΠΟΠΕΙΡΑΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

ΕΛΕΝΗ Α. ΗΛΙΑ

Η εισήγηση παρουσιάστηκε στο Πανελλήνιο συνέδριο με διεθνή συμμετοχή: «Η Λογοτεχνία σήμερα. Όψεις, Αναθεωρήσεις, Προοπτικές», που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα, 29 Νοεμβρίου-1 Δεκεμβρίου 2002.
Περιλαμβάνεται στον ομότιτλο τόμο των Πρακτικών του, εκδ. Ελληνικά γράμματα, σσ. 331-336. ISBN: 960-406-834-2

https://pergamos.lib.uoa.gr/uoa/dl/object/1032908

Περίληψη:       Προκειμένου ο αναγνώστης των λογοτεχνικών κειμένων να ερμη­νεύσει το πλήθος των ενδείξεων και υποδηλωτικών αναφορών που περι­λαμβάνονται σε αυτά, προβαίνει σε σύνθετες αντιληπτικές διεργασίες, που έχουν ως συνέπεια να αποκομίζει την εντύπωση ότι εμπλέκεται προσωπικά στον αφηγηματικό κόσμο. Αυτή ακριβώς η δημιουργική διάσταση του ανα­γνωστικού ρόλου θα αναδειχθεί κατά τη διδασκαλία της λογοτεχνίας στο Νηπιαγωγείο και το Δημοτικό Σχολείο με την πραγματοποίηση διαφόρων εκπαιδευτικών παιγνιωδών δραστηριοτήτων, οι οποίες παροτρύνουν και διευκολύνουν το σύνολο των μαθητών να θεωρήσουν ότι τα διδασκόμενα ποιητικά και πεζά κείμενα τους αφορούν προσωπικά και να εκφράσουν ελεύθερα την ανταπόκρισή τους σε αυτά. Προσεγγίζοντας το κάθε παιδί τα αφηγηματικά στοιχεία με το δικό του τρόπο, εκδηλώνει τα συναισθήματα και τα λοιπά χαρακτηριστικά του, γεγονός που συμβάλλει στη στενότερη επαφή κι επικοινωνία μεταξύ των μελών της σχολικής τάξης – μαθητών και δασκάλου –. Επιπλέον ανακαλύπτει την απόλαυση της αναγνωστικής διαδι­κασίας, η οποία εξασφαλίζει τη διά βίου φιλαναγνωστική στάση του και εξυπηρετεί οποιοδήποτε γενικότερο ή ειδικότερο παιδαγωγικό στόχο. Η ει­σήγηση ολοκληρώνεται με την παράθεση μικρού αριθμού παιδικών αφηγή­σεων που προέκυψαν από την πραγματοποίηση των συγκεκριμένων παι­γνιωδών δραστηριοτήτων στη σχολική τάξη, ώστε να αξιολογηθεί η ποιό­τητα, η πρωτοτυπία, η συγκρότηση της σκέψης των σημερινών παιδιών όταν αυτή λειτουργεί με ερέθισμα τη λογοτεχνία.

Οι Έλληνες δάσκαλοι εμφανίζονται έντονα προβληματισμένοι σε σχέση με τη διδασκαλία της λογοτεχνίας, όπως είχα την ευκαιρία να διαπι­στώσω στο πλαίσιο του προγράμματος «Ακαδημαϊκής και Επαγγελματικής Αναβάθμισης Εκπαιδευτικών της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης». Μερικοί αντιμετωπίζουν τα λογοτεχνικά κείμενα που καλούνται να διδάξουν με τρο­μερή επιφύλαξη. Επιχειρώντας οι ίδιοι να ερμηνεύσουν τη στάση τους, οι μεν νεότεροι αναφέρονται συνήθως σε τραυματικές εμπειρίες που απέκτη­σαν ως μαθητές από τη διδασκαλία της λογοτεχνίας κυρίως στη Μέση Εκπαίδευση, οι δε παλαιότεροι τονίζουν την ουσια­στική απουσία του μαθήματος της λογοτεχνίας σε όλη τη διάρκεια των σπουδών τους. Σε ορισμέ­νες περιπτώσεις οι δάσκαλοι επικεντρώνουν  την αδυναμία τους στη διδα­σκαλία ειδικότερα της Παιδικής Λογοτεχνίας, εφόσον θεωρούν ότι τα κεί­μενα που προορίζονται για τους μικρότερους μαθητές είναι απλοϊκά και κατά συνέπεια δεν προσφέρονται για κανενός είδους λογοτεχνική επεξερ­γασία. Άλλοτε πάλι κάνουν λόγο αντίθετα για αδυναμία των μαθητών τόσο να ανακαλύψουν «τι εννοεί ο ποιητής» με τη χρήση συγκεκριμένων λέξεων, όσο και να αντιληφθούν έννοιες και εικόνες του ποιήματος που ο ίδιος ο δάσκαλος αγωνίζεται να τους αποκαλύψει.

Καθώς η πρώτη επαφή των παιδιών με τη λογοτεχνία ενδέχεται να επηρεάσει σημαντικά τη μετέπειτα σχέση τους μαζί της, ο ρόλος του δα­σκάλου της πρώτης εκπαιδευτικής βαθμίδας στην εξοικείωση των μαθητών του με το λογοτεχνικό φαινόμενο δίκαια θα χαρακτηριζόταν καθοριστικός. Στο ερώτημα σε τι συ­νίσταται το ρόλος του δασκάλου, η απάντηση θα προκύψει αφενός από την ίδια τη φύση της λογοτεχνίας και αφετέρου από το γεγονός ότι αυτός και οι μαθητές του μοιράζονται την αναγνωστική εμπειρία στη σχολική τάξη.

Συγκεκριμένα, ο αναγνώστης ανταποκρίνεται στο λογοτεχνικό κεί­μενο, προβαίνοντας σε προσωπικούς συνδυασμούς, επιλογές και απορρίψεις των αφηγηματικών δεδομένων,[1] ερμηνεύοντας τις ενδείξεις που του παρέ­χονται,[2] διαμορφώνοντας στάσεις απέναντι στους ήρωες,[3] δημιουργώντας προσδοκίες για τις αφηγηματικές εξελίξεις,[4] προβάλλοντας τα ατομικά χα­ρακτηριστικά και τις εμπειρίες του,[5] λειτουργώντας ανάλογα με το επίπεδο αναγνωστικής του ωριμότητας[6] αλλά και με τη διάθεση της στιγμής. Ο δά­σκαλος συνεπώς θα επιδιώξει ν’ αναδείξει αυτήν ακριβώς τη δημιουργική διάσταση της αναγνωστικής διαδικασίας, να διευκολύνει τους μαθητές του να βιώσουν το λογοτεχνικό έργο ως προσωπική τους εμπειρία, να συνειδη­τοποιήσουν ότι αυτό δεν αφορά μόνο το δημιουργό του αλλά και τους ίδιους προσωπικά κι επιπλέον να το αντιμετωπίσουν ως αφορμή για να εκ­φράσουν τα δικά τους βιώματα.[7]

Η επιτυχία λοιπόν οποιουδήποτε προγράμματος διδασκαλίας της λογοτεχνίας συνδέεται κυρίως με την ανταπόκριση των μαθητών. Προκει­μένου τα παιδιά να εκφράσουν καθολικά τις εντυπώσεις τους από την επαφή με κάθε λογοτεχνικό κείμενο, μετατρέπουμε στην τάξη μας[8] τη λο­γοτεχνική προσέγγιση σ’ ένα προσφιλές, διασκεδαστικό παιχνίδι φαντασίας, όπου όλοι συμμετέχουν, διαδραματίζοντας εξίσου πρωταγωνιστικό ρόλο. Η χρήση του παιχνιδιού στη διδασκαλία της λογοτεχνίας προτείνεται και από την Άντα Κατσίκη-Γκίβαλου[9] με το σκεπτικό ότι η ίδια η λογοτεχνία είναι παιχνίδι, όπως επισημαίνουν οι Σπινκ,[10] Ποσλανιέκ[11] κ.ά.

Ειδικότερα ως προς τα πεζά κείμενα, αξιοποιώντας το φαινόμενο της αναγνωστικής εμπλοκής στον εκάστοτε μύθο, της ταύτισης του ανα­γνώστη με συγκεκριμένα αφηγηματικά πρόσωπα,[12] οι μαθητές καλούνται να υποδυθούν τους διάφορους λογοτεχνικούς ήρωες μέσα από ποικίλες εμ­ψυχωτικές, παιγνιώδεις δραστηριότητες. Κατά τη δραστηριότητα που έχουμε τιτλοφορήσει «παρέα με τους ήρωες των βιβλίων», μετά την ολο­κλήρωση της ανάγνωσης ή αφήγησης του έργου προσκαλούμε στη σχολική τάξη τα διάφορα αφηγηματικά πρόσωπα. Ενώ δηλαδή τα παιδιά περιμένουν με τα μά­τια κλειστά έως τη στιγμή που ανακοινώνουμε ότι οι ήρωες της ιστορίας βρίσκονται ανάμεσά μας, ο δάσκαλος τα μεταμφιέζει στους λογοτεχνικούς ήρωες, χρησιμοποιώντας χαρακτηριστικά αντικείμενα – πρόχειρες κατα­σκευές από κανσόν χαρτόνι, ένα κασκέτο, έναν ταξιδιωτικό σάκο, κάποιο καρπό είτε λουλούδι, μια ζωγραφιά κ.λπ.–. Αφού ολοκληρωθεί η αναγνώ­ριση των αφηγηματικών προσώπων, απευθυνόμαστε σε καθέναν από τους μεταμφιεσμένους μαθητές, σαν να πρόκειται για τα ίδια αυτά πρόσωπα, ρω­τώντας τους για τη δράση τους, τις σκέψεις και τα αισθήματά τους, την εξέ­λιξη των γεγονότων, τις σχέσεις τους με τους άλλους ήρωες κ.λπ. Συχνά οι μαθητές προβαίνουν οι ίδιοι σε επιλογή των ρόλων τους, διαλέγουν δηλαδή για τον εαυτό τους εκείνο το αντικείμενο από το σωρό που αντιστοιχεί στο λογοτεχνικό πρόσωπο της προτίμησής τους. Άλλοτε πάλι εκφράζουν την ανταπόκρισή τους με κίνητρο το «μαγικό εισιτήριο», κάποιο μικρό αντι­κείμενο που σχετίζεται με την αφηγηματική υπόθεση, το οποίο τους προ­σφέρεται διαδοχικά, ώστε να τους δοθεί η ευκαιρία να ταξιδέψουν στον κό­σμο του έργου και να επιλέξουν το ρόλο και τη δράση τους σε αυτόν, ακο­λουθώντας ή ανατρέποντας την πλοκή. Η τρίτη δραστηριότητα που απο­σκοπεί στην προσέγγιση των πεζών λογοτεχνικών κειμένων από τους μαθη­τές, αποκαλείται «οι άτακτες λέξεις». Σε καρτέλες που βρίσκονται σκορπι­σμένες στο χώρο έχουμε γράψει ορισμένες λέξεις, συνήθως ουσιαστικά ή επίθετα που αναφέρονται σε πρόσωπα ή καταστάσεις ενός συγκεκριμένου έργου. Αφού τα παιδιά αναζητήσουν τις λέξεις που έχουν «δραπετεύσει» από τις σελίδες του βιβλίου, τοποθετούνται ως προς την αφηγηματική υπό­θεση με επίκεντρο ή αφετηρία αυτήν που το καθένα τους ανακάλυψε.

Στην περίπτωση των ποιημάτων επιδιώκουμε ν’ αναδειχθεί η ιδιό­τητα του ποιητικού λόγου να δημιουργεί στην αναγνωστική αντίληψη απο­κλίνουσες παραστάσεις,[13] να κινητοποιεί τη φαντασία, αξιοποιώντας τις εμπειρίες, τις γνώσεις και τα χαρακτηριστικά μας. Στο παιχνίδι των «μαγι­κών εικόνων», αφού ολοκληρωθεί η ακρόαση των στίχων κατά την οποία τα παιδιά κάθονται αναπαυτικά στη μοκέτα, κρατώντας τα μάτια κλειστά, προκειμένου να παρακολουθήσουν απερίσπαστα ό,τι περιγράφει ο ποιητής, στη συνέχεια αναφέρονται στις διαφορετικές εικόνες που είδαν, καθώς άκουγαν τις ίδιες λέξεις. Έτσι προκύπτει η ποικιλία των αναγνώσεων, οι ανεξάντλητες ερμηνευτικές εκδοχές που επιτρέπει η ποίηση. Συχνά μάλιστα οι μαθητές αφηγούνται τις εντυπώσεις τους από το ποίημα, φορώντας τα «γυαλιά της Φαντασίας», ένα πολύχρωμο σκελετό γυαλιών που, επειδή όπως θεωρούν ανήκει στην κυρία Φαντασία, διευκολύνει να σχηματίζονται στην αντίληψή τους εξαιρετικά ενδιαφέρουσες, πρωτότυπες εικόνες. Τέλος, προκειμένου τα παιδιά να αποδειχθούν ευφάνταστα εκφράζοντας την αντα­πόκρισή τους σε κάποιο ποιητικό κείμενο, επιχειρούν «βουτιές στον ωκεανό της Φαντασίας» ή αντίστοιχα «πτήσεις στον ουρανό της Φαντασίας». Κάθε μαθητής δηλαδή αναφέρεται στο ποίημα, ευρισκόμενος στο κεντρικότερο σημείο της αίθουσας, όπου έχουμε οριοθετήσει τον ωκεανό ή τον ουρανό της  Φαντασίας, με την τοποθέτηση διαφόρων πολύχρωμων υφασμάτων.

Πέρα από το γεγονός ότι όποιος ανταποκρίνεται στο έργο, τίθεται στο επίκεντρο της προσοχής ολόκληρης της σχολικής τάξης,[14] οι μαθητές εκφράζουν με ιδιαίτερη υπευθυνότητα την ανταπόκρισή τους, επειδή επι­πλέον αυτή καταγράφεται  από το δάσκαλο άμεσα, με ακρίβεια, προκειμέ­νου στη συνέχεια να δημοσιευτεί. Η βαρύτητα που ο ίδιος ο δάσκαλος απο­δίδει στον παιδικό λόγο, ενισχύοντας έτσι την υπευθυνότητα των μαθητών του και κατ’ επέκταση συνεισφέροντας στη σταδιακή αναβάθμιση της ποιό­τητας της σκέψης και έκφρασής τους, φανερώνεται επίσης από τις διευκρι­νιστικές ερωτήσεις που θέτει όταν διαπιστώνει ασάφειες ή ανακρίβειες στις αφηγήσεις τους,[15] από το ότι συχνά επαναλαμβάνει όσα έχει καταγράψει, ώστε να τους δώσει τη δυνατότητα να συμπληρώσουν ή να διορθώσουν το κείμενό τους, από το ειλικρινές «Ευχαριστώ» του όταν ολοκληρώνουν την ανταπόκρισή τους κ.λπ.

Η εξοικείωση των μαθητών με τα λογοτεχνικά έργα τα οποία προ­σεγγίζουμε  με κίνητρο τις παραπάνω παιγνιώδεις δραστηριότητες, αλλά και γενικότερα με το λογοτεχνικό φαινόμενο, η απόλαυση, η ευχαρίστηση που αισθάνονται στο πλαίσιο της εν λόγω διδασκαλίας των κειμένων, η καλλιέργεια της φαντασίας και της λεκτικής έκφρασής τους καθώς και η ψυ­χική και κοινωνική ωρίμασή τους, που προκύπτουν ως συνέπεια της ανα­γνωστικής εμπειρίας η οποία προσφέρεται στο σχολείο, μαρτυρούνται από ποικίλες εκδηλώσεις τους. Κατά τη διάρκεια των διαλειμμάτων, στο πούλ­μαν και αλλού απαγγέλλουν ρυθμικά τον «Παπαγάλο» του Παπαντωνίου, τη «Σακαράκα» της Καρθαίου, ακόμη και την «Καταστροφή των Ψαρών» του Σολωμού. Με δική τους αποκλειστικά πρωτοβουλία εικονογραφούν αυ­τοσχέδια βιβλία που αναφέρονται στις αγαπημένες τους ιστορίες, δραματο­ποιούν αφηγηματικές σκηνές που τους έχουν συναρπάσει,  πλάθουν με πλαστελίνη τους δημοφιλέστερους ήρωες. Στο αποκριάτικο πάρτι του σχο­λείου συνδέουν τις μεταμφιέσεις τους με τα διάφορα λογοτεχνικά πρόσωπα, δηλώνουν για παράδειγμα ότι έχουν ντυθεί Τομ Τιριτόμ ή Ευτυχισμένο Σκιάχτρο, από τα βιβλία των Μπουλώτη και Σάντρα Χορν αντίστοιχα. Τις βροχερές μέρες αναρωτιούνται «γιατί το σύννεφο έβαλε τα κλάματα», υιο­θετώντας τον τίτλο του βιβλίου της Μαντούβαλου. Συχνά, δε, παίζουν με­ταξύ τους το μάθημα της Λογοτεχνίας με το συγκεκριμένο τρόπο που διε­ξάγεται στην τάξη μας. Κάποιος δηλαδή παρουσιάζει στους υπόλοιπους ένα ήδη γνωστό τους εικονογραφημένο βιβλίο ή ποίημα και στη συνέχεια τους προσφέρει διαδοχικά τα «γυαλιά της Φαντασίας», το «μαγικό εισιτήριο» κ.λπ. Αφού διατυπώσει τις γενικές ερωτήσεις που συνήθως γίνονται από το δάσκαλο – μιμούμενος μάλιστα με εξαιρετική πιστότητα τον τόνο και τη χροιά της φωνής του –, στη συνέχεια καταγράφει τις αποκρίσεις των συμ­μαθητών του, συμπληρώνοντας πάντα στο τέλος το όνομα του ερωτώμενου. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι όλοι όσοι εκφράζουν την ανταπόκρισή τους στο πλαίσιο του παραπάνω ελεύθερου παιχνιδιού, συμμετέχουν με την ίδια σοβαρότητα και προθυμία που εμφανίζουν και όταν η συγκεκριμένη δραστηριότητα πραγματοποιείται προγραμματισμένα ως μάθημα.

Καθώς με το πέρασμα του χρόνου οι μαθητές εξοικειώνονται όλο και περισσότερο με τη διαδικασία της λογοτεχνικής προσέγγισης, οι ερωτή­σεις που τίθενται από το δάσκαλο συνεχώς περιορίζονται, ενώ παράλληλα οι αφηγήσεις τους επεκτείνονται, εμπλουτίζονται, γίνονται σαφέστερες και πιο συγκροτημένες. Ιδιαίτερα ενθουσιώδεις εμφανίζονται οι αντιδράσεις των μαθητών για τα δημοσιευμένα κείμενά τους.[16]

Η ελεύθερη, αβίαστη έκφραση της αναγνωστικής ανταπόκρισης στη σχολική τάξη συνετέλεσε ιδιαίτερα στην ουσιαστική επικοινωνία και την ανάπτυξη ισχυρότατων δεσμών μεταξύ των μελών της μαθητικής κοινότη­τας, καθώς τα παιδιά αναφερόμενα στην αφηγηματική υπόθεση ως πρό­σωπα άμεσα συμμετέχοντα σε αυτήν, εκδηλώνουν τις επιθυμίες, τα συναι­σθήματα και τις σκέψεις τους, αποκαλύπτοντας τον εαυτό τους και ταυτό­χρονα ανακαλύπτοντάς τον και τα ίδια.[17]

Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να τονίσω ότι σε κάθε περίπτωση που εφαρμόστηκε το παραπάνω πρόγραμμα διδασκαλίας της λογοτεχνίας, δεν θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για ιδανικές συνθήκες. Ωστόσο τα ποικίλα προβλήματα ξεπεράστηκαν χάρη στην αποφασιστικότητα μαθητών και δασκάλου που από την πρώτη στιγμή απολάμβαναν τρομερά τη συμμετοχή τους στις δραστηριότητες αυ­τές.

Κλείνουμε με την παράθεση της ανταπόκρισης των παιδιών ενδει­κτικά σε δύο κείμενα, ένα σύγχρονο εικονογραφημένο βιβλίο που πραγμα­τεύεται κάποιο κοινωνικό ζήτημα  κι ένα παλαιότερο ποίημα το οποίο ανα­φέρεται στο φυσικό κόσμο. Στο βιβλίο της Ειρήνης Μάρρα «Ο Πολικός και η Μελένια» (εκδ. Ελληνικά Γράμματα), ένας αρκούδος από το Νότιο Πόλο και μια αρκούδα του δάσους ζουν μαζί με τα τέσσερα παιδιά τους στον παραθαλάσσιο τόπο όπου γνωρίστηκαν. Όμως την οικογενειακή  ευτυχία τους σκιάζει η έντονη νοσταλγία που ο καθένας τους νιώθει για τη μακρινή του πατρίδα. Τ’ αρ­κουδάκια, προκειμένου να δουν τους γονείς τους ευτυχισμένους, προτείνουν να επιστρέψουν και οι δύο στους τόπους καταγωγής τους, φροντίζοντας ωστόσο παράλληλα να βρεθούν τρόποι που θα διατηρήσουν ισχυρούς τους δεσμούς της οικογένειας. Στην πλειοψηφία τους οι μαθητές επέλεξαν να μη διασπαστεί η οικογένεια, αφού, όπως διαβεβαίωσαν, όλα τα μέλη της ήταν ικανά να ζήσουν μόνο στους πάγους ή μόνο στο δάσος. Λιγότεροι ήταν οι μαθητές που εμφάνισαν τα διάφορα αφηγηματικά πρόσωπα πρόθυμα να εναλλάσσουν κατά διαστήματα τον τόπο διαμονής τους, προκειμένου και ο Πολικός και η Μελένια να νιώθουν εξίσου ικανοποιημένοι. Ελάχιστα νήπια τέλος προτίμησαν οι ήρωες να ζήσουν μακριά από τους αγαπημένους τους, για να μην στερηθούν τις ανέσεις τους και να μην αλλά­ξουν τις συνήθειές τους.

Η Άννα, μιλώντας ως Νία, μικρότερο παιδί της αρκουδοοικογένειας, φαντάστηκε πως αυτόν τον καιρό, όπως κάθε Χειμώνα, βρίσκεται με τους γονείς της στον Πόλο. Η Μελένια φορά το παλτό της για να μην κρυώνει και έχει ζωγραφίσει λουλούδια, για να θυμάται το δάσος. Άλλωστε έχει κο­ντά της τη γιαγιά και τον παππού, που ήρθαν να γνωρίσουν τους πάγους. Την Άνοιξη θα ταξιδέψουν όλοι στο δάσος. Ο Πολικός υποφέρει εκεί, αλλά αντέχει, επειδή αγαπά τη γυναίκα του. Η Άρτεμη ανέφερε την εξής εκδοχή, υποδυόμενη τη Μελένια: «Βρισκό­μαστε στο δάσος όλη η οικογένεια. Δεν θα φύγουμε ποτέ από δω, γιατί εί­ναι ο τόπος μας. Ο άντρας μου πριν με γνωρίσει, είχε ταξιδέψει μια φορά στον Πόλο. Αργότερα, μας πήγε εκεί κι εμένα με τα παιδιά, για να δούμε τους πάγους. Το δάσος όμως αρέσει σε όλους μας καλύτερα». Ο Γιώργος αφηγείται ως Πολικός πως ζει μόνος στους πάγους, όπου περνά τον καιρό του ψαρεύοντας. Κάθε Σάββατο ταξιδεύει στο δάσος, για να δει την οικογένειά του. Παίρνει πάντα μαζί του και μερικά ψάρια, γιατί δεν μπορεί να φάει λαχανικά, όπως τρώει η Μελένια. Η γυναίκα του και τα παιδιά δεν έχουν γνωρίσει τον Πόλο, επειδή φοβούνται το κρύο. Έτσι ο Πολικός θα ζει μόνος, ώσπου να μεγαλώσει ο γιος του, ο Μελέ, που θα προτιμήσει να μείνει κοντά στον πατέρα του.

Στο «Αγροτικό» του Ζαχαρία Παπαντωνίουτο φεγγάρι φωτίζει διαδο­χικά διάφορα σημεία του χώρου σαν κινούμενος προβολέας, δημιουρ­γώντας ειδυλλιακές εικόνες. Καθώς εμφανίζεται στο ποίημα ως δρων πρόσωπο, επιτρέπεται στον αναγνώστη να ταυτιστεί μαζί του, ν’ αποκο­μίσει την εντύπωση ότι έρχεται ο ίδιος σε άμεση επαφή με το συγκεκρι­μένο αγροτικό τοπίο που περιγράφεται.

Στην πλειοψηφία των παιδικών αφηγήσεων το φεγγάρι προσωποποιού­μενο μπλέκεται σε απίστευτες περιπέτειες με άλλα ουράνια σώματα, άγρια ζώα κ.λπ. ή απλώς συντροφεύει τους μαθητές στον ύπνο, στο παι­χνίδι και σε ποικίλες άλλες δραστηριότητές τους. Ο Άγγελος βλέπει την αστυνομία ν’ απλώνει ένα δίχτυ για να πιάσει το φεγγάρι, που ετοιμάζεται να πέσει στο γκρεμό. Όμως το δίχτυ είναι μι­κρό και δεν καταφέρνει να το προστατέψει. Έπειτα το φεγγάρι γλιστρά και πέφτει μέσα στη θάλασσα, αλλά επειδή κρυώνει, γυρίζει πίσω στον ουρανό.  Ο Νίκος, επηρεασμένος προφανώς από τον τελευταίο στίχο, αφηγείται με τη σειρά του ότι ο σκύλος του γαβγίζει και δεν τον αφήνει να κοιμηθεί. Σηκώνεται λοιπόν από το κρεβάτι του και βλέ­πει στον ουρανό το φεγγάρι να έχει κολλήσει με τον ήλιο. Δεν είναι νύ­χτα ούτε όμως μέρα, έχει μισό φεγγάρι και μισό ήλιο, είναι  ηλιο­φέγ­γαρο.

Βιβλιογραφία

Ελληνόγλωσση

  • Αποστολίδου Β., Πασχαλίδης Γ., Χοντολίδου Ε., «Η Λογοτεχνία στην Εκπαίδευση: Προϋποθέσεις για ένα νέο πρόγραμμα διδασκαλίας», Σύγχρονα Θέματα, τ. 57, 1995, σσ. 78-85.
  • Καλλέργης Η., Προσεγγίσεις στην Παιδική Λογοτεχνία, Αθήνα, Καστανιώτης, 1995.
  • Κάλφας Α., Ο Μαθητής ως Αναγνώστης. Λογοτεχνική θεωρία και διδακτική πράξη, Θεσσαλονίκη, Τα τραμάκια, 1993.
  • Κατσίκη-Γκίβαλου Α., Το Θαυμαστό Ταξίδι, Αθήνα, Πατάκης, 1995.
  • Κουλουμπή-Παπαπετροπούλου Κ., «Η Ποίηση στο Νηπιαγωγείο», Η Παιδική Λογοτεχνία και το μικρό παιδί, Αθήνα, Καστανιώτης, 1988, σσ. 85-102.
  • Μπενέκος Α., Ζαχαρίας Παπαντωνίου. Ένας σταθμός στην Παιδική Λογοτεχνία, Αθήνα, Δίπτυχο, 1981.
  • Ποσλανιέκ Κ., Να δώσουμε στα παιδιά την όρεξη για διάβασμα, μτφρ. Σ. Αθήνη, Αθήνα, Καστανιώτης, 1992.
  • Σπινκ Τ., Τα παιδιά ως αναγνώστες, μτφρ. Κ. Ντελόπουλος, Αθήνα, Καστανιώτης, 1990.
  • Τζιόβας Δ., Μετά την αισθητική: Θεωρητικές δοκιμές κι ερμηνευτικές αναγνώσεις της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Αθήνα, Γνώση, 1987.

Ξενόγλωσση

  • Booth W., The Rhetoric of Fiction, Middlesex, Penguin Books, 1987.
  • Culler J., Structuralist Poetics: Structuralism, Linguistics, and the Study of Literature, Ithaca, Cornell University Press, 1975.
  • Fish S., “Interpreting the Variorum”, Critical Inquiry 2, Spring 1976, The University of Chicago Press, σσ. 465-485.
  • Holland N., “Unity Identity Τext Self”, PMLA 90, v. 5, October 1975, σσ. 813-822.
  • Iser W., The Act of Reading. A theory of aesthetic response, Baltimore and London, The Johns Hopkins University Press, 1991.
  • Iser W., The Implied Reader. Patterns of Communication in Prose Fic­tion from Bunyan to Beckett, Baltimore and London, The Johns Hop­kins University Press, 1990.

Σημειώσεις

[1]     Iser W., The Act of Reading, Baltimore and London, The Johns Hopkins Uni­versity Press, 1991, σσ. 37, 118 – Iser W., The Implied Reader, Baltimore and London, The Johns Hopkins University Press, 1990, σς. 55, 231, 280 – Booth W., The Rhetoric of Fiction, Middlesex, Penguin Books, 1987, σ. 136.

[2]     Iser W., The Implied Reader. ό.π., σ. 31.

[3]     Booth W., ό.π., σσ. 71, 79, 131, 396-398.

[4]     Iser W., ό.π., σ. 37 – Riffaterre M., “Describing Poetic Structures: The Ap­proaches to Baudelaire’s “Les Chats”, Reader-Response Criticism, επιμ. J. P. Tompkins, Baltimore and London, The Johns Hopkins University Press, 1988, σσ. 38-39 – Κάλφας Α., Ο μαθητής ως ΑναγνώστηςΛογοτεχνική Θεωρία και Διδακτική Πράξη, Θεσσαλονίκη, Τα τραμάκια, 1993, σ. 40.

[5]     Fish S., «Interpreting the Variorum”, Reader – Response Criticism, ό.π., σσ. 167, 173, 176, 178 – Holland N., “Unity Identity Text Self”, Reader – Re­sponse Criticism, ό.π., σσ. 119, 123-126 – Τζιόβας Δ., Μετά την αισθητική: Θεωρητικές δοκιμές κι ερμηνευτικές αναγνώσεις της Νεοελληνικής Λογοτε­χνίας, Αθήνα, Γνώση, 1987, σσ. 239, 246.

[6]     Για «φιλολογική ικανότητα» του αναγνώστη κάνει λόγο ο Culler (Culler J., “Literary Competence”, ReaderResponse Criticism, ό.π., σσ. 102, 109, 115).

[7]     Κατσίκη-Γκίβαλου Α., ό.π. σ. 69.

[8]     Αναφέρομαι συγκεκριμένα στο 2ο Νηπιαγωγείο Μαγούλας κατά το σχολικό έτος 2000-2001 και στο 4ο Νηπιαγωγείο Ασπροπύργου για την επόμενη σχο­λική χρονιά, 2001-2002.

[9]     Κατσίκη-Γκίβαλου Α., ό.π., σ. 66.

[10]    Σπινκ Τ., Τα παιδιά ως αναγνώστες, μτφρ. Κ. Ντελόπουλος, Αθήνα, Καστα­νιώτης, 1990, σσ. 53-57.

[11]    Ποσλανιέκ Κ., Να δώσουμε στα παιδιά την όρεξη για διάβασμα, μετφρ. Σ. Αθήνη, Αθήνα, Καστανιώτης, 1992, σσ. 75-79.

[12]    Για τη διαδικασία της ταύτισης βλ. Booth W. ό.π., σσ. 278-281, 378.

[13]    Η εικονοπλαστική δύναμη του ποιητικού λόγου, ιδιαίτερα όταν αυτός απευθύ­νεται κυρίως σε παιδιά, επισημαίνεται από τον ποιητή Τσουκόφσκι (Κουλου­μπή-Παπατετροπούλου Κ., «Η ποίηση στο Νηπιαγωγείο», Η Παιδική Λογοτε­χνία και το μικρό παιδί, Αθήνα, Καστανιώτης, 1988, σ. 93), τον Αντώνη Μπε­νέκο (Μπενέκος Α., Ζαχαρίας Παπαντωνίου. Ένας σταθμός στην Παιδική Λο­γοτεχνία, Αθήνα, Δίπτυχο, 1981, σσ. 109-166), τον Ηρακλή Εμμ. Καλλέργη (Καλλέργης Η., Προσεγγίσεις στην Παιδική Λογοτεχνία, Αθήνα, Καστανιώ­της, 1995, σσ. 22, 35), κ.ά.

[14]    Η τοποθέτηση του παιδιού-αναγνώστη στο κέντρο του ενδιαφέροντος, ο σεβα­σμός της ιδιαιτερότητάς του, η αναγνώριση του σημαντικού ρόλου που δια­δραματίζει στη λογοτεχνική επικοινωνία επισημαίνονται από την Άντα Κα­τσίκη-Γκίβαλου (Κατσίκη-Γκίβαλου Α., ό.π. σ. 70).

[15]    Ο δάσκαλος ενεργεί ως συντονιστής, «συνομιλητής», αντιμετωπίζει τους μα­θητές του ισότιμα (Αποστολίδου Β., Πασχαλίδης Γ. και Χοντολίδου Ε., «Η λογοτεχνία στην εκπαίδευση. Προϋποθέσεις για ένα νέο πρόγραμμα διδασκα­λίας», Σύγχρονα Θέματα, τ. 57, 1995, σ. 81).

[16]    Τα κείμενα δημοσιεύονται κυρίως στο περιοδικό Λαμπηδόνα του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Ασπροπύργου, όπου η πρόσβαση των παιδιών της περιο­χής είναι ιδιαίτερα εύκολη, με γενικό τίτλο «Τα παιδιά διαβάζουν λογοτεχνικά κείμενα».

[17]    Κατά τη λογοτεχνική ανάγνωση έχουμε την ευχέρεια να παρακολουθούμε τον εαυτό μας εμπλεκόμενο στα αφηγηματικά γεγονότα που βρίσκονται σε εξέ­λιξη, να τον παρατηρούμε ως δρων υποκείμενο (Iser W., The Act of Reading, ό.π., σσ. 128, 134).

Κατηγορίες: Διδακτική, Εισήγηση σε συνέδριο, Εκπαιδευτικά Προγράμματα, Πεζογραφία, Ποίηση, Φιλαναγνωσία | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο ΜΑΘΗΤΕΣ – ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΜΙΑΣ ΑΠΟΠΕΙΡΑΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ (εισήγηση σε συνέδριο)

                                    

Κατηγορίες: Χωρίς κατηγορία | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο

Πλανήτες -Γη -Σελήνη

Μιλήσαμε για τους πλανήτες και τον μεγάλο αστέρι τον ήλιο μας που μας φωτίζει και μας ζεσταίνει.

Εντοπίστηκε πλανήτης με «γήινα» χαρακτηριστικά (φωτο ...

Είδαμε το σχετικό βίντεο

 

Μιλήσαμε για τον δορυφόρο μας τη σελήνη και τις φάσεις της.

Είδαμε το σχετικό βίντεο

Αφηγηθήκαμε το βιβλίο ο φεγγαροσκεπαστής του Eric Puybaret

Ο ΦΕΓΓΑΡΟΣΚΕΠΑΣΤΗΣ

Κατηγορίες: Χωρίς κατηγορία | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Πλανήτες -Γη -Σελήνη

Η δημιουργική γραφή μαθητών και εκπαιδευτικών κατά τη διδασκαλία της ποίησης (Εισήγηση σε συνέδριο)

Η δημιουργική γραφή μαθητών και εκπαιδευτικών κατά τη διδασκαλία της ποίησης 

Ελένη Ηλία Δρ. Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, ΕΚΠΑ 

7ο Πανελλήνιο Συνέδριο 

Εκπαίδευση και Πολιτισμός στον 21ο αιώνα

Πρακτικά Συνεδρίου Τόμος Β΄ 

ISBN: 978-618-5458-53-9

ISBN SET: 978-618-5458-51-5

Αθήνα 2022, σελ. 87-95

https://ekedisy.gr/praktika-7oy-panellinioy-synedrioy…/

ΕΚΕΔΙΣΥ 2022

Περίληψη

Η δημιουργικότητα του αναγνωστικού ρόλου θα μπορούσε να οριστεί ως το πρώτιστο κριτήριο της λογοτεχνικότητας.  Κατά συνέπεια, στη διδασκαλία κάθε μορφής λογοτεχνικού κειμένου, βασική επιδίωξη συνιστά η συνειδητοποίηση από τον εκπαιδευόμενο, της ενεργητικής εμπλοκής του στην αναγνωστική διαδικασία. Προκειμένου να γίνει αντιληπτή, να ενθαρρυνθεί και να αναδειχθεί η αναγνωστική δημιουργικότητα, προτείνεται  η αξιοποίηση της δημιουργικής γραφής στη λογοτεχνική διδασκαλία. Εστιάζοντας εδώ ειδικότερα στη διδασκαλία της ποίησης, τα προτεινόμενα εκπαιδευτικά προγράμματα δημιουργικής γραφής αξιοποιούν την εικονοπλαστική ιδιότητα του ποιητικού λόγου, που καλλιεργεί στο έπακρο την αποκλίνουσα σκέψη. Οι εικόνες που σχηματίζονται στην αναγνωστική αντίληψη στο άκουσμα των στίχων, δεν είναι κοινές για όλους, αντίθετα καθορίζονται σε τεράστιο βαθμό από τη φαντασία, τις εμπειρίες, τις προσδοκίες και τις επιθυμίες του καθενός. Η διδασκαλία των ποιημάτων αποσκοπεί να προτρέψει το σύνολο των διδασκομένων να αναφερθούν στην προσωπική τους εμπειρία από την ακρόαση του ποιήματος. Τα συγκεκριμένα εκπαιδευτικά προγράμματα που παρουσιάζονται, έχουν εφαρμοστεί τόσο σε  μαθητές όσο και σε εκπαιδευτικούς. Όλοι οι συμμετέχοντες  παράγουν κείμενα δημιουργικής γραφής για τις διαφορετικές αυτές εικόνες των ποιημάτων. Έτσι, αφενός βιώνουν πληρέστερα την απόλαυση και τη συγκινησιακή φόρτιση που προσφέρει η αναγνωστική δημιουργικότητα και αφετέρου οδηγούνται σε ουσιαστικότερη επικοινωνία με τους γύρω τους. Τα κείμενα δημιουργικής γραφής μαθητών και εκπαιδευτικών παρατίθενται δειγματοληπτικά για διάφορα ποιήματα των Ρίτσου, Ελύτη, Βιζυηνού και Λαπαθιώτη. Η δημιουργική γραφή που εκτυλίσσεται με ερέθισμα τον ποιητικό λόγο, αποδεικνύει την ιδιότητα της ποίησης να κινητοποιεί πλήρως τη φαντασία παιδιών και ενηλίκων. Στην περίπτωση των εκπαιδευτικών ειδικότερα, οι σχετικές δραστηριότητες πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της βιωματικής μάθησης, με απώτερο στόχο,  έχοντας οι ίδιοι εξοικειωθεί πλήρως με αυτές, να τις εφαρμόζουν ως εμψυχωτές στη σχολική τάξη. Η συγκεκριμένη επιλογή απορρέει από την πεποίθηση ότι ο ρόλος των εκπαιδευτικών είναι καθοριστικός για την επιτυχή έκβαση  εκπαιδευτικών προγραμμάτων που αφορούν στη λογοτεχνία.

Λέξεις κλειδιά: δημιουργική γραφή, ποίηση, μαθητές, εκπαιδευτικοί.

1. Εισαγωγή

Ο ρόλος του αναγνώστη στη λογοτεχνία είναι κατεξοχήν δημιουργικός (Iser, 1990). Κάθε λογοτεχνική ανάγνωση είναι μοναδική και ανεπανάληπτη, εφόσον οι αναγνώστες διαφέρουν μεταξύ τους ως προς τις εμπειρίες, αναγνωστικές και μη, τα χαρακτηριστικά, τις επιθυμίες,  τη φιλολογική ικανότητα (Culler, 1988). Αλλά και ο ίδιος αναγνώστης προσεγγίζει με διαφορετική  διάθεση ένα συγκεκριμένο έργο άλλη χρονική στιγμή (Τζιόβας, 1987). Ο αναγνώστης ως συνδημιουργός του λογοτεχνήματος συμβάλλει στην ανεξάντλητη φύση του και στη διαχρονικότητά του.  Η επαφή του με το λογοτεχνικό  έργο έχει παράλληλα για τον ίδιο το χαρακτήρα βιώματος, οπότε συντελεί στην αυτογνωσία του. Ο τρόπος που επιλέγεται για τη διδασκαλία της λογοτεχνίας, είναι κατά συνέπεια εξαιρετικά σημαντικό να συμβαδίζει με την ιδιαιτερότητά της, να υπαγορεύεται από τη φύση της, να παρέχει ευκαιρίες, δυνατότητες και κίνητρα στον εκπαιδευόμενο αναγνώστη, ώστε αυτός να διαδραματίσει και να συνειδητοποιήσει το δημιουργικό ρόλο του.

Στο πλαίσιο αυτό η παρούσα εργασία επικεντρώνεται στην αξιοποίηση της δημιουργικής γραφής από μαθητές και εκπαιδευτικούς, ειδικότερα κατά τη διδασκαλία της ποίησης. Όταν η παραγωγή πρωτότυπου αφηγηματικού λόγου με την αξιοποίηση θεωριών από το χώρο της αφηγηματολογίας και της κειμενογλωσσολογίας συνδυάζεται με την ποιητική διδασκαλία, προκύπτουν αβίαστα η αποτελεσματικότητα και η απόλαυσή της.

Η δυνατότητα των εκπαιδευτικών να βιώσουν προσωπικά την εμπειρία της δημιουργικής γραφής με επίκεντρο ποιητικά έργα,  πριν ασκήσουν τον εμψυχωτικό ρόλο τους στην εξέλιξη των εκπαιδευτικών προγραμμάτων που απευθύνονται στους μαθητές τους, είναι πολύτιμη για την επιτυχή διδασκαλία της ποίησης (Πενάκ, 1996).

2. Στοιχεία υλοποίησης 

Τα εκπαιδευτικά προγράμματα όπου οι εκπαιδευτικοί, νηπιαγωγοί και δάσκαλοι, συμμετείχαν, παράγοντας κείμενα δημιουργικής γραφής με ερέθισμα κάποιο ποιητικό έργο, ήταν ημερήσιας διάρκειας. Σε δύο περιπτώσεις τα προγράμματα εκτυλίχθηκαν στο πλαίσιο επιμορφωτικών ημερίδων, που διοργανώθηκαν από συμβούλους εκπαίδευσης. Το πρώτο πραγματοποιήθηκε στο Αιγάλεω, με τη συμμετοχή διακοσίων σαράντα νηπιαγωγών της Αττικής. Το δεύτερο πραγματοποιήθηκε στο Ναύπλιο και το παρακολούθησαν  όλοι οι εκπαιδευτικοί Δημοτικής Εκπαίδευσης του νομού Αργολίδας. Το τρίτο πρόγραμμα υλοποιήθηκε με νεοδιόριστους νηπιαγωγούς στο 3ο Π.Ε.Κ. Αθήνας, κατά τη Β’ φάση της εισαγωγικής επιμόρφωσης το 2004.

Τα παιδικά κείμενα αντίθετα, παράχθηκαν στο πλαίσιο εκπαιδευτικών προγραμμάτων μακράς διάρκειας από μαθητές τριών δημοσίων νηπιαγωγείων της Αττικής στο περιβάλλον της σχολικής τάξης.

3. Στόχοι/επιδιώξεις

Η συνειδητοποίηση από μέρους των εκπαιδευομένων της ιδιότητας του ποιητικού λόγου να κινητοποιεί την ανθρώπινη φαντασία. Επίσης η βίωση της απόλαυσης που προσφέρει η δημιουργικότητα του αναγνωστικού ρόλου.

Η καλλιέργεια της δημιουργικής σκέψης, η γλωσσική ανάπτυξη και ειδικότερα η καλλιέργεια της αφηγηματικής ικανότητας.

Η κατανόηση ειδικότερα από τα νήπια της σύνδεσης ανάμεσα στον προφορικό και το γραπτό λόγο, της ιδιότητας του γραπτού λόγου να αναπαριστά τον προφορικό. Επίσης η ανάπτυξη της ικανότητας των νηπίων να συνεργάζονται και να επικοινωνούν, μέσα από την έκφραση των χαρακτηριστικών, των εμπειριών και των επιθυμιών τους, με επίκεντρο το ποίημα.

4. Μεθοδολογία των εκπαιδευτικών προγραμμάτων 

Η ποίηση περιλαμβάνει πλήθος εικόνων (Μπενέκος, 1981). Οι εικόνες συνιστούν ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά του ποιήματος και το πλέον ισχυρό επικοινωνιακό εργαλείο για τον ποιητή. Η χρησιμοποίησή τους βοηθά στην ερμηνεία των μεταφορών του ποιητικού λόγου. Η οπτική σκέψη και αντίληψη συμβάλλει στην κατανόηση εννοιών, που ίσως να παρέμεναν ασαφείς (Anderson, 2006). Η εικονοπλαστική ιδιότητα  της ποίησης επιπλέον συμβαδίζει απόλυτα με το γεγονός ότι τα παιδιά σκέφτονται μέσα από εικόνες (Καλλέργης, 1995).

Η συγκεκριμένη παιδαγωγική παρέμβαση για τη διδασκαλία της ποίησης επικεντρώνεται κατά συνέπεια στην εικονοπλαστική  ιδιότητά της. Χρησιμοποιώντας τα κειμενοκεντρικά διδακτικά μοντέλα, οι μαθητές  καθίστανται σταδιακά ικανότεροι στην παραγωγή αφηγηματικών κειμένων.  Στη δημιουργική γραφή με επίκεντρο το ποίημα, οι εκπαιδευόμενοι αναφέρονται στις εικόνες του έχοντας τη δυνατότητα της δημιουργικής μίμησης, της τροποποίησης ή της ανατροπής τους (Ματσαγγούρας, 2001).

Η διδασκαλία των ποιημάτων παρουσιάζεται ως ένα παιχνίδι, που αποκαλείται  οι μαγικές εικόνες. Οι εικόνες που σχηματίζονται στην αντίληψη των αναγνωστών  κατά την ακρόαση ή την ανάγνωση των στίχων, χαρακτηρίζονται μαγικές, ακριβώς επειδή δεν είναι κοινές για όλους αλλά διαφοροποιούνται καθοριστικά από τη φαντασία του καθενός.

Προκειμένου το σύνολο των εκπαιδευομένων να διακρίνει καλύτερα τις εικόνες που αποτυπώνονται στο ποίημα, συνιστάται κατά την πρώτη παρουσίασή του, να γίνεται απαγγελία του είτε από τον εκπαιδευτικό είτε από κάποιον από τους εκπαιδευόμενους που έχει προετοιμαστεί σχετικά.  Επίσης, θα ήταν προτιμότερο οι μαθητές να ακούν την απαγγελία με κλειστά μάτια,  ώστε να μην αποσπάται η προσοχή τους από διάφορα οπτικά ερεθίσματα.

Εναλλακτικά, αν κατά την ακρόαση του ποιήματος οι μαθητές φορούν τα γυαλιά της Φαντασίας,  παροτρύνονται να βλέπουν διαφορετικά ο καθένας τις ποιητικές εικόνες (Ηλία, 2003). Προς την ίδια κατεύθυνση συμβάλλει σημαντικά και η διαμόρφωση ολόκληρης της σχολικής αίθουσας ή κάποιου μέρους της σε ωκεανό ή ουρανό της φαντασίας (Ηλία & Ματσαγγούρας, 2006). Στα εκπαιδευτικά προγράμματα μακράς διάρκειας, η μετατροπή της αίθουσας συμβαίνει την πρώτη φορά όταν οι μαθητές απουσιάζουν, οπότε προκαλείται έκπληξη και απορία. Τις επόμενες φορές, στη διαδικασία της διαμόρφωσης του σχολικού χώρου σε ωκεανό ή ουρανό της Φαντασίας, συμμετέχουν οι ίδιοι οι μαθητές με τις ιδέες και τις δράσεις τους. Η διαμόρφωση μπορεί πλέον να γίνεται όχι μόνο προγραμματισμένα αλλά και έκτακτα, εφόσον οι μαθητές εκφράζουν έντονη επιθυμία.

Τέλος, ένας ακόμη τρόπος για να γίνει αντιληπτό από τους μαθητές πόσο διαφορετικές είναι για τον καθένα τους οι εικόνες που αποδίδονται στο ποίημα, θα ήταν να τις ζωγραφίσουν όπως τις φαντάζονται, και στη συνέχεια αυτές να τοποθετηθούν μαζί. Κάθε ένας από τους συμμαθητές θα επιλέγει κάποια από τις αντίστοιχες ζωγραφιές, εκτός από τη δική του, για να την περιγράψει. Εφόσον οι εικόνες που δημιουργούνται στη σκέψη των εκπαιδευομένων κατά την ακρόαση του ποιήματος οπτικοποιούνται και περιγράφονται από τους συμμαθητές/συναδέρφους, διευρύνεται ο συλλογικός διάλογος με το συγκεκριμένο ποίημα. Ταυτόχρονα, προσδίδεται στη ζωγραφική έκφραση των συμμετεχόντων ιδιαίτερη βαρύτητα, εφόσον αυτή ουσιαστικά συνιστά μια ποιητική ανάγνωση

5.Διδακτικό υλικό 

Τα ποιήματα που επιλέχτηκαν να παρουσιαστούν στα νήπια, έχουν μέτρο και ομοιοκαταληξία, οπότε είναι περισσότερο προσιτά σε αυτή την ηλικία, σύμφωνα με τον ποιητή Τσουκόφσκι (Κουλουμπή-Παπαπετροπούλου, 1988).

Το ποίημα «Αρχιτέκτων», του Γεωργίου Βιζυηνού, απευθύνεται συνειδητά από το δημιουργό του στο παιδικό αναγνωστικό κοινό. Πρόκειται για ποίημα υψηλής αισθητικής ποιότητας, χωρίς διδακτισμό, οπότε ο σύγχρονος εκπαιδευτικός άνετα θα μπορούσε να το συμπεριλάβει στη διδασκαλία του. Σε αυτό παρουσιάζεται ένα μικρό παιδί να περιγράφει μ’ ενθουσιασμό το παιχνίδι του, ακριβέστερα τις κατασκευές του με παιδαγωγικό υλικό. Ο χιουμοριστικός τίτλος του ποιήματος, καθώς κατά την ανάγνωσή του διαπιστώνεται ότι με τη λέξη «αρχιτέκτων» χαρακτηρίζεται ένα μικρό παιδί που κάνει εφήμερες κατασκευές στο παιχνίδι του, συμβάλλει επίσης στη διαχρονικότητά του. Από τους στίχους προκύπτει τόσο ο πρωταρχικός ρόλος της παιδικής φαντασίας όσο και η βασική ιδιότητα του παιχνιδιού να προκαλεί ευχαρίστηση (Ηλία, 2004). Παρατίθεται σχετικά η τελευταία στροφή του ποιήματος: Κι επειδή αργός να μείνω/ δεν το έχω σε καλό,/ όπως μόνος μου τα στήνω,/ έτσι μόνος τα χαλώ!

Ως συνέπεια της διαχρονικής θεματολογίας του που αναφέρεται στην ανθρώπινη ανάγκη για παιχνίδι (Χουιζίνγκα, 1989), αν και το συγκεκριμένο ποίημα γράφτηκε κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, ανταποκρίνεται πλήρως στα ενδιαφέροντα, τις εμπειρίες και τις ανάγκες των σύγχρονων παιδιών-αναγνωστών. Με αυτό προφανώς το σκεπτικό ο «Αρχιτέκτων» έχει περιληφθεί στο βιβλίο «Γεώργιος Βιζυηνός. Ποιήματα για παιδιά», που κυκλοφόρησε το 1996 από το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου, με επιμέλεια της συγγραφέα Μάρως Δούκα.

Το ποίημα «Τα καημένα τα πουλάκια» του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη χαρακτηρίζεται για τον απαισιόδοξο τόνο του, που κορυφώνεται με το θλιβερό τέλος των μικρών πουλιών εξαιτίας του ψύχους και της πείνας. Εδώ κυριαρχεί η επανάληψη σχεδόν σε κάθε στίχο των λέξεων του τίτλου. Επίσης χρησιμοποιείται η τεχνική της αντίθεσης ανάμεσα στην αδιαφορία των ανθρώπων για τα παγωμένα πουλάκια και στη φροντίδα που οι ίδιοι επιδεικνύουν για τα μικρά παιδιά τους.

Ακολουθεί αυτούσιο το ποίημα: Κρύο βαρύ, χειμώνας έξω,/ τρέμουν οι φωτιές στα τζάκια,/ τώρα ποιος τα συλλογιέται/ τα καημένα τα πουλάκια!// Τα πουλάκια είναι στα δένδρα,/ τα πουλάκια είναι στα δάση,/ τα πουλάκια θα τα πάρει/ ο βοριάς που θα περάσει,// η βροχή και το χαλάζι/ κι ο βοριάς που θα περάσει,/ και το χιόνι που το παίρνουν/ στις αυλὲς με το φαράσι…// Κι αν η νύχτα είναι μεγάλη,/ κι έρχεται γιομάτη τρόμους,/ κι αν ο θάνατος απόψε,/ φέρνει γύρα μες στους δρόμους,// κι αν η παγωνιά θερίζει/ κι είναι δίχως ρουχαλάκια,/ δε βαριέσαι, ποιος θυμάται/ τα καημένα τα πουλάκια…// Τα πουλάκια είναι στα δένδρα,/ τα πουλάκια είναι στα δάση,/ τα πουλάκια θα τα πάρει/ ο βοριάς που θα περάσει.// Στα παιδάκια είναι τα χάδια,/ στα παιδάκια τα φιλάκια,/ τώρα ποιος τα συλλογιέται/ τα καημένα τα πουλάκια!// Κι όταν γίνει, πάλι, βράδυ/ κι όλοι πάνε να πλαγιάσουν,/ να χωθούν μες στα κρεβάτια,/ μη τυχὸν και ξεπαγιάσουν,// τα πουλάκια τα καημένα,/ τα πουλάκια, τώρα, πέρα/ θα χαθούν χωρίς ελπίδα/ να φανούν την άλλη μέρα…

Από τη συλλογή του Οδυσσέα Ελύτη με γενικό τίτλο Τα Ρω του Έρωτα, παρουσιάζεται εδώ η αναγνωστική ανταπόκριση νηπίων και εκπαιδευτικών για τα ποιήματα Το Βεγγαλικό, από την ενότητα Τ’ Αφανέρωτα και Τα τζιτζίκια, από την ενότητα Το θαλασσινό τριφύλλι.  Τα ποιήματα της συλλογής ο Ελύτης τα έγραψε το 1972 στην πλήρη ποιητική ωριμότητά του, με βασικό στόχο να μελοποιηθούν, οπότε στην εισαγωγή του τα αποκαλεί τραγούδια. Είναι πλήρως αντιπροσωπευτικά του ποιητικού έργου του, όπου κυριαρχεί η ταύτιση του εσωτερικού με τον εξωτερικό κόσμο, η έκφραση των ψυχικών του καταστάσεων μέσα από τις περιγραφές των τοπίων, η ανακάλυψη της δικής του ταυτότητας μέσα από την αποκρυπτογράφηση της ίδιας της φύσης (Πρωίμου-Ερηνάκη, 1997).

Στο ποίημα Το Βεγγαλικό δημιουργούνται διαδοχικές εικόνες με κλιμακούμενη φωτεινότητα, που κορυφώνονται με τη λάμψη του βεγγαλικού. Οι εικόνες αυτές βασίζονται στο σύνολό τους στην πλήρη ανατροπή των φυσικών νόμων, καθώς στο ποίημα ανθρώπινα πρόσωπα και στοιχεία του σύμπαντος έρχονται σε άμεση επαφή και αλληλοεπιδρούν με τεράστια οικειότητα, γεγονός που αν και αποβαίνει καταστροφικό τελικά για τους ανθρώπους, είναι ταυτόχρονα ιδιαίτερα θεαματικό και συναρπαστικό (Ηλία, 2011).

Παρατίθενται οι στίχοι του ποιήματος: Νυχτώθηκα όπως πάντα/ στη σκοτεινή βεράντα/ και διάλεξα έν’ αστέρι/ το κράτησα στο χέρι/ σε λίγο του ‘πα «φύγε»/ το φύσηξα και πήγε/ στο αντικρινό μπαλκόνι/ όπου καθόταν μόνη/ μελαχρινή κοπέλα/ με κάτασπρη κορδέλα.// Το πήρε στην ποδιά της/ το ‘βαλε στα μαλλιά της/ το φόρεσε βραχιόλι/ και λαμποκόπησε όλη./ Έπειτα ήρθε ο μπάτης/ πήρε το κάθισμά της/ τη φύσηξε απ’ το πλάι/ μες στη βραδιά του Μάη/ κι άξαφνα μες στον ουρανό/ κάηκε σαν βεγγαλικό.

Στο δε ποίημα Τα τζιτζίκια, τα νησιά των Κυκλάδων παρουσιάζονται ως παιδιά, που τα κρατά στην αγκαλιά της η Παναγία. Μέσα στο θαλασσινό καλοκαιρινό τοπίο εκτυλίσσεται ένας διάλογος, με πρότυπο αυτόν στο θρύλο της Γοργόνας, όπου στην ερώτησή της για τον Μεγαλέξανδρο, οι ναυτικοί τής απαντούν ότι «ζει και βασιλεύει». Εδώ ο ποιητής θεωρεί τον επαναλαμβανόμενο ήχο που προέρχεται από τα τζιτζίκια, ως απόκρισή τους στην ερώτησή του εάν ζει ο Ήλιος.

Οι στίχοι του ποιήματος έχουν ως εξής: Η Παναγιά τα πέλαγα/ κρατούσε στην ποδιά της./ Την Σίκινο, την Αμοργό/ και τ’ άλλα τα παιδιά της.// Από την άκρη του καιρού/ και πίσω απ’ τους χειμώνες/ άκουγα σφύριζε η μπουρού/ κι έβγαιναν οι Γοργόνες.// Κι εγώ μέσα στους αχινούς/ στις γούβες στ’ αρμυρίκια/ σαν τους παλιούς θαλασσινούς/ ρωτούσα τα τζιτζίκια:// Ε σεις τζιτζίκια μου άγγελοι/ γεια σας κι η ώρα η καλή./ Ο βασιλιάς ο Ήλιος ζει;/ Κι όλ’ αποκρίνονται μαζί.// Ζει, ζει, ζε, ζει ζει  ζει, ζει, ζει.

Στα τρία ποιήματα του Ρίτσου που ακολουθούν, κυριαρχεί ο υπερρεαλισμός. Πρόκειται για τα ποιήματα στα οποία αναφέρονται τα κείμενα των εκπαιδευτικών. Τα δύο πρώτα ποιήματα περιλαμβάνονται στη συλλογή Παιχνίδια τ’ ουρανού και του νερού, που έχει εκδοθεί από τον Κέδρο.

Ποίημα XVIII: Μες στο δάσος, μες στη νύχτα/ μια τρυπίτσα είναι τ’ αστέρι,/ τρέχει από κει μέσα, τρέχει,/ τρέχει ρυάκι το φλουρί,/ ρυάκι το μαργαριτάρι,/ γέμισα τις τσέπες μου,/ γέμισα τα χέρια μου-/ δεν μπορώ να περπατήσω./ Πάρτε τα μου ή πάρτε με./ Με τα χέρια λεύτερα,/ τον Απρίλη να μπατσίσω.

Ποίημα XXV: Βρε παιδιά μου αφήστε με –/ μην τραβάτε το σακάκι μου/ και τα χέρια μου,/ δε γυρνάω εγώ στο σπίτι.// Μια νεράιδα στα καλάμια,/ μια λάμια,/ κόβει το φεγγάρι/ πάνω στ’ άσπρο γόνα της/ να δειπνήσουμε.// Κάτου απ’ τα ψηλά πλατάνια,/ με των άστρων το λαρδί/ τηγανίζει λουλουδάκια./ Άλλο σπίτι εγώ δεν έχω,/ απ’ τον κόσμο τον φαρδύ.// Αφήστε με.

Η ενότητα ολοκληρώνεται με τους στίχους του ποιήματος II από Τα Τραγουδάκια του Φωτούλη: Σύννεφο τριαντάφυλλο, σύννεφο αμαξόπουλο./ Οι φραγκοσυκιές με κατατρύπησαν./ Κάθουμαι και τρώω χρυσά φραγκόσυκα./ Το κοτσύφι μ’ είδε και με ζήλεψε./ Του ‘δωσα φραγκόσυκα. Τα φτερά του μου ‘δωσε./ Τώρα κείνο κάθεται και μασάει στην πέτρα μου./ Κι εγώ από δω πάνου, από το σύννεφο/ σας πετώ φλουριά κι αμυγδαλόψυχες.

6. Παρπυσίαση δραστηριοτήτων και αποτελεσμάτων 

6.1. Τα κείμενα των νηπίων 

Στην περίπτωση των μαθητών νηπιακής ηλικίας, που δεν έχουν άνεση στη γραφή, ο εκπαιδευτικός κατέγραφε χειρόγραφα ή στην οθόνη του ηλεκτρονικού υπολογιστή τα κείμενα που εκείνοι παρήγαγαν είτε ατομικά είτε ομαδικά (Huck, Hepler & Hickman, 1987). Η διαδικασία παραγωγής των κειμένων ξεκινούσε από γενικές και συνεχιζόταν με διαδοχικές, διευκρινιστικές ερωτήσεις, που απεύθυνε ο εκπαιδευτικός, ως πολύ προσεκτικός συνομιλητής (Pascucci & Rossi, 2002), προκειμένου να αποδοθεί η σκέψη των μαθητών χωρίς κενά και ασάφειες. Με την πάροδο του χρόνου, με βάση τη διδακτική αρχή της φθίνουσας καθοδήγησης (Ματσαγγούρας, 2001),  οι συμπληρωματικές ερωτήσεις που ο εκπαιδευτικός χρειαζόταν να απευθύνει, σταδιακά μειώνονταν, καθώς οι αποκρίσεις των μικρών μαθητών γίνονταν σαφέστερες και πληρέστερες. Τα καταγραμμένα από τον εκπαιδευτικό κείμενα διαβάζονταν αμέσως μετά από τον ίδιο, ώστε ολόκληρη η σχολική τάξη να έχει τη δυνατότητα να διαπιστώσει την ιδιότητα του γραπτού λόγου να αναπαριστά πιστά τον προφορικό.

Ακολούθησε ποικιλότροπη αξιοποίηση των παραγομένων από τα νήπια κειμένων, αρχικά με ανάρτηση άρθρων στα σχολικά ιστολόγια και στη συνέχεια με τη μορφή έντυπων δημοσιευμάτων. Οι εν λόγω τρόποι ανάδειξης της δημιουργικής γραφής των μαθητών χρησιμοποιήθηκαν προκειμένου να λειτουργήσουν στο μέλλον ως επιπλέον κίνητρο συμμετοχής τους σε σχετικές εκπαιδευτικές δραστηριότητες δημιουργικής γραφής (Ηλία & Ματσαγγούρας, 2006).

Παρατίθενται στη συνέχεια τα τρία κείμενα που αφηγήθηκαν τα νήπια, κατά σειρά για τα ποιήματα Αρχιτέκτων, Τα καημένα τα πουλάκια και Το Βεγγαλικό:

Ο Θεούλης πηγαίνει να μείνει στον πύργο που έχουμε φτιάξει με πολύχρωμα τουβλάκια στο δάσος μαζί με τους φίλους μου. Εμείς περιμένουμε κρυμμένοι στα χορτάρια κι όταν ο Θεός αποκοιμιέται, μπαίνουμε στον πύργο, για να τον δούμε από κοντά (ατομικό κείμενο).

Τα παιδιά φέρνουν όσα πουλάκια οι φωλιές τους καταστρέφονται από το δυνατό αέρα και το χιόνι, σ’ έναν τόπο όπου δεν χειμωνιάζει ποτέ. Για να μην παγώνουν τα πουλάκια, τα παιδιά τα κρατούν σφιχτά πάνω στα μάλλινα πουλόβερ τους και τα ταΐζουν ψίχουλα και σπόρους σε όλο το ταξίδι. Τα πουλάκια που ζουν στο μέρος που είναι πάντα Άνοιξη, μοιράζονται τις φωλιές τους με τα καινούρια πουλάκια, που έρχονται για να μείνουν εκεί (ομαδικό κείμενο).

Το αστεράκι κατέβηκε στη γη, για να βρεθεί μ’ ένα παιδάκι, που ήταν φίλος του. Με το παιδάκι αυτό το αστεράκι πήγαινε άλλοτε μαζί σχολείο, γιατί κι αυτό ήταν παιδί, ώσπου το μάγεψε μια νεράιδα κι έγινε αστέρι. Σαν αστέρι νιώθει τέλεια,  κατεβαίνει όμως πού και πού στη γη, για να παίζει με τους φίλους του. Όσοι το βλέπουν, λένε: Αυτό το αστέρι είναι μαγικό. Μπορεί να εξαφανίζει πράγματα, όπως τις αρρώστιες των ανθρώπων. Και μπορεί να βλέπει το Θεό και το Χριστούλη, αφού βρίσκεται στον ουρανό. Όταν βγαίνει ο ήλιος σ’ ένα μέρος, φεύγει από εκεί και πηγαίνει αλλού, που είναι βράδυ. Ποτέ δεν κοιμάται, γιατί δεν χρειάζεται ύπνο. Του αρέσει όμως να βλέπει τα παιδιά που κοιμούνται στα σπίτια τους (ομαδικό κείμενο).

6.2. Τα κείμενα των εκπαιδευτικών 

Ως προς τα κείμενα των εκπαιδευτικών που περιλαμβάνονται εδώ, παράχθηκαν με τρεις διαφορετικούς τρόπους. Στις περιπτώσεις των επιμορφωτικών ημερίδων, αφού παρουσιάστηκε σε πολυπληθή ακροατήρια εκπαιδευτικών θεωρητική εισήγηση, επακολούθησε εργαστήριο δημιουργικής γραφής, όπου οι εκπαιδευτικοί συμμετείχαν προαιρετικά. Έγραψαν ατομικά ή σε υποομάδες τα κείμενά τους για ποιήματα που οι ίδιοι επέλεξαν, και τα παρέδωσαν υπογράφοντάς τα κανονικά ή χρησιμοποιώντας ψευδώνυμο, προκειμένου να αναγνωστούν στους συναδέρφους τους.

Παρατίθενται τα σχετικά κείμενα, το πρώτο από τα οποία αναφέρεται στο ποίημα ΙΙ από Τα τραγουδάκια του Φωτούλη ενώ το δεύτερο αναφέρεται στο ποίημα ΧVΙΙΙ της συλλογής Παιχνίδια τ’ ουρανού και του νερού.

Το σύννεφο ρίχνει χρυσά φλουριά στον κότσυφα. Εκείνος όμως παραμένει αδιάφορος και συνεχίζει να τσιμπάει φραγκόσυκα. Ο κότσυφας απομακρύνεται απότομα όταν ακούει τους έντονους ήχους που προέρχονται από διπλανό εργοτάξιο. Ύστερα ο άνεμος δίνει μορφή κότσυφα στο σύννεφο. Τότε  εκείνο αρχίζει να ψάχνει στον ουρανό για φραγκόσυκα (ομαδικό κείμενο δασκάλων της Αργολίδας).

Ένα αστέρι που το φωνάζουν Τρυπίτσα, γιατί του αρέσει να τρυπώνει παντού, κυρίως όμως στο δάσος, θέλησε να κάνει ένα αστείο. Ο ήχος του ρυακιού του έδωσε την ιδέα. Είπε λοιπόν στον Απρίλη να βρει τρόπο να ειδοποιήσει  τους ανθρώπους πως το ρυάκι του δάσους έχει γεμίσει φλουριά και όλοι τους μπορούν να πάνε για να μαζέψουν. Ο Απρίλης ζήτησε αμέσως τη βοήθεια του ανέμου για να διαδώσει τη χαρμόσυνη είδηση και έτσι οι άνθρωποι κατέφτασαν τραγουδώντας. Όταν όμως βούτηξαν μέσα, δεν βρήκαν κανένα φλουρί και σκέφτηκαν ότι κάποιοι άλλοι θα τους είχαν προλάβει. Τότε ακούστηκε σ’ όλο το δάσος ένα παράξενο χαχανητό. ΄Ηταν το αστέρι με το όνομα Τρυπίτσα, που τους θύμισε πως ήταν πρωταπριλιά. Κανείς όμως δεν θύμωσε μαζί του. Αντίθετα, είπαν ευχαριστώ, γιατί ανακάλυψαν ότι ο μεγαλύτερος πλούτος είναι πως βρέθηκαν εκεί, όπου γεύτηκαν τα χρώματα και τις μυρωδιές της Άνοιξης, που τα είχαν ξεχάσει. Έστησαν τρελό χορό μαζί με τα ζώα του δάσους, που κράτησε μέχρι το ξημέρωμα (ατομικό κείμενο νηπιαγωγού της Αττικής).

Στην περίπτωση της εισαγωγικής επιμόρφωσης στο ΠΕΚ, τα κείμενα παράχθηκαν σε ολιγομελή τμήματα, που λειτούργησαν ως εικονική τάξη. Εδώ η διαδικασία εκτυλίχθηκε όπως ακριβώς με τους μικρούς μαθητές. Οι νηπιαγωγοί περιέγραψαν προφορικά, χωρισμένες σε υποομάδες, εικόνες από το ποίημα ΧΧV της Συλλογής Παιχνίδια τ’ ουρανού και του νερού του Γιάννη Ρίτσου και οι αφηγήσεις τους καταγράφηκαν από την εισηγήτρια.

Παρατίθεται ενδεικτικά ένα από τα σχετικά κείμενά τους: Βλέπω ένα μικρό παιδάκι, που το τραβολογούν οι φίλοι του, για να τους ακολουθήσει. Φοβούνται ότι αν μείνει έξω μόνο του θα κινδυνέψει, καθώς έχει αρχίσει να σουρουπώνει. Εκείνο τους λέει ότι δεν θέλει να γυρίσει σπίτι του, για να μην φάει τα ρεβίθια που έχει μαγειρέψει η μαμά του, επειδή δεν του αρέσουν. Η αλήθεια όμως είναι ότι το αγόρι παρακολουθεί μια νεράιδα που μαγειρεύει καθισμένη πάνω σ’ ένα κομμάτι απ’ το φεγγάρι. Τα άλλα παιδιά δεν μπορούν να την δουν. Αυτή η νεράιδα επιλέγει μερικούς ανθρώπους και τους πλανεύει. Η δύναμή της είναι ακατανίκητη. Έτσι το παιδί μένει για πάντα κοντά της και γνωρίζει ένα νέο τρόπο ζωής.

Στην τελευταία περίπτωση, το κείμενο για το ποίημα του Ελύτη Τα τζιτζίκια, που ακολουθεί, παράχθηκε αβίαστα στη σχολική τάξη με πρωτοβουλία των μαθητών μου στο 1ο νηπιαγωγείο Ασπροπύργου. Συγκεκριμένα, μετά την ολοκλήρωση των δικών τους ατομικών κειμένων αναφορικά με το ποίημα στο πλαίσιο εκπαιδευτικού προγράμματος, οι ρόλοι αντιστράφηκαν. Καθώς κλήθηκα να απαντήσω στις ερωτήσεις τους, προέκυψε το παρακάτω κείμενο:

Η θάλασσα έχει τρικυμία. Το κύμα δεν είναι μπλε ούτε γαλάζιο, είναι γκρι σκούρο. Σ’ αυτήν τη θάλασσα πλέει μια μικρή ξύλινη βαρκούλα, κόκκινη και κίτρινη. Η βάρκα έχει μέσα έναν ψαρά, που ζει μόνος του σε μια καλύβα στην αμμουδιά. Ο ψαράς ακούει από ένα μικρό ραδιοφωνάκι κάποιο τραγούδι που μιλάει για τη θάλασσα. Έχει μαζί του δίχτυα αλλά δεν τα έχει ρίξει, γιατί δεν τον αφήνει το κύμα. Φοράει ένα μαύρο αδιάβροχο με κουκούλα. Βλέπει από τη βάρκα του σ’ ένα σημείο το νερό πολύχρωμο, κίτρινο, πορτοκαλί, γαλάζιο και πράσινο φωτεινό. Καταλαβαίνει ότι εκεί περιμένει μια Γοργόνα ν’ αναδυθεί. Ο ψαράς κάνει τα χέρια του χωνί και της φωνάζει: Ε, Κυρά της θάλασσας, βγες λίγο να μου κάνεις συντροφιά! Την φωνάζει πολλές φορές μέχρι που βλέπει το κεφάλι της να προβάλλει αργά-αργά. Τα μαλλιά της είναι κατάξανθα κι η ουρά της γαλάζια. Ζει σε μια θαλάσσια σπηλιά στο βυθό, παρέα με ψάρια, χταπόδια κι άλλα θαλασσινά. Εκεί που πρόβαλε η Γοργόνα, η θάλασσα γαλήνεψε, έμοιαζε σαν λίμνη. Η Γοργόνα χαμογέλασε στον ψαρά κι όταν εκείνος σήκωσε το χέρι του για να τη χαιρετήσει, αυτή άρχισε να χορεύει με τη μουσική απ’ το ραδιόφωνο. Είπε στον ψαρά πως την λένε Αγάπη και τον προσκάλεσε στη σπηλιά της. Ο ψαράς φόρεσε τη μάσκα του για τις καταδύσεις και την ακολούθησε στο βυθό.

7. Αξιολόγηση 

Τα συγκεκριμένα εκπαιδευτικά, εμψυχωτικά προγράμματα που συνδέουν την ποίηση με τη δημιουργική γραφή, κατά την εφαρμογή τους  πρόσφεραν σε μαθητές και εκπαιδευτικούς τη δυνατότητα να βιώσουν καθολικά εμπειρίες δημιουργικότητας, με αποτέλεσμα την απόλαυση, εφόσον εναρμονίζονται αφενός με τα χαρακτηριστικά και τις ιδιότητες της ποίησης και αφετέρου με την παιγνιώδη διάθεση που διακατέχει την ανθρώπινη ύπαρξη.

Τα κείμενα που παράχθηκαν ήταν στο σύνολό τους ιδιαίτερα ευφάνταστα και πρωτότυπα. Καθώς όλοι οι εκπαιδευόμενοι μοιράστηκαν με τους συμμαθητές και συναδέρφους τους τις διαφορετικές εικόνες που φαντάστηκαν, συνειδητοποίησαν τόσο την εικονοπλαστική ιδιότητα του ποιητικού λόγου όσο και την αξία της ανθρώπινης φαντασίας. Η ποικιλία των εικόνων που περιέγραψαν, είχε ως αποτέλεσμα τον καθολικό ενθουσιασμό τους, που διατηρήθηκε αμείωτος σε όλη τη διάρκεια των εκπαιδευτικών προγραμμάτων δημιουργικής γραφής.

Διατυπώνοντας όλοι οι συμμετέχοντες στα προγράμματα την ιδιαίτερη, πρωτότυπη, μοναδική αφηγηματική εκδοχή τους, συνειδητοποίησαν οι ίδιοι και γνωστοποίησαν στους γύρω τους τα προσωπικά τους χαρακτηριστικά, βιώματα και επιθυμίες, προάγοντας την κατανόηση, την αποδοχή της διαφορετικότητας και την επικοινωνία.

Η αξιοποίηση των κειμένων της δημιουργικής γραφής συνετέλεσε στην αυτοπεποίθηση των εκπαιδευόμενων. Το σύνολο των επιμέρους στόχων, της ικανότητας της ακρόασης και της επικοινωνίας,  της καλλιέργειας της δημιουργικής σκέψης και της γλωσσικής έκφρασης, της κατανόησης της σύνδεσης ανάμεσα στον προφορικό και το γραπτό λόγο, επίσης επιτεύχθηκαν πλήρως. Η διαδικασία των ερωταποκρίσεων συνέβαλε ουσιαστικά στη σταδιακή δόμηση της παιδικής σκέψης.

Προκειμένου τα συγκεκριμένα εκπαιδευτικά προγράμματα να πραγματοποιηθούν στο Νηπιαγωγείο και σε όλες τις τάξεις του Δημοτικού και του Γυμνασίου με καθολική συμμετοχή των μαθητών, εξατομικεύονται ανάλογα. Όσοι δεν έχουν την απαιτούμενη άνεση στη γραφή, αναφέρονται προφορικά στο ποίημα και η αφήγησή τους καταγράφεται από τον εκπαιδευτικό και στη συνέχεια διαβάζεται στη σχολική τάξη. Στην περίπτωση των μεγαλύτερων μαθητών πρώτα γράφονται τα κείμενα από τους ίδιους και ακολουθεί η ανάγνωσή τους.

Βιβλιογραφικές αναφορές 

Anderson, L. (2006). Creative Writing. A Workbook with Readings. London: Routledge Publications.

Culler, J. (1988). Literary competence. In J. P. Tompkins (Ed.), Reader-response criticism. From Formalism to Post-Structuralism (pp. 101-117). Baltimore and London: The Johns Hopkins University Press.

Huck, C., Hepler, S. και Hickman, J.  (1987). Children’s Literature in the Elementary School. New York: Holt, Rinehart, and Winston.

Iser, W. (1990). The Implied Reader. Patterns of Communication in Prose Fiction from Bunyan to Beckett. Baltimore and London: The Johns Hopkins University Press.

Ηλία, Ε. και Ματσαγγούρας Η. (2006). Από το παιχνίδι στο λόγο: Παραγωγή παιδικών κειμένων μέσα από παιγνιώδεις δραστηριότητες. Στο Π. Παπούλια-Τζελέπη, Α. Φτερνιάτη, Κ. Θηβαίος (Επιμ.), Έρευνα και Πρακτική του Γραμματισμού στην Ελληνική Κοινωνία (σσ. 307-317). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

Ηλία, Ε. (2011). Διαβάζοντας Ελύτη. Παιδικές ιστορίες για «Τα ρω του Έρωτα». Διαδρομές, 102, 20-32.

Ηλία, Ε. (2004). Η ανάγνωση-διδασκαλία της Λογοτεχνίας ως παιχνίδι φαντασίας και έκφραση της προσωπικότητας. Διαδρομές, 15, 167-178.

Ηλία, Ε. (2003). Η ανταπόκριση των μικρών παιδιών σε λογοτεχνικά κείμενα στο πλαίσιο εκπαιδευτικών παιγνιωδών δραστηριοτήτων. Στο Περιπλανήσεις στην Παιδική Λογοτεχνία. Μελετήματα  (σσ. 81-104). Αθήνα: Ακρίτας.

Καλλέργης,  Η. (1995).  Προσεγγίσεις στην Παιδική Λογοτεχνία. Αθήνα: Καστανιώτης.

Κουλουμπή-Παπαπετροπούλου, Κ. (1988). Η Ποίηση στο Νηπιαγωγείο. Στο Η Παιδική Λογοτεχνία και το μικρό παιδί (σσ. 85-100). Αθήνα: Καστανιώτης.

Ματσαγγούρας, Η. (2001). Η Σχολική Τάξη. Β΄ Κειμενοκεντρική Προσέγγιση του γραπτού λόγου. Αθήνα.

Μπενέκος, Α. (1981). Ζαχαρίας Παπαντωνίου. Ένας σταθμός στην Παιδική Λογοτεχνία. Αθήνα.

Pascucci, M. και Rossi, F. (2002). Όχι μόνο γραφέας. Γέφυρες, 6, 16-23.

Πενάκ, Ν. (1996). Σαν ένα μυθιστόρημα. Αθήνα: Καστανιώτης.

Πρωίμου-Ερηνάκη Μ. (1997). Οδυσσέας Ελύτης. Η αθέατη πλευρά του κόσμου και η καθαρότητα του φωτός. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

Τζιόβας, Δ. (1987). Μετά την αισθητική. Θεωρητικές δοκιμές κι ερμηνευτικές αναγνώσεις της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Αθήνα: Γνώση.

Χουιζίνγκα, Γ. (1989). Ο άνθρωπος και το παιχνίδι. Μτφρ. Σ. Ροζάκης – Γ. Λυκιαρδόπουλος. Αθήνα: Γνώση.

Κατηγορίες: Δημιουργική Γραφή, Διδακτική, Εισήγηση σε συνέδριο, Εκπαιδευτικά Προγράμματα, Λογοτεχνία, Ποίηση | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Η δημιουργική γραφή μαθητών και εκπαιδευτικών κατά τη διδασκαλία της ποίησης (Εισήγηση σε συνέδριο)

Ένα ποίημα του Αλέξανδρου Πάλλη για την εκπαίδευση και το κοινωνικοπολιτικό της υπόβαθρο (Εισήγηση σε διεθνές συνέδριο)

ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΠΑΛΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΛΙΤΙΚΟ ΤΗΣ ΥΠΟΒΑΘΡΟ
ως πότε
Ηλία Ελένη
Δρ. Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, ΕΚΠΑ
Πρακτικά 8ο Συνέδριο ΙΑΚΕ
Κοινωνία, Εκπαίδευση και Πολιτική: Σχέσεις και ανασχέσεις
τόμος Β ΄           ISBN  978-618-5506-12-4
επιμ. Πανταζής Σπ. κ. ά.
σ.σ. 380-387.
https://iake.weebly.com/uploads/1/5/0/4/15045854/%CE%A0%CF%81%CE%B1%CE%BA%CF%84
%CE%B9%CE%BA%CE%AC_b_w_%CE%99%CE%91%CE%9A%CE%952022_%CE%A4%CF%8C%CE%
BC%CE%BF%CF%82_%CE%92_finalreduced.pdf

8th συνεδριο ιακε

Περίληψη

Η παιδαγωγική επίδραση της λογοτεχνίας είναι τεράστια, επειδή υποβάλλει έννοιες, ιδέες και αξίες χωρίς διδακτισμό. Η αποτελεσματικότητά της ως μέσου αγωγής βασίζεται στις αντιληπτικές διεργασίες που προβαίνει ο αναγνώστης, με αφετηρία τις αφηγηματικές και ποιητικές τεχνικές του κειμένου. Υπό αυτό το πρίσμα είναι ενδιαφέρουσα η προσέγγιση του ποιήματος του Αλέξανδρου Πάλλη, με τον τίτλο «Φουντούκο, ως πότε», που περιλαμβάνεται στις ποιητικές συλλογές του για παιδιά. Το ποίημα που διακρίνεται για το εξαιρετικό χιούμορ, την εικονοπλαστική δύναμη, τη γοργή δράση και την εκφραστική λιτότητα, αναφέρεται στο εκπαιδευτικό σύστημα της τότε εποχής που υπαγορεύεται από τα κοινωνικοπολιτικά χαρακτηριστικά της. Η ταύτιση των μαθητών-αναγνωστών με το σκυλάκι-μαθητή, τους επιτρέπει να διασκεδάσουν και να εκτονωθούν. Η διαχρονική αξία του ποιήματος για τους ενήλικους αναγνώστες του, που καθορίζουν, σχεδιάζουν και υλοποιούν την εκπαιδευτική διαδικασία, συνδέεται με τον προβληματισμό και την αυτοκριτική όπου οδηγούνται ως προς την ευστοχία και την αποτελεσματικότητα των εκπαιδευτικών επιλογών τους.

 

Λέξεις κλειδιά: Πάλλης, ποίημα, εκπαίδευση.

  1. Εισαγωγή

Η λογοτεχνική ανάγνωση είναι μια εξαιρετικά δημιουργική διαδικασία (Iser, 1990). Ως συνέπεια των αντιληπτικών διεργασιών που επιτελούνται στο πλαίσιο του αναγνωστικού ρόλου, αποκομίζουμε βιώματα από το λογοτεχνικό κείμενο. Σε αυτή την ιδιαιτερότητα της λογοτεχνίας οφείλεται η ανυπέρβλητη παιδαγωγική δύναμή της, η οποία αξιοποιείται συστηματικά από την αρχαιότητα για τη διαπαιδαγώγηση των πολιτών (Tompkins, 1988).

Η φύση του λογοτεχνικού έργου είναι ανεξάντλητη (Alter, 1985-Riffaterre, 1985), καθώς κάθε διαφορετικός αναγνώστης το προσεγγίζει με τρόπο μοναδικό (Τζιόβας, 1987). Αυτό αποδεικνύεται τόσο περισσότερο όσο το έργο εξακολουθεί να συνδιαλέγεται με διαφορετικές γενιές αναγνωστών στο πέρασμα του χρόνου. Εφόσον το λογοτέχνημα καταξιώνεται διαχρονικά, η ποιότητά του καθίσταται αδιαμφισβήτητη.

Μια τέτοια περίπτωση συνιστά το ποίημα του Αλέξανδρου Πάλλη «Φουντούκο, ως πότε», με το οποίο ασχολείται η παρούσα εισήγηση. Το συγκεκριμένο ποίημα επιλέχθηκε, επειδή αναφέρεται στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα της εποχής του ποιητή (Κριαράς, 1985), κατά τρόπο που προσφέρει σε όλους την ευκαιρία να προβληματιστούν για την εκπαίδευση και να συνειδητοποιήσουν τα χαρακτηριστικά και τις προϋποθέσεις που θα την καθιστούσαν τόσο απολαυστική όσο και αποτελεσματική για το σύνολο των συμμετεχόντων είτε ως εκπαιδευτών είτε ως εκπαιδευομένων.

Το ποίημα δημοσιεύτηκε αρχικά το 1889, ενταγμένο στη συλλογή «Τραγουδάκια για παιδιά». Αρκετά από αυτά τα πρώτα παιδικά ποιήματα του Πάλλη, συμπεριλαμβανομένου εκείνου για το Φουντούκο, αναδημοσιεύτηκαν το 1907 στη συλλογή του με τον ευρηματικό τίτλο Ταμπουράς και Κόπανος, που εξέδωσε η Εστία, αλλά και στην κατοπινή συλλογή του Κούφια Καρύδια, που εκδόθηκε το 1915 στο Λίβερπουλ.  Η αναγνώριση της αξίας των εν λόγω ποιημάτων στην εποχή του ποιητή αποδεικνύεται τόσο από την επανέκδοση αυτούσιας της πρώτης συλλογής του από το Σύλλογο προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων δέκα χρόνια μετά την κυκλοφορία τους όσο και από τη δημοσίευση του Φουντούκου το 1890 και αργότερα τριών ακόμη παιδικών ποιημάτων του Πάλλη στο παιδικό περιοδικό Η Διάπλασις των Παίδων (Δελώνης, 1985).

  1. Βιβλιογραφική ανασκόπηση για τα παιδικά ποιήματα του Πάλλη

Το πλέον βασικό χαρακτηριστικό του Πάλλη, για το οποίο είναι ευρύτερα γνωστός, είναι ασφαλώς η προσήλωση και η συνέπειά του στην επιλογή της δημοτικής γλώσσας. Ειδικότερα στα ποιήματα της συλλογής του «Τραγουδάκια για παιδιά», ο Πάλλης επιμένει συνειδητά στην πεποίθηση ότι η χρησιμοποίηση της Δημοτικής, ως ζωντανής γλώσσας, συνιστά τη μοναδική ευκαιρία για τους μικρούς αναγνώστες να τα κατανοήσουν, να τα αφομοιώσουν και να τα απολαύσουν (Δελώνης, 1985).

Στη βιβλιογραφία επισημαίνονται επίσης εξόχως οι ποιητικές τεχνικές που χρησιμοποιεί ο Πάλλης στα ποιήματά του για παιδιά. Η αφηγηματική μορφή τους, οι διάλογοι μεταξύ των προσώπων, η ανέλιξη του θεματικού πυρήνα μέσα από ερωταποκρίσεις, η επανάληψη στίχων. Επίσης, το λεξιλόγιό του, που συμβαδίζει με τις δυνατότητες των παιδιών, και οι απλές, καθημερινές, μέσα από τη ζωή των ίδιων των παιδιών εικόνες που χρησιμοποιεί, αφού αυτό που επιδιώκει, είναι να αναστήσει το μικρόκοσμό τους. Τέλος, η κυριολεξία στην εκφορά των νοημάτων, που συνυπάρχει στους στίχους του με την αφέλεια, τον αυθορμητισμό, την ξενοιασιά  της παιδικής ηλικίας (Δελώνης, 1985).

Τονίζονται ιδιαίτερα επίσης οι παιδαγωγικές ιδέες, οι οποίες εμπεριέχονται στα ποιήματα που ο Πάλλης έγραψε, απευθυνόμενος σε αναγνώστες παιδικής ηλικίας. Με τα ποιήματά του για παιδιά, τα οποία εκτιμήθηκαν ιδιαίτερα, εξέφρασε την ανάγκη του να βοηθήσει την παιδική ηλικία, καθώς γνώριζε πόσο υστερούσε η παιδεία του λαού μας στα χρόνια του (Κριαράς, 1985). Το έργο του διαφοροποιεί ριζικά τα παιδικά γράμματα στο τέλος του 19ου αιώνα. Συνιστά την πρώτη βάση, όπου θα στηριχτεί η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1917 (Δελώνης, 1985). Συνδέει το παιδί με τη ζωή και την πραγματικότητα, σέβεται την προσωπικότητά του. Αποδίδει τις σχέσεις παιδιού-ενηλίκων μέσα από την οπτική των παιδιών. Καταφέρνοντας ο ίδιος να διατηρεί την άδολη παιδική διάθεση κι ένα παρθενικότερο κοίταγμα των πραγμάτων (Στεργιόπουλος, 1985), πραγματοποιεί μια γνήσια στροφή στον κόσμο του παιδιού μακριά από ηθοπλαστικές προθέσεις (Αναγνωστόπουλος, 1980). Ο Πάλλης ως αρχιτέκτονας και πρωτομάστορας της ελληνικής παιδικής λογοτεχνίας απελευθερώνει το παιδί από καλούπια συμπεριφοράς και σκέψης. Αυτό το επιτυγχάνει εισάγοντας ήρωες οικείους στους μικρούς αναγνώστες, παιδιά ή ζώα. Το ποίημα ο Φουντούκος, στο οποίο επικεντρώνεται η παρούσα εισήγηση, που θεωρείται από τα πιο γνωστά κι αγαπημένα των παιδιών, αναφέρεται ως το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα (Δελώνης, 1985).

Σύμφωνα με τους μελετητές του Πάλλη, η παιδαγωγική επιστήμη και διαδικασία αντιμετωπίζεται και προσεγγίζεται στα ποιήματά του, σε σχέση με το ευρύτερο κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο. Ο αναγνώστης του δεν αντιλαμβάνεται απλώς και μόνο τη σπουδαιότητα της παιδαγωγικής διαδικασίας αλλά και συνειδητοποιεί την αλληλεπίδρασή της με τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, τη μοναδική και αναντικατάστατη συνεισφορά της στην κοινωνική και εθνική εξέλιξη και πρόοδο. Ο Πάλλης επιδιώκει με τα ποιήματά του για παιδιά την επιστροφή στην ελληνική πραγματικότητα, το αίτημα να αποκτήσει ο ελληνισμός μια νέα προοδευτική, κοινωνική, παιδαγωγική κι αισθητική ταυτότητα (Δελώνης, 1985). Αποκαλύπτει στους στίχους του τη μορφή που θεωρεί ότι θα έπρεπε να πάρει ο νέος ελληνισμός (Μπενέκος, 1981).

  1. Λογοτεχνική προσέγγιση του ποιήματος

Το ποίημα αποτελείται από τέσσερεις εξάστιχες στροφές, σε ιαμβικό μέτρο. Όλοι δε οι στίχοι του είναι ακατάληκτοι. Στους τέσσερεις πρώτους στίχους κάθε στροφής χρησιμοποιείται πλεκτή ομοιοκαταληξία. Ο πρώτος και ο τρίτος στίχος έχουν από οκτώ συλλαβές ενώ ο δεύτερος και ο τέταρτος από εφτά. Πρόκειται για εκείνα τα σημεία του ποιήματος, όπου το μικρό παιδί απευθύνεται σε ευθύ λόγο στο σκύλο του, τον οποίο εμφανίζεται να επιχειρεί να εκπαιδεύσει. Στους δύο τελευταίους στίχους κάθε στροφής, που αποτελούνται από εννέα συλλαβές ο καθένας, χρησιμοποιείται ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία. Στα συγκεκριμένα σημεία του ποιήματος ο αφηγητής ως παρατηρητής, χρησιμοποιώντας το τρίτο ενικό πρόσωπο, παρουσιάζει στον αναγνώστη τις αντιδράσεις του σκύλου Φουντούκου.

Αποτέλεσμα αυτών των ποιητικών επιλογών είναι η έντονη ρυθμικότητα των στίχων, που επιτρέπει την αβίαστη αποστήθισή τους. Ενδεικτική της ρυθμικότητας είναι η τρίτη στροφή, που μέρος της παρατίθεται σε αυτό το σημείο: «Στα γόνατά μου κάτσε εδώ/και στο βιβλίο κοίτα./Πι ήτα δέλτα ω: Πηδώ./Λέγε και συ πι ήτα…» Η στατικότητα της εικόνας αντιπαρατίθεται στην έντονη ρυθμικότητα των στίχων, που προκαλούν σε κινητικότητα. Το αποκορύφωμα της αντίθεσης εντοπίζεται ανάμεσα στις λέξεις «κάτσε» και «πηδώ».

Ο ιδιόμορφος διάλογος ανάμεσα στο μικρό παιδί και το σκύλο του έχει ως αποτέλεσμα το χιούμορ (Τζαφεροπούλου, 1995), καθώς υπάρχει πλήρης διάσταση στην οπτική των δύο συμμετεχόντων σε αυτόν. Στο ποίημα παρουσιάζονται οι απόπειρες του παιδιού να διδάξει το Φουντούκο, αντιμετωπίζοντας το ίδιο την εκπαίδευση όχι ως μια διαδικασία ωφέλιμη για τον εκπαιδευόμενο αλλά ως μια δραστηριότητα καταναγκαστική και αναπόφευκτη για όσους βρίσκονται σε παιδική ηλικία: «Φουντούκο, ως πότε πια θα τρως/και θα κοιμάσαι μόνο;/Ήρθε και για σχολειό καιρός/κι είσαι σκυλί δυο χρόνω». Η πρώτη αντίδραση του ανύποπτου σκύλου είναι ενθουσιώδης: «Κι αυτός να δείξει τη χαρά του/δος του και παίζει την ουρά του».

Καθώς όμως η ανάγνωση, η μουσική και η γυμναστική, σε συνδυασμό με την καλλιέργεια του εθνικού φρονήματος («Μα για το έθνος απαιτώ/να κάνεις τα καλά σου»), δεν έχουν καμία σχέση με τη φύση και τις πραγματικές ανάγκες του εκπαιδευόμενου Φουντούκου, οι εκπαιδευτικές απόπειρες του παιδιού προκαλούν αρνητικές αντιδράσεις στο μαθητή του. Συγκεκριμένα, στη δεύτερη στροφή η μη ανταπόκριση του Φουντούκου εκδηλώνεται με αδιαφορία («Κι αυτός απάντησε, αν δεν σφάλλω,/μ’ ένα χασμούρημα μεγάλο»), για να κορυφωθεί σταδιακά («Κι αυτός πετιέτ’ ευθύς επάνω/κι ούρλιασμ’ αρχίζει με το πιάνο») και να καταλήξει στην οριστική απομάκρυνση του πανικόβλητου ζώου από το μικρό δάσκαλό του («Κι αυτός στειλιάρι σαν ξανοίγει/τον βλέπεις κι όπου φύγει-φύγει»).

Τα γνωστικά αντικείμενα που δεν υπαγορεύονται από τις ανάγκες και τις επιθυμίες του Φουντούκου αλλά απορρέουν από τους κοινωνικοπολιτικούς και εθνικούς στόχους της τότε εποχής για την εκπαίδευση, αποδίδονται με αξιοθαύμαστη εκφραστική λιτότητα: «Τώρα στο πιάνο μια στιγμή,/να μη σε λεν χωριάτη» και «Το ξύλο πιάσε τωρ’ αυτό/και σα στρατιώτης στάσου».

Οι τόσο καίριες ποιητικές αναφορές για τους στόχους της τότε εκπαιδευτικής πολιτικής, έχουν εμφατικά επισημανθεί στη σχετική βιβλιογραφία. Το πιστεύω του Φουντούκου καταγράφεται ως μια πολιτική πράξη, που εκφράζεται πια από ειρηνιστικά κινήματα. Ο Πάλλης καυτηριάζοντας την εποχή του, δημιούργησε ένα ποίημα διαχρονικό (Δελώνης, 1985).

  1. Στόχοι διδασκαλίας του ποιήματος

Στην παρούσα ενότητα αναφέρονται οι κοινοί στόχοι στη διδασκαλία όλων των ποιημάτων για παιδιά, καθώς και οι ειδικότεροι στόχοι της διδασκαλίας του συγκεκριμένου ποιήματος.

Ως πρώτιστος γενικός στόχος τίθεται η αξιοποίηση από μέρους των διδασκομένων της εικονοπλαστικής ιδιότητας του ποιητικού λόγου, για την κινητοποίηση της φαντασίας τους. Επίσης η απόλαυση της αναγνωστικής εμπειρίας του ποιήματος. Στους γενικούς στόχους περιλαμβάνονται ακόμη η γλωσσική ανάπτυξη και η κατανόηση της ιδιότητας του γραπτού λόγου να διασώζει και να αναπαριστά σκέψεις, ιδέες και συναισθήματα, προωθώντας την ανθρώπινη επικοινωνία και συνεργασία.

Ως προς τους ειδικότερους στόχους, αυτοί συνοψίζονται στον προβληματισμό αναφορικά με τα εκπαιδευτικά συστήματα, τη φιλοσοφία τους, την ιδεολογία που απηχούν, τις ανάγκες και τις σκοπιμότητες που εξυπηρετούν. Επίσης, τις δυνατότητες που προσφέρουν στους συμμετέχοντες σε αυτά, εκπαιδευτές και εκπαιδευόμενους, να προσαρμόσουν την εκπαιδευτική διαδικασία στις ιδιαιτερότητές τους και μέσα στο διδακτικό πλαίσιο να αναζητήσουν, να ανακαλύψουν και να εκφράσουν τα προσωπικά χαρακτηριστικά τους.

Ολοκληρώνουμε την παράθεση των στόχων του συγκεκριμένου ποιήματος με την ευαισθητοποίηση του αναγνώστη ως προς τα κριτήρια της επιτυχίας του εκπαιδευτικού συστήματος, καθώς ο ποιητής επιχειρεί τον ορισμό τους, όχι αναφέροντάς τα αλλά υπονοώντας τα, με τη χρησιμοποίηση του χιούμορ. Ως τέτοια στοιχεία υπονοεί την απόλαυση της μαθησιακής διαδικασίας, την παροχή κινήτρων για τη συμμετοχή σε αυτήν, το βασικό ρόλο που θα έπρεπε να διαδραματίζουν τα χαρακτηριστικά και οι ανάγκες της παιδικής φύσης, επιδιώκοντας την αποτελεσματικότητα της εκπαιδευτικής διαδικασίας.

  1. Διδακτική προσέγγιση του ποιήματος

Για να είναι αποτελεσματική η διδασκαλία του ποιήματος, θα συμβαδίζει αφενός με τη λογοτεχνική φύση του και αφετέρου με τα βασικά χαρακτηριστικά και τις αντιληπτικές δυνατότητες των αναγνωστών του. Η  ανθρώπινη ανάγκη για παιχνίδι (Χουιζίνγκα, 1989) και οι ανεξάντλητες δυνατότητες των λογοτεχνημάτων να συνδεθούν με παιγνιώδεις δραστηριότητες (Ποσλανιέκ, 1992), δεν θα μπορούσαν συνεπώς να αγνοηθούν σε κάποια διδακτική παρέμβαση.

Το κύριο στοιχείο της ποίησης είναι η εικονοπλασία (Μπενέκος, 1981). Μέσα από τις εικόνες που σχηματίζονται κατά την ανάγνωση ή την ακρόαση των στίχων, γίνονται συγκεκριμένες οι έννοιες που ενδεχομένως θα παρέμεναν ασαφείς (Anderson, 2006). Ειδικότερα δε στην περίπτωση των παιδιών και μάλιστα των μικρότερων ηλικιών, αυτή η εικονοπλασία που εμπεριέχεται στην ποίηση, προσιδιάζει απόλυτα στη φύση τους (Καλλέργης, 1995). Τα παιδιά θα δυσκολεύονταν να αντιληφθούν αφηρημένες ιδέες και να κατανοήσουν τη μεταφορική χρήση της γλώσσας, χωρίς την οπτικοποίησή τους, που πραγματοποιείται στον ποιητικό λόγο.

Στις περιπτώσεις της αφηγηματικής ποίησης, χαρακτηριστικότατο παράδειγμα της οποίας συνιστά το εξεταζόμενο ποίημα του Πάλλη, περιλαμβάνονται τα δρώντα πρόσωπα, ο ρόλος του αφηγητή, η εξέλιξη της αφηγηματικής υπόθεσης, το χωροχρονικό πλαίσιο της δράσης. Τα συγκεκριμένα στοιχεία δραστηριοποιούν την αναγνωστική αντίληψη να δημιουργήσει προσδοκίες για την πλοκή, οι οποίες είτε επαληθεύονται είτε ματαιώνονται. Πρόκειται για μια συνεχιζόμενη διαδικασία, στην οποία οφείλεται κατά πολύ η διατήρηση και κορύφωση του αναγνωστικού ενδιαφέροντος (Iser, 1990).

Επιπλέον, τα αφηγηματικά κείμενα προκαλούν τον αναγνώστη να διαμορφώνει στάσεις απέναντι στους αφηγηματικούς ήρωες. Η θετική στάση προς ορισμένα αφηγηματικά πρόσωπα φτάνει έως τη διαδικασία της ταύτισης του αναγνώστη μαζί τους (Booth, 1987), στην οποία οφείλεται η βιωματική αναγνωστική σχέση με το λογοτεχνικό έργο.

Το συγκεκριμένο ποίημα διδάχθηκε κατά το σχολικό έτος 2015-2016 σε κλασικό τμήμα δημοσίου νηπιαγωγείου της Αττικής με δεκαοχτώ μαθητές. Αφορμή για τη διδασκαλία του αποτέλεσε ένα σκυλάκι-παιχνίδι, που προσφέρθηκε ως δώρο στους μαθητές. Αναφορικά με την πρώτη παρουσίαση του ποιήματος, έγινε ομαδική ακρόαση από τα νήπια της απαγγελίας που πραγματοποίησε ο εκπαιδευτικός της τάξης.

Προκειμένου οι εικόνες του συγκεκριμένου ποιήματος να γίνουν περισσότερο ορατές από τους μαθητές, επινοήθηκαν διάφορες διδακτικές μεθοδεύσεις. Με άλλα λόγια, η διαφορετικότητα των ποιητικών εικόνων, που είναι το αποτέλεσμα της μοναδικότητας κάθε αναγνώστη, των ξεχωριστών βιωμάτων και επιθυμιών του, αναδείχθηκε εντονότερα με την αξιοποίηση διαφόρων εμψυχωτικών δραστηριοτήτων. Πρόκειται για το παιχνίδι των μαγικών εικόνων, που φαίνονται καλύτερα όταν κατά την ακρόαση του ποιήματος οι μαθητές κρατούν τα μάτια τους κλειστά. Οι εικόνες χαρακτηρίζονται «μαγικές», εφόσον δεν είναι κοινές για όλους, αντίθετα καθορίζονται σε τεράστιο βαθμό από τη φαντασία του καθενός (Ηλία, 2003). Αυτό εναλλακτικά, διαπιστώθηκε άμεσα κατά την έκφραση των αναγνωστικών εντυπώσεων αναφορικά με το ποιητικό κείμενο μέσα από τις ζωγραφιές που τα ίδια τα νήπια-αναγνώστες δημιούργησαν και στη συνέχεια τοποθέτησαν τη μία δίπλα στην άλλη. Επίσης οι μαθητές φόρεσαν τα γυαλιά της φαντασίας (Ηλία, 2003), που θα τους επέτρεπαν να δουν στο σύνολό τους τις πλέον πρωτότυπες και συναρπαστικές εικόνες, με ερέθισμα τους στίχους του ποιήματος του Πάλλη.

Για να εκφραστεί η ταύτιση των μαθητών-αναγνωστών με κάποιο από τα δύο αφηγηματικά πρόσωπα του ποιήματος, αυτοί κλήθηκαν στο άγγιγμα του μαγικού ραβδιού, να «μεταμορφωθούν» στο πρόσωπο που επέλεξαν, χρησιμοποιώντας το χαρακτηριστικό αντικείμενο του αντίστοιχου προσώπου (Ηλία, 2003). Για το παιδί-δάσκαλο το σχετικό αντικείμενο ήταν ένα παλιό αναγνωστικό βιβλίο ενώ για το μαθητή Φουντούκο ήταν ένα μικρό πλαστικό μπαλάκι.

Επιπλέον, ο ωκεανός ή ο ουρανός της φαντασίας μέσα στον οποίο ταξίδεψαν οι μαθητές κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης/ακρόασης του ποιήματος (Ηλία & Ματσαγγούρας, 2006), συνέτεινε στην κινητοποίηση της δημιουργικής σκέψης τους κατά την επαφή τους με το ποίημα. Ως προς τη διαμόρφωση της σχολικής αίθουσας σε ωκεανό ή σε ουρανό της φαντασίας, την πρώτη φορά πραγματοποιήθηκε κατά την απουσία των μαθητών, προκειμένου να προκαλέσει έκπληξη και απορία. Τις επόμενες φορές, που η δραστηριότητα της διαμόρφωσης επαναλήφθηκε άλλοτε προγραμματισμένα και άλλοτε έκτακτα κατόπιν επιθυμίας των μαθητών, ήταν πρωταρχική η συμβολή των ίδιων σε αυτήν.

  1. Συζήτηση

Στην καθολική θετική ανταπόκριση στο ποίημα και στην πληρέστερη βίωση του περιεχομένου του συνέβαλε σημαντικά η δραματοποίησή του. Κατά τη συγκεκριμένη διαδικασία, τα νήπια τοποθετημένα σε κλειστό κύκλο, στραμμένα προς το κέντρο του, απάγγελαν διαδοχικά το ποίημα. Αναλυτικότερα, με σειρά που καθόριζε η τύχη, ένα παιδί κάθε φορά κρατώντας στην αγκαλιά του το σκυλάκι, δραματοποιούσε το ρόλο του δασκάλου, εκφέροντας τους τέσσερεις πρώτους στίχους κάθε στροφής, απευθυνόμενο σε αυτό. Τα υπόλοιπα παιδιά, χτυπώντας ρυθμικά τα κρουστά όργανα του Orff, ώστε να απαγγέλουν συντονισμένα, επιτελούσαν το ρόλο του αφηγητή. Στη δεύτερη στροφή, στο άκουσμα της λέξης «πηδώ», τα παιδιά έκαναν συντονισμένα μια αναπήδηση. Στη δε τελευταία στροφή, μετά την ολοκλήρωση της ομαδικής απαγγελίας του δίστιχου που αναφέρεται στην απομάκρυνση του μαθητή Φουντούκου από το δάσκαλό του, τα νήπια έφευγαν από τον κύκλο, τρέχοντας προς διαφορετικές κατευθύνσεις, ενώ τα κρουστά όργανα που εξακολουθούσαν να κρατούν, προκαλούσαν οχλοβοή. Ο δε συμμαθητής τους που υποδυόταν το μικρό δάσκαλο του Φουντούκου, τους κυνηγούσε, προσπαθώντας μάταια να τους επαναφέρει σε τάξη. Πρόκειται για δραστηριότητα, που τα νήπια εκδήλωναν συχνά την επιθυμία να επαναλάβουν, επειδή κατά την πραγματοποίησή της διασκέδαζαν, εκτονώνονταν και αποφορτίζονταν από την ένταση των μαθημάτων. Ύστερα από πρόταση του εκπαιδευτικού, η οποία έτυχε θερμότατης υποδοχής από τα νήπια, η ανοιχτή σχολική εκδήλωση για το τέλος της χρονιάς (Γραμματάς, 2014) ολοκληρώθηκε με το συγκεκριμένο δρώμενο.

Τα σημερινά παιδιά συμμετέχουν βέβαια σε ένα εντελώς διαφορετικό εκπαιδευτικό σύστημα, που στηρίζεται στη διαθεματικότητα, όπου η γνώση δεν μεταδίδεται όπως στην περίπτωση του Φουντούκου, πολυκερματισμένη σε ανεξάρτητα διδακτικά αντικείμενα, αλλά προσεγγίζεται με επίκεντρο τα παιδικά ενδιαφέροντα και χαρακτηριστικά (Παρασκευά & Παπαγιάννη, 2008). Καθώς βιώνουν την ευνοϊκή για εκείνα εξέλιξη της εκπαίδευσης, κατά τη σύγκριση στην οποία αναπόφευκτα προβαίνουν (Αναγνωστόπουλος, 1987) με τα πρόσωπα του ποιήματος του Πάλλη, αισθάνονται ακόμη περισσότερο οικεία με το σύγχρονο σχολικό περιβάλλον και αυξάνεται η αυτοπεποίθησή τους ως προς την ασφαλή επιβίωσή τους στο συνεχώς εξελισσόμενο κόσμο, με τις έντονες πολυπολιτισμικές επιρροές.

  1. Συμπεράσματα

Η σθεναρή υποστήριξη της επιλογής της Δημοτικής γλώσσας από τον Αλέξανδρο Πάλλη, συνετέλεσε καθοριστικά στη διαχρονική αναγνωστική ανταπόκριση των παιδιών αλλά και των ενηλίκων σε αυτό. Ταυτόχρονα βέβαια, καθοριστική για τη διαχρονικότητα του εν λόγω ποιήματος, που αποδείχτηκε περίτρανα κατά τη διδασκαλία του στο συγκεκριμένο τμήμα νηπίων, στάθηκε η λογοτεχνική αρτιότητά του. Η μετρική ακρίβεια, η επιτυχής ομοιοκαταληξία των στίχων, η εικονοπλαστική δύναμή τους, η ευκρίνεια των αφηγηματικών χαρακτήρων του, η αξιοπιστία του αφηγητή του, η κορύφωση της δράσης και κυρίως η χρησιμοποίηση της τεχνικής του χιούμορ. Ακριβώς επειδή ο Πάλλης επιλέγει να επισημάνει τα αρνητικά στοιχεία του εκπαιδευτικού συστήματος της εποχής του μέσα από το χιούμορ, αναδεικνύεται με τον καλύτερο τρόπο η αναποτελεσματικότητα της αγωγής, όταν βρίσκεται σε απόλυτη διάσταση με τα ενδιαφέροντα των ίδιων των παιδιών.

Ειδικότερα για τους μικρούς αναγνώστες του ποιήματος, το ότι στο διασκεδαστικό αυτό επεισόδιο πρωταγωνιστούν ένα παιδί με το σκυλάκι του, εξασφαλίζει εύκολα το ενδιαφέρον τους. Μέσα από την ταύτισή τους με το μαθητή Φουντούκο βρίσκουν απαντήσεις και διεξόδους για την όποια δυσαρέσκεια ενδεχομένως θα προκαλούσε και στα ίδια σε ορισμένες περιπτώσεις το σχολείο. Όσο δε για τους ενηλίκους, από τους οποίους εξαρτώνται τα εκπαιδευτικά συστήματα, προφανώς με τη συγκεκριμένη προσέγγιση του θέματος από τον ποιητή, οδηγούνται σε προβληματισμούς και αυτοκριτική.

Εν κατακλείδι, δεν θα ήταν υπερβολή να ισχυριστούμε ότι η ανάγνωση του ποιήματος συμβάλλει ώστε μικροί και μεγάλοι, εκπαιδευτικοί και εκπαιδευόμενοι να επικοινωνήσουν, να γεφυρώσουν τις διαφορές τους, να συνειδητοποιήσουν προβλήματα του εκπαιδευτικού συστήματος και να διεκδικήσουν αυτά που θα το καταστήσουν πιο ευχάριστο και ουσιαστικά ωφέλιμο.

Η δραματοποίηση του ποιήματος, σε συνδυασμό με τις εμψυχωτικές δραστηριότητες μέσα από τις οποίες αυτό παρουσιάστηκε, εξασφάλισαν την καθολική και ενθουσιώδη συμμετοχή των μαθητών στη διδασκαλία του και κατά συνέπεια τα μέγιστα οφέλη για εκείνους από την ανάγνωσή του. Οπότε, το ποίημα ενταγμένο στο σχετικό παιγνιώδες διδακτικό πλαίσιο, θα μπορούσε να διδαχτεί εκτός από το Νηπιαγωγείο και στις τρεις πρώτες τουλάχιστον τάξεις του Δημοτικού, καθώς και σε φοιτητές παιδαγωγικών πανεπιστημιακών τμημάτων.

Βιβλιογραφία (Βιβλιογραφικές αναφορές)

Ελληνόγλωσση

Alter, J. (1985). Προς τι η διδασκαλία της λογοτεχνίας; Στο Ι.Ν. Βασιλαράκης  (Μτφρ.),  Η Διδασκαλία της Λογοτεχνίας. Αθήνα: Επικαιρότητα, σ.σ. 63-74.

Αναγνωστόπουλος Β. (1980). Μεταπολεμική παιδική ποίηση. Καρδίτσα.

Αναγνωστόπουλος, Β. (1987). Τάσεις και Εξελίξεις της Παιδικής Λογοτεχνίας στη δεκαετία 1970-1980. Αθήνα: Οι Εκδόσεις των Φίλων.

Γραμματάς, Θ. (2014). Το θέατρο στην εκπαίδευση. Καλλιτεχνική έκφραση και παιδαγωγία. Αθήνα: Διάδραση.

Δελώνης, Α. (1985). Ο Αλέξανδρος Πάλλης και η ποίηση για παιδιά. Διαβάζω, 118, σ.σ. 44-50.

Ηλία, Ε. και Ματσαγγούρας Η. (2006). Από το παιχνίδι στο λόγο: Παραγωγή παιδικών κειμένων μέσα από παιγνιώδεις δραστηριότητες. Στο Π. Παπούλια-Τζελέπη, Α. Φτερνιάτη, Κ. Θηβαίος (Επιμ.), Έρευνα και Πρακτική του Γραμματισμού στην Ελληνική Κοινωνία. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, σ.σ. 307-317.

Ηλία, Ε. (2003). Η ανταπόκριση των μικρών παιδιών σε λογοτεχνικά κείμενα στο πλαίσιο εκπαιδευτικών παιγνιωδών δραστηριοτήτων. Στο Γυναικεία Λογοτεχνική Συντροφιά, Περιπλανήσεις στην Παιδική Λογοτεχνία. Μελετήματα. Αθήνα: Ακρίτας, σ.σ. 81-104.

Καλλέργης,  Η. (1995).  Προσεγγίσεις στην Παιδική Λογοτεχνία. Αθήνα: Καστανιώτης.

Κριαράς Ε. (1985). Αλέξανδρος Πάλλης, αγωνιστής και κήρυκας του δημοτικισμού, Διαβάζω, 118, σ.σ. 21-32.

Μπενέκος, Α. (1981). Ζαχαρίας Παπαντωνίου. Ένας σταθμός στην Παιδική Λογοτεχνία. Αθήνα.

Παρασκευά Φ. & Παπαγιάννη Α. (2008). Επιστημονικές και παιδαγωγικές δεξιότητες για τα στελέχη της Εκπαίδευσης. Αθήνα: Παιδαγωγικό Ινστιτούτο.

Riffaterre, Μ. (1985). Η εξήγηση των λογοτεχνικών φαινομένων. Στο Ι. Ν. Βασιλαράκης  (Μτφρ), Η Διδασκαλία της Λογοτεχνίας. Αθήνα: Επικαιρότητα, σ.σ. 135-164.

Στεργιόπουλος, Κ. (1985). Ο Πάλλης sine ira et studio. Διαβάζω, 118, σ.σ. 33-38.

Τζιόβας, Δ. (1987). Μετά την αισθητική. Θεωρητικές δοκιμές κι ερμηνευτικές αναγνώσεις της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Αθήνα: Γνώση.

Ξενόγλωσση

Anderson, L. (2006). Creative Writing. A Workbook with Readings. London: Routledge Publications.

Booth, W. (1987). The Rhetoric of Fiction. Middlesex: Penguin Books.

Iser, W. (1990). The Implied Reader. Patterns of Communication in Prose Fiction from Bunyan to Beckett. Baltimore and London: The Johns Hopkins University Press.

Tompkins, J. (1988). The reader in history: The changing shape of literary-response. Στο J. Tompkins (Επιμ.), Reader-response criticism. From Formalism to Post-Structuralism. Baltimore and London: The Johns Hopkins University Press, p.p. 201-232.

Κατηγορίες: Αλέξανδρος Πάλλης, Διδακτική, Εισήγηση σε συνέδριο, Λογοτεχνία | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Ένα ποίημα του Αλέξανδρου Πάλλη για την εκπαίδευση και το κοινωνικοπολιτικό της υπόβαθρο (Εισήγηση σε διεθνές συνέδριο)

Πώς τα βιβλία μάς συντροφεύουν παντού και πάντα… (δημοσιευμένο κείμενο σε συλλογικό τόμο)

Πώς τα βιβλία μάς συντροφεύουν παντού και πάντα…
sintrofia me ena vivlio COVER
το κείμενο με το οποίο συμμετέχω στο βιβλίο με τον τίτλο
ΣΥΝΤΡΟΦΙΑ Μ’ ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ
της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς,
που μόλις κυκλοφόρησε
από την Ελληνοεκδοτική,
ISBN: 978-960-563-479-7,
(στις σελίδες 40-42).
Σε αυτό το κείμενο ο μικρός Τάσος που συνομιλεί με τη γιαγιά του για τα αναγνωστικά βιώματά της, νιώθει συνεπαρμένος από τη σχέση της με τα βιβλία της!
Κατηγορίες: Λογοτεχνία, Μυθοπλασία, Φιλαναγνωσία | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Πώς τα βιβλία μάς συντροφεύουν παντού και πάντα… (δημοσιευμένο κείμενο σε συλλογικό τόμο)

SELF TEST ΔΕΥΤΕΡΑ & ΤΡΙΤΗ 27 & 28 ΜΑΡΤΙΟΥ 2022

Κατηγορίες: Χωρίς κατηγορία | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο SELF TEST ΔΕΥΤΕΡΑ & ΤΡΙΤΗ 27 & 28 ΜΑΡΤΙΟΥ 2022

EΙΣΑΓΩΓΗ ΜΑΘΗΤΩΝ/ΤΡΙΩΝ ΣΤΑ ΠΡΟΤΥΠΑ ΚΑΙ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΑ ΓΥΜΝΑΣΙΑ 2022-23

ΕΞΕ – 28548 – 2022 – Εισαγωγή μαθητών στα Π.Σ. και ΠΕΙ.Σ. για το σχολικό έτος 2022-23

Εισαγωγή μαθητών στα Πρότυπα και Πειραματικά Σχολέια για το σχολικό έτος  2022-23 (Προσοχή προθεσμίες) – 4ο Δημοτικό Σχολείο Ζωγράφου

 

Κατηγορίες: Χωρίς κατηγορία | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο EΙΣΑΓΩΓΗ ΜΑΘΗΤΩΝ/ΤΡΙΩΝ ΣΤΑ ΠΡΟΤΥΠΑ ΚΑΙ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΑ ΓΥΜΝΑΣΙΑ 2022-23

Άρθρα στην Αγγλική γλώσσα για εκπαιδευτικά προγράμματα διδακτικής της λογοτεχνίας και δημιουργικής γραφής (2021)

Άρθρα της Ελένης Α. Ηλία (Eleni Ilia) στην Αγγλική γλώσσα για εκπαιδευτικά προγράμματα διδακτικής της λογοτεχνίας και δημιουργικής γραφής, δημοσιευμένα το 2021 

Journal of Modern Education Review, Academic Star Publishing Company, USA

(ISSN 2155-7993), Vol. 11 (2021)  :

-The Role of Blogs in the Approach of School and Society Through the Promotion of Achievements in the Classroom: One Example (No. 3, March 2021, pp. 370–374).

– The “Foundations” of Creative Writing: Creative Narratives of Young Children Inspired by Literature (No. 10, October 2021, pp. 1096–1101).

– Raising the Awareness of Toddlers for Refugees, Through the Educational Program “We Live on a Planet” (No. 11, November 2021, pp. 1222–1226).

 

http://www.academicstar.us/UploadFile/Picture/2021-10/20211018152327331.pdf 

 

Κατηγορίες: Δημιουργική Γραφή, Δημοσιευμένα άρθρα, Διδακτική, Διεθνή περιοδικά, Εκπαιδευτικά Προγράμματα | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Άρθρα στην Αγγλική γλώσσα για εκπαιδευτικά προγράμματα διδακτικής της λογοτεχνίας και δημιουργικής γραφής (2021)

ΕΓΓΡΑΦΗ ΝΗΠΙΩΝ & ΠΡΟΝΗΠΙΩΝ:

Διαδικασία-Έγγραφα (Προσκόμιση στο Νηπιαγωγείο):

  1. Ηλεκτρονική Αίτηση Εγγραφής υποβάλλουν οι γονείς/κηδεμόνες για το Νηπιαγωγείο που ανήκει το νήπιο-προνήπιο στην ηλεκτρονική διεύθυνση: https://proti-eggrafi.services.gov.gr/
  2. Έγγραφο διεύθυνση μόνιμης κατοικίας του νηπίου-προνηπίου.
  3. Ατομικό Δελτίο Υγείας Μαθητή.
  4. Βιβλιάριο υγείας ή άλλο στοιχείο που αποδεικνύει όλα τα εμβόλια που προβλέπονται στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών.
  5. Βεβαίωση από ΚΕΣΥ, ή Δημόσιο Ιατροπαιδαγωγικό Κέντρο ή άλλη αρμόδια δημόσια υπηρεσία, εφόσον υπάρχει, σε περιπτώσεις μαθητών/τριών με αναπηρία ή ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Επισημαίνεται ότι η γνωμάτευση αυτή δεν αποτελεί προϋπόθεση εγγραφής του μαθητή/τριας στο Νηπιαγωγείο, διευκολύνει όμως την οργάνωση για την υποστήριξη μαθητών με ΕΕΑ.

 

Σημείωση:

  1. Η φοίτηση των προνηπίων για το επόμενο σχολικό έτος 2022-2023 γίνεται αυτόματα.
  2. Στο Τμήμα Πρόωρης Υποδοχής (7.45-8.00 π.μ) δικαίωμα συμμετοχής έχουν νήπια/προνήπια τα οποία είναι εγγεγραμμένα και φοιτούν στο προαιρετικό Ολοήμερο Πρόγραμμα.
  3. Πρόωρη αποχώρηση νηπίων-προνηπίων από το Ολοήμερο Πρόγραμμα δεν προβλέπεται. Η αποχώρηση από το Ολοήμερο Πρόγραμμα είναι στις 16.00.

 

Στοιχεία και ώρες επικοινωνίας:

Τηλέφωνο επικοινωνίας: 2285041135

Email:  mail@nipagarsen.kyk.sch.gr

Ώρες επικοινωνίας: 12.15-13.00

Κατηγορίες: Χωρίς κατηγορία | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο ΕΓΓΡΑΦΗ ΝΗΠΙΩΝ & ΠΡΟΝΗΠΙΩΝ: