Έκθεση Αμαλίας Καζιάνη για σεμινάριο PESTALOZZI

Έκθεση για το Σεμινάριο Pestalozzi του Συμβουλίου της Ευρώπης με τίτλο «Cha(lle)nging attitudes and actions for a diverse society: fighting prejudices and discriminatory bullying for equality through human rights: A crosscurricular approach” – «Προκαλώντας και αλλάζοντας συμπεριφορές και δράσεις για μια ποικιλόμορφη κοινωνία: καταπολέμηση των προκαταλήψεων και του εκφοβισμού, για ισότητα μέσω  των ανθρωπίνων δικαιωμάτων: Μια εγκάρσια- θεματική προσέγγιση »

Συντάκτρια έκθεσης: Αμαλία Καζιάνη, εκπαιδευτικός ΠΕ 06 Αγγλικής, Υπεύθυνη Συμβουλευτικού Σταθμού Νέων Μεσσηνίας

 

Το σεμινάριο Pestalozzi του Συμβουλίου της Ευρώπης που διεξήχθη στη Λευκωσία στις 15, 16 και 17 Οκτωβρίου 2014 απευθυνόταν σε εκπαιδευτικούς και επαγγελματίες της εκπαίδευσης από διαφορετικές χώρες της Ευρώπης. Ο φορέας υλοποίησης του σεμιναρίου ήταν το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού Κύπρου και, ειδικότερα, το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Κύπρου. Το σεμινάριο είχε ως στόχο τη θεωρητική και πρακτική / βιωματική προσέγγιση διαφορετικών τρόπων πρόκλησης / αλλαγής στάσεων με στόχο την καταπολέμηση των προκαταλήψεων και την προαγωγή μιας ποικιλόμορφης κοινωνίας. Μέσα από τις εισηγήσεις και τα βιωματικά εργαστήρια καθ’ όλη τη διάρκεια του σεμιναρίου διερευνήθηκαν αποτελεσματικοί τρόποι ευαισθητοποίησης των μαθητών για την άρση των προκαταλήψεων και των διακρίσεων, την πρόληψη του εκφοβισμού που οφείλεται σε αυτές και την προαγωγή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μέσα από διαθεματικές προσεγγίσεις.

Το Πρόγραμμα του σεμιναρίου περιλάμβανε κεντρικές εισηγήσεις, έξι βιωματικά εργαστήρια και δύο εκπαιδευτικές επισκέψεις σε σχολικές μονάδες της Λάρνακας (η ομάδα των συμμετεχόντων χωρίστηκε σε δύο υποομάδες, η μία εκ των οποίων επισκέφθηκε σχολική μονάδα Πρωτοβάθμιας, ενώ η άλλη Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης).

Το σεμινάριο ξεκίνησε με την εισήγηση της Δρος Παυλίνας Χατζηθεοδούλου – Λοϊζίδου, Προϊσταμένης Τομέα Επιμόρφωσης του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου Κύπρου, η οποία αναφέρθηκε στην κεντρική θεματολογία και τους στόχους του σεμιναρίου. Διευκρινίζοντας μερικές από τις έννοιες – κλειδιά του σεμιναρίου, επισήμανε ότι η λέξη «ποικιλομορφία» (diversity) αναφέρεται στη (συν)ύπαρξη διαφορετικών ταυτοτήτων μέσα σε ένα κοινωνικό πλαίσιο.

Μερικά από τα στοιχεία που συνθέτουν την προσωπική ή/και κοινωνική ταυτότητα ενός ατόμου είναι η ηλικία, η φυσική εικόνα (εμφάνιση), το φύλο, η σεξουαλική ταυτότητα, η εθνικότητα, η φυλή, η κοινωνική τάξη, το επάγγελμα και άλλα. Η προαγωγή της ποικιλομορφίας μέσα από εκπαιδευτικές παρεμβάσεις στοχεύει, μεταξύ άλλων, στην αποδοχή των παραπάνω στοιχείων ως συστατικών των ποικίλων ταυτοτήτων, στην άρση προκαταλήψεων και διακρίσεων, στη διαχείριση συγκρούσεων, στην καταπολέμηση της περιθωριοποίησης ή εκφοβισμού των ‘διαφορετικών’ μαθητών, καθώς και της κάθε μορφής ρατσιστικής συμπεριφοράς απέναντί τους.

Κλείνοντας, η δρ Χατζηθεοδούλου – Λοϊζίδου αναφέρθηκε στα κύρια σημεία εστίασης του σεμιναρίου, τα οποία ήταν τα εξής: α) διερεύνηση τρόπων με τους οποίους μπορεί να οξυνθεί η κριτική σκέψη των μαθητών ώστε να μπορούν να προσεγγίζουν κριτικά τις συνθήκες της δικής τους ζωής, β) αύξηση των δυνατοτήτων και ευκαιριών που έχουν οι μαθητές να έχουν τον έλεγχο της πορείας της ζωής τους, γ) προαγωγή μιας πλουραλιστικής και πολυδιάστατης οπτικής μέσω της εκπαίδευσης, δ) διαμόρφωση ενός διαφοροποιημένου αναλυτικού προγράμματος, προσαρμοσμένου στο σύγχρονο πολυπολιτισμικό πλαίσιο και ε) διερεύνηση των προϋπαρχουσών αντιλήψεων σχετικά με τη διδασκαλία και τη μάθηση, οι οποίες ενδεχομένως χρειάζονται αναθεώρηση ή ανα-κατασκευή, με βάση τη φιλοσοφία του κοινωνικού κονστρουκτιβισμού.

Ακολούθησε η κεντρική εισήγηση της Inger Langseth, αναπληρώτριας καθηγήτριας του Τμήματος Επιστήμης και Τεχνολογίας στο Πανεπιστήμιο του Trondheim της Νορβηγίας και εκπροσώπου του Συμβουλίου της Ευρώπης στη Νορβηγία με τίτλο “Cha(lle)nging attitudes and actions for a diverse society through education”. Η κα  Langseth αναφέρθηκε στους τρόπους με τους οποίους η εκπαίδευση μπορεί να συμβάλει στην αλλαγή στάσεων με στόχο την προαγωγή της κοινωνικής και πολιτισμικής ποικιλομορφίας. Πιο συγκεκριμένα, η κα Langseth, ως εκπρόσωπος του Συμβουλίου της Ευρώπης, τόνισε ότι είναι αναγκαία η υιοθέτηση ενός νέου ‘παραδείγματος’ (paradigm shift) στην εκπαίδευση, το οποίο δε θα περιορίζεται στις παραδοσιακές πρακτικές – πρόσβαση των μαθητών στη γνώση και προετοιμασία τους για την αγορά εργασίας. Το ‘νέο παράδειγμα’ της εκπαίδευσης θα περιλαμβάνει νέες πρακτικές, όπως την προετοιμασία των μαθητών για την ανάληψη ρόλων ενεργού πολίτη στη σύγχρονη, σύνθετη και δημοκρατική κοινωνία του σήμερα και του αύριο, καθώς και την εκπαίδευση των μαθητών με στόχο την προσωπική τους ανάπτυξη και αυτονόμηση.

Θεμελιώδες στοιχείο του νέου ‘εκπαιδευτικού παραδείγματος’, σύμφωνα με την κα Langseth είναι η Εκπαίδευση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Ο όρος αυτός περιλαμβάνει, σε επίπεδο μεθοδολογίας, διεργασίες εκπαίδευσης, πρακτικής εξάσκησης των μαθητών, υλοποίησης δραστηριοτήτων και διάχυσης ιδεών και πληροφοριών. Οι διεργασίες αυτές στοχεύουν στο να εξοπλίσουν τους μαθητές με ένα φάσμα γνώσεων, δεξιοτήτων, στάσεων και συμπεριφορών. Απώτερος σκοπός αυτού του μοντέλου εκπαίδευσης είναι η ενδυνάμωση των μαθητών, ώστε να είναι σε θέση οι ίδιοι να αναπτύξουν αλλά και να υπερασπισθούν μια παγκόσμια κουλτούρα προαγωγής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών. Η εκπαίδευση στα ανθρώπινα δικαιώματα μπορεί να διατρέχει το αναλυτικό πρόγραμμα του σχολείου μέσα από τα διαφορετικά διδασκόμενα αντικείμενα, ή και να αποτελεί ένα ξεχωριστό διδακτικό αντικείμενο στο εκπαιδευτικό σύστημα της κάθε χώρας.

Ο ‘διαπολιτισμικός διάλογος’ είναι ένας συνολικός εκπαιδευτικός στόχος και περιλαμβάνει μια ανοιχτή ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των μαθητών ως ατόμων αλλά και μεταξύ ομάδων μαθητών που ανήκουν σε διαφορετικά πολιτισμικά πλαίσια. Η ανταλλαγή αυτή χαρακτηρίζεται από σεβασμό στην οπτική του άλλου και έχει ως απώτερο στόχο τη βαθύτερη κατανόηση του τρόπου με τον οποίο εκείνος βιώνει και αντιλαμβάνεται τον κόσμο. Για την ανάπτυξη του ‘διαπολιτισμικού διαλόγου’ απαραίτητες προϋποθέσεις είναι οι εξής: το μοίρασμα διαφορετικών οπτικών του κόσμου, το να μπορούν οι μαθητές να μάθουν και από τους συμμαθητές τους που δε βλέπουν τον κόσμο με την ίδια με εκείνους οπτική, το να είναι κοινώς αποδεκτό ότι οι διαφωνίες δεν επιλύονται με τη βία, το να συνθέτουν από κοινού εργασίες και projects, το να συμμετέχουν σε συζητήσεις για κοινωνικά θέματα με ειλικρινή διάθεση για προβληματισμό, περιέργεια και ευρύτητα πνεύματος και όχι με μοναδική επιθυμία να ‘νικήσουν’ στη συζήτηση.

Κλείνοντας, η κα Langseth τόνισε τη σημασία της δημιουργίας διαφόρων εκπαιδευτικών διαδικτυακών κοινοτήτων, οι οποίες θα στηρίζονται στην ανάπτυξη διαφορετικών δικτύων μάθησης. Ανέφερε ενδεικτικά τις εκπαιδευτικές ομάδες στο facebook, στο google, στο E-twinning, σε ιστολόγια, στα Massive Open Online Courses (MOOCs) και σε ομάδες που αναπτύσσονται στο πλαίσιο προγραμμάτων όπως το Pestalozzi.

Ακολούθησε σύντομη θεωρητική εισήγηση και, στη συνέχεια, βιωματικό εργαστήριο, το οποίο συντόνισαν οι Λεύκιος Νεοφύτου και Σταυρούλα Βαλιαντή, στελέχη του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου Κύπρου. Τίτλος της εισήγησης: “Addressing challenges in multicultural classroom settings: critical differentiated curriculum development”. Η εισήγηση εστίασε στη συγκριτική προσέγγιση δύο τύπων διδασκαλίας: της πολυπολιτισμικής (multicultural) και της διαφοροποιημένης (differentiated) διδασκαλίας.

Όπως ανέφερε ο Λ. Νεοφύτου, παρ’ όλο που οι δύο μορφές διδασκαλίας προσεγγίζονται συνήθως από τη διεθνή βιβλιογραφία και έρευνα ξεχωριστά η μια από την άλλη, στην ουσία και οι δύο βασίζονται στις αρχές της κοινωνικής ενσωμάτωσης, της ισότητας και της δίκαιης μεταχείρισης. Η βασική διαφορά μεταξύ τους είναι ότι ενώ η πολυπολιτισμική διδασκαλία προάγει και αξιοποιεί τα διαφορετικά πολιτισμικά πλαίσια από τα οποία προέρχονται οι μαθητές για τη διαμόρφωση μιας αποτελεσματικής εκπαιδευτικής διαδικασίας στο πλαίσιο της τάξης, η διαφοροποιημένη διδασκαλία εστιάζει στην επίτευξη μαθησιακών / ακαδημαϊκών στόχων. Ως εκ τούτου, η δεύτερη προϋποθέτει το σχεδιασμό ολοκληρωμένων διδακτικών παρεμβάσεων και αναλυτικών προγραμμάτων, τα οποία θα ανταποκρίνονται στις διαφορετικές μαθησιακές ανάγκες των μαθητών. Συνακόλουθα, στη διαφοροποιημένη διδασκαλία η έμφαση δίνεται στο άτομο – το μαθητή – ενώ στην πολυπολιτισμική διδασκαλία το ενδιαφέρον εστιάζεται στην κοινότητα των μαθητών και στην προστασία των συλλογικών ταυτοτήτων που αναδύονται μέσα σε αυτήν.

Προκειμένου ο εκπαιδευτικός να διαχειριστεί αποτελεσματικά αλλά και να προαγάγει την κοινωνική ποικιλομορφία στη σχολική κοινότητα, είναι σημαντικό να υιοθετήσει μια συνθετική προσέγγιση των δύο προαναφερθεισών μορφών διδασκαλίας: μια τέτοια προσέγγιση περιλαμβάνει αφ’ ενός την αποδοχή και διατήρηση των συλλογικών ταυτοτήτων και αφ’ ετέρου την υποστήριξη του κάθε μαθητή για την επίτευξη των ατομικών μαθησιακών του στόχων.

Στο βιωματικό εργαστήριο που ακολούθησε, οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε 3 ομάδες: η πρώτη ομάδα κλήθηκε να υποστηρίξει την άποψη ότι μια μαθήτρια που φοράει μαντίλα (ως έκφραση θρησκευτικής ταυτότητας) θα πρέπει να γίνει δεκτή μέσα στη σχολική τάξη. Η δεύτερη ομάδα κλήθηκε να υποστηρίξει την αντίθετη άποψη και η τρίτη ομάδα είχε το ρόλο του παρατηρητή. Τα μέλη της τρίτης ομάδας τοποθετήθηκαν μεταξύ των δύο άλλων ομάδων και λειτουργούσαν σαν ‘βαρόμετρα’, μετακινούμενα από και προς την κάθε ομάδα, ανάλογα με το πόσο επηρεάζονταν από τα επιχειρήματά της. Κάθε μια από τις 2 πρώτες ομάδες είχε τη δυνατότητα, αφού συσκεφθεί, να εκφράσει ένα επιχείρημα, σε δύο συνολικά κύκλους συζήτησης, στους οποίους οι ομάδες συμμετείχαν διαδοχικά. Στόχος της δραστηριότητας δεν ήταν η ανάδειξη του πιο ισχυρού επιχειρήματος, αλλά η συνειδητοποίηση εκ μέρους των συμμετεχόντων της σημασίας του εποικοδομητικού διαλόγου, του σεβασμού της άποψης του άλλου και της άσκησης στην ενσυναίσθηση (ικανότητα να μπαίνουμε στην θέση του άλλου).

Ακολούθησε βιωματικό εργαστήριο που συντόνισε η Άννα Κουππάνου, στέλεχος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου Κύπρου με τίτλο: “creative responses to issues of conflict: the case of Literature”. Θέμα του εργαστηρίου ήταν οι τρόποι δημιουργικής προσέγγισης μιας σύγκρουσης, μέσα από παραδείγματα της λογοτεχνίας.

Στην εισήγησή του με τίτλο “mobilizing ‘Implicit Activisms’ in schools through Critical Pedagogies of Emotion” ο Μιχαλίνος Ζεμπύλας, αναπληρωτής καθηγητής στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο Κύπρου, έδωσε έμφαση στην Κριτική Παιδαγωγική του Συναισθήματος στην εκπαίδευση και τόνισε τη σημασία της αναγνώρισης εκ μέρους των εκπαιδευτικών του ρόλου των συναισθημάτων στη γνώση. Η πορεία του κάθε μαθητή προς την απόκτηση νέων γνώσεων συνιστά μια σύνθετη γνωστικοσυναισθηματική διεργασία.

Κάθε παιδαγωγική προσέγγιση (διδασκαλία, δραστηριότητα, εκπαιδευτική παρέμβαση) που στοχεύει στην πρόληψη και καταπολέμηση του ρατσισμού, των προκαταλήψεων και των κάθε μορφής διακρίσεων θα πρέπει να λαμβάνει υπ’ όψιν την ύπαρξη ‘τραυματικής γνώσης’ (‘troubled knowledge’). Η έννοια αυτή είναι εμφανής και πιο εύκολα αντιληπτή σε μετατραυματικά πλαίσια (κοινωνίες που έχουν πρόσφατα ή παλαιότερα βιώσει εμπειρίες πολέμου, ακραίου εθνικισμού, παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ή κάθε μορφής κοινωνικής κρίσης).

Η ‘τραυματική γνώση’ μπορεί να αποτελέσει αφετηρία για μια αναστοχαστική διαχείριση της γνώσης εκ μέρους των μαθητών. Επίσης μπορεί να αποτελέσει θεμελιώδες στοιχείο για την εφαρμογή παιδαγωγικών παρεμβάσεων που στοχεύουν στη διαπολιτισμική εκπαίδευση, την εκπαίδευση για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την ειρήνη κ.ο.κ. Η ‘τραυματική γνώση’ μπορεί να εγείρει συναισθήματα πόνου, ντροπής, νοσταλγίας, ενοχής. Τα συναισθήματα αυτά μπορεί να είναι απόρροια της τραυματικής γνώσης, αλλά ενδεχομένως επηρεάζουν και τον τρόπο με τον οποίο οι μαθητές προσεγγίζουν και επεξεργάζονται (φιλτράρουν) τη νέα γνώση. Η διεργασία αυτή, σύμφωνα με το Μ. Ζεμπύλα ονομάζεται “critical emotional reflexivity” και εμπεριέχει τόσο γνωστικά όσο και συναισθηματικά στοιχεία. Συνακόλουθα, εκπαιδευτικές παρεμβάσεις που βασίζονται σε αυτή τη διεργασία μπορούν να συμβάλουν στην ενεργό έκφραση στάσεων και συμπεριφορών αποδοχής, ενσυναίσθησης και αλληλεγγύης εκ μέρους των μαθητών μέσα από την καθημερινή τους δραστηριοποίηση στο σχολικό πλαίσιο. Αυτή η έμπρακτη ευαισθητοποίηση ονομάζεται “implicit activism”.

Οι παιδαγωγικές παρεμβάσεις που στοχεύουν στην προαγωγή της κοινωνικής δικαιοσύνης και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και στην εξέλιξη των μαθητών σε ενεργούς δημοκρατικούς πολίτες συχνά επιτυγχάνουν το στόχο τους μέσα από την αποδόμηση παγιωμένων τρόπων με τους οποίους οι μαθητές αλλά και οι εκπαιδευτικοί αντιλαμβάνονται τον κόσμο. Η διεργασία αυτή χαρακτηρίζεται ως “pedagogy of discomfort”, καθώς μέσα από το περιεχόμενο και τη μεθοδολογία της ‘αναγκάζει’ τόσο τον εκπαιδευτικό όσο και το μαθητή να ‘ξεβολευτεί’ και να ‘ξεμάθει’ τρόπους με τους οποίους συνήθιζε να βλέπει, να αισθάνεται και να δρα. Απώτερος στόχος αυτής της παιδαγωγικής είναι η υιοθέτηση μιας κριτικής οπτικής εκ μέρους του μαθητή και του εκπαιδευτικού, η ανάληψη μιας υπεύθυνης στάσης απέναντι στη ζωή του ίδιου και των άλλων, καθώς και η προαγωγή μιας συλλογικής θεώρησης του κόσμου.

Το βιωματικό εργαστήριο που συντόνισε η Άντρη Σάββα, μέλος του διδακτικού προσωπικού του Ανοικτού Πανεπιστημίου Κύπρου, είχε ως στόχο να εξοικειώσει τους συμμετέχοντες με διάφορες μορφές αναπαράστασης των ιδεών μέσα από έργα τέχνης. Τίτλος του εργαστηρίου: “empowered ideas: Human rights issues through art as text”.

Το επόμενο εργαστήριο συντόνισε ο Χρήστος Σταυρινίδης, καθηγητής μουσικής στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και Συντονιστής Μουσικών Σχολείων Κύπρου. Το εργαστήριο είχε τίτλο: “Gender representation through Rebetiko music in Kakogiannis’ film Stella (1955)”. Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε έξι ομάδες, κάθε μία από τις οποίες επεξεργάστηκε ένα ολιγόλεπτο απόσπασμα από την κινηματογραφική ταινία «Στέλλα» του Μ. Κακογιάννη. Στην κάθε ομάδα μοιράστηκαν φύλλα εργασίας με ερωτήσεις και θέματα για ανάλυση και σχολιασμό, με βάση το απόσπασμα προς επεξεργασία. Η δραστηριότητα συνέβαλε στην εποικοδομητική ανταλλαγή απόψεων, οπτικών και ερμηνειών, ειδικά μεταξύ των αλλοδαπών συμμετεχόντων που είχαν την ευκαιρία μέσα από τη δραστηριότητα να γνωρίσουν στοιχεία της Ελληνικής κουλτούρας εκείνης της δεκαετίας.

Το πέμπτο κατά σειρά εργαστήριο συντόνισε η Έλενα Παπαμιχαήλ, στέλεχος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου Κύπρου. Τίτλος του εργαστηρίου: “Cha(lle)nging perceptions of ‘self’ and ‘other’ through Health Education”. Στόχος της άσκησης ήταν η συνειδητοποίηση και στη συνέχεια η από-δόμηση στερεοτύπων, γενικεύσεων και αυθαίρετων συνεπαγωγών στις οποίες συχνά οι άνθρωποι καταλήγουν, ειδικά σε ζητήματα που σχετίζονται με την αναπαράσταση του φύλου. Οι συνεπαγωγές αυτές αφορούν ‘συνήθεις’ ιδιότητες που αποδίδονται στους άνδρες ή στις γυναίκες, προσδοκίες για τη συμπεριφορά, την εμφάνιση ή το επάγγελμά τους. Με τον τρόπο αυτό καταδείχθηκε η διάσταση του φύλου ως κοινωνικής κατασκευής, σύμφωνα με τη θεώρηση του κοινωνικού κονστρουκτιβισμού.

Τέλος, στο έκτο και τελευταίο εργαστήριο με τίτλο “Natural sciences towards fostering human rights: hands-on activities in Physics and Biology lessons” οι Γ. Τσαλάκος, Γ. Καρμιώτης και Α. Baytelman κατέδειξαν το ρόλο δύο σημαντικών τύπων γνωστικής επεξεργασίας των πληροφοριών: της αυθόρμητης και της αναλυτικής σκέψης. Η αυθόρμητη σκέψη επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τις προϋπάρχουσες αντιλήψεις του ατόμου – συμπεριλαμβανομένων και των προκαταλήψεων – οι οποίες έχουν διαμορφωθεί μέσα από την αλληλεπίδραση του ατόμου με το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον. Αντίθετα, η αναλυτική σκέψη βασίζεται σε αντικειμενικά στοιχεία και λογικές συνεπαγωγές. Σύμφωνα με τους εισηγητές, είναι σημαντικό το άτομο να αξιολογεί τα δεδομένα από την παρατήρηση του φυσικού και κοινωνικού περιβάλλοντος έχοντας επίγνωση των στερεοτύπων και των προκαταλήψεών του και προσπαθώντας να μείνει ανεπηρέαστο από αυτά. Τόσο οι μαθητές όσο και οι εκπαιδευτικοί θα πρέπει να αναγνωρίζουν το γεγονός ότι οι επιστημονικές εξελίξεις εξαρτώνται από το εκάστοτε κοινωνικό και πολιτιστικό πλαίσιο και βρίσκονται σε διαρκή αλληλεπίδραση με αυτό.

Η τρίτη και τελευταία ημέρα περιλάμβανε επισκέψεις σε σχολικές μονάδες για την παρακολούθηση σχολικού μαθήματος. Ειδικότερα, η ομάδα που πραγματοποίησε επίσκεψη στο Γυμνάσιο Αραδίππου παρακολούθησε τη διδασκαλία του μαθήματος της μουσικής. Η διδακτική ενότητα είχε τίτλο «Ένα μουσικό υβρίδιο: Η περίπτωση της Ελληνικής μουσικής στη Νότιο Ιταλία». Η εκπαιδευτικός, Κ. Θεοδώρου, αρχικά κάλεσε τους μαθητές να συμμετάσχουν στη σύνθεση ενός γνωστού Ελληνικού τραγουδιού της Ν. Ιταλίας. Στη συνέχεια συζητήθηκε το περιεχόμενο του τραγουδιού, καθώς και ιστορικά, πολιτισμικά, γεωγραφικά, μουσικά και γλωσσολογικά στοιχεία που σχετίζονταν με αυτό. Ακολούθησε η προβολή βίντεο με την ενορχήστρωση του τραγουδιού από Ελληνικό συγκρότημα και το μάθημα έκλεισε με τους μαθητές να ενορχηστρώνουν και να τραγουδούν το τραγούδι αυτό. Μέσα από αυτή τη διδακτική παρέμβαση καταδείχθηκε πώς είναι εφικτό μέσα από το μάθημα της μουσικής να επιτευχθεί μια διαθεματική προσέγγιση η οποία να συνδυάζει τη μουσική με τον πολιτισμό, τη γλώσσα, την ιστορία και τη γεωγραφία, αναδεικνύοντας παράλληλα τον τρόπο με τον οποίο αλληλεπιδρούν τα παραπάνω στοιχεία και ‘ενσαρκώνονται’ μέσα από μία μορφή τέχνης.

Μετά την ολοκλήρωση των δύο παράλληλων διδακτικών παρεμβάσεων στα σχολεία οι δύο ομάδες συγκεντρώθηκαν και παρακολούθησαν μια παρουσίαση – σύνοψη των θεωρητικών εισηγήσεων που πραγματοποιήθηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια του σεμιναρίου. Το σεμινάριο έκλεισε με την ανατροφοδότηση από τους συμμετέχοντες, οι οποίοι εξέφρασαν τις εντυπώσεις τους από το περιεχόμενο και τη μεθοδολογία τόσο των διδακτικών παρεμβάσεων που προηγήθηκαν, όσο και ολόκληρου του σεμιναρίου.

 

Κατηγορίες: Χωρίς κατηγορία | Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Έκθεση Αμαλίας Καζιάνη για σεμινάριο PESTALOZZI

Καλημέρα κόσμε!

Καλωσήρθατε στο Blogs.sch.gr. Αυτό είναι το πρώτο σας άρθρο. Αλλάξτε το ή διαγράψτε το και αρχίστε το “Ιστολογείν”!

Κατηγορίες: Χωρίς κατηγορία | 1 σχόλιο