Α.Δημήτρουλας -εμπλοκή

Αρχεία για 'ΧΗΜΕΙΑ'

ΛΕΥΚΟΧΡΥΣΟΣ:Προέλευση ονόματος και χημικού συμβόλου

Συγγραφέας: ΔΗΜΗΤΡΟΥΛΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ στις 12 Ιουνίου 2009

Λευκόχρυσος: Σύμβολο Pt Λατινικά: Platinum < εκ του Ισπανικού Platina, υποκοριστικό του <  Iισπανικού Plata < εκ του Λατινικού Plattus και αυτό εκ του Ελλ. πλατύς          Η αυτοφυής πλατίνα είναι μια ομάδα ορυκτών, χαρακτηριστική περίπτωση στερεών διαλυμάτων, όπου ο λευκόχρυσος είναι ο διαλύτης και οι διαλυμένες ουσίες συγγενή με αυτόν μέταλλα. ( Σίδηρος, χαλκός, νικέλιο, ιρίδιο, ρόδιο, παλλάδιο, κασσίτερος, όσμιο, ρουθήνιο, χρυσός, άργυρος, βισμούθιο και μόλυβδος ). Το ορυκτό αυτό ( γνωστό πιθανότατα στον αρχαίο κόσμο ) ανακαλύφθηκε τον 16ον αιώνα στη νότιο Αμερική από τους Ισπανούς κατακτητές. Οι Ισπανοί έδωσαν στο ορυκτό αυτό το όνομα πλατίνα, το οποίο είναι υποκοριστικό του plata, που σημαίνει άργυρος- ασήμι.          Το 1803 ο Άγγλος επιστήμονας W. H. Wollaston ανακάλυψε στην αυτοφυή πλατίνα δύο μέταλλα το παλλάδιο και το ρόδιο. Την ίδια περίπου εποχή ( 1804 )ο Άγγλος χημικός Smithson Tennant ανακάλυψε, πάντα στην αυτοφυή πλατίνα, δύο άλλα μέταλλα, το ιρίδιο και το όσμιο. Τέλος το 1884 ο Κ. Κ.Klaus, ανακάλυψε και άλλο μέταλλο στην αυτοφυή πλατίνα το ρουθήνιο.  Η προέλευση των ονομάτων των παραπάνω στοιχείων έχει ως ακολούθως. Platina: Υποκοριστικό του Ισπανικού plata. Η αρχική έννοια του plata ήταν πλατύ φύλλο μετάλλου, στη συνέχεια κατέληξε να σημαίνει ασήμι – άργυρος. Η λέξη plata προέρχεται από το Λατινικό Plattus και αυτό από το Ελλ. πλατύς. Το Λατινικό όνομα του λευκοχρύσου (Platinum, Pt ), καθώς και το χημικό του σύμβολο προέρχονται από το Ελλ. επίθετο πλατύς.

Κατηγορία ΧΗΜΕΙΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Χαλκός:προέλευση ονόματος και χημικού συμβόλου

Συγγραφέας: ΔΗΜΗΤΡΟΥΛΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ στις 28 Μαΐου 2009

ΧΑΛΚΟΣΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ:                                                                                                                Γραμμική Γραφή Β: kako χαλκός > χαλκός ο Κύπριος > (aes)  Cyprium> CuprumΛατινική ονομασία στοιχείου: Cuprum. Σύμβολο στοιχείου: Cu          Το όνομα του χημικού αυτού στοιχείου, χαλκός, απαντά μόνο στην Ελληνική γλώσσα. Η προέλευση του ονόματος αυτού έχει τεράστια σημασία για τους ιστορικούς της γλώσσας και ιδιαίτερα για τους υποστηρικτές της λεγόμενης <<ινδοευρωπαϊκής>> θεωρίας. Η Λατινική λέξη << aesaeri >> η οποία έχει ακριβώς την ίδια έννοια με την Ελληνική << χαλκός >>, συναντάται στις διάφορες <<ινδοευρωπαϊκές>> διαλέκτους, όπως ais στη Γοτθική, er ( erz )  στην αρχαία Γερμανική και ar ( ore ) στην Αγγλο-Σαξωνική. Oι Λατίνοι όμως έμαθαν το μέταλλο από τους Έλληνες και το προμηθεύονταν από την Κύπρο  και το όνομα που χρησιμοποιούσαν << aes Cyprum >>,φανερώνει ακριβώς τον τόπο προέλευσης του μετάλλου. Γεννάται λοιπόν ένα μεγάλο ερώτημα. Πώς οι Ινδοευρωπαίοι δεν έχουν στο λεξιλόγιό τους την λέξη χαλκός, τη στιγμή μάλιστα κατά την οποίαν η κοιτίδα τους τοποθετείται προς ανατολάς, ‘όπου τα αρχαιολογικά ευρήματα έδειξαν χρήση του μετάλλου από την έβδομη χιλιετηρίδα π. χ.; Πώς η τέχνη και η τεχνική της επεξεργασίας του μετάλλου έρχεται από την Ανατολή, ενώ το όνομά του κινείται αντίθετα; Γιατί όπως θα φανεί στην συνέχεια και το Λατινικό όνομα του χαλκού << aesaeri >>, είναι ένα Ομηρικό επίθετο το οποίο δηλώνει τον τρόπο κατεργασίας με τον οποίον παρήγετο  το πολύτιμο μέταλλο. Τόσο πολύτιμο, ώστε ολόκληρη περίοδος του ανθρώπινου πολιτισμού να πάρει το όνομά της από τον χαλκό. Χαλκολιθική εποχή ή Ανεολιθική ( Aeneus = χαλκούς ), καθώς και εποχή του χαλκού.          Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφερθεί τι πίστευαν οι αρχαίοι Έλληνες σχετικά με τον χαλκό και τι πληροφορίες διαφύλαξαν και μετέφεραν οι μεγάλοι της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, Όμηρος και Ησίοδος σχετικές με αυτό το μέταλλο. Οι Έλληνες ελάτρευαν  τον Ήφαιστον ως θεό της πυράς. Ο θεός ετιμήθη ιδιαίτερα στη  Λήμνο, η οποία ήταν το ιερό νησί του. Οι Αθηναίοι έκτισαν ναό του Ηφαίστου πλησίον του Κεραμικού, και κατέστησαν  προς τιμή του την εορτή Λαμπαδηφορία ή Χαλκεία όπως την ονόμαζαν. Ιδιαίτερα τιμούσαν τον Ήφαιστον οι τεχνίτες ( Χαλκείς και σιδηρουργοί ) γιατί τον θεωρούσαν ευρετή της δια του πυρός κατεργασίας των μετάλλων. Μεταξύ των πολλών επιθέτων με τα οποία ήταν γνωστός ήταν και τα εξής: Αίθων, Αιθαλόεις, Αιώνιος, Πυρίπνοος, Χαλκεύς και Χαλκοτέχνης. Ο Ήφαιστος αλληγορείται στο ολικό πύρ, αλλα και σε τεχνίτη έμπειρο. Κατά την βασιλεία του Διός έστησε το εργαστήριο στον Όλυμπο όπου κατασκεύασε τα υπέρλαμπρα δώματα του βασιλέα των θεών, αλλά και τις κατοικίες των άλλων θεών. Τα εργαλεία του ήταν αξιοθαύμαστα. Τα φυσερά του ανέβαιναν και κατέβαιναν αυτόματα, ανάλογα με τις προσταγές του. Είχε κατασκευάσει και μερικές νέες – χάλκινες οι οποίες τον βοηθούσαν στο έργο του.  Γυναίκα του ήταν η ωραιοτάτη θεά Αφροδίτη, αλλά αυτή όμως εμοιχεύετο με τον ΄’Αρη. Ο Άρης αλληγορείτο εις τον σίδηρο ( εκ του οποίου κατασκεύαζαν τα πολεμικά όπλα ) και η Αφροδίτη αλληγορείται γενικώς στην τάση που έχουν τα  στοιχεία προς ένωση δια της οποίας προκύπτει η γέννηση των όντων. Ο χαλκός εθεωρείτο ιερό μέταλλο της Αφροδίτης, ενώ ο σίδηρος του Άρη. Ο Όμηρος αλλά και ο Ησίοδος αναφέρουν το μέταλλο ως <<ερυθρό >>σε σχέση με το χρώμα του. Σε σχέση με την στίλβουσα επιφάνεια του αποκαλείται αίθοψ ( = αιθός + όψ δηλαδή ο έχων όψιν πυρός, αστράπτων ), ήνοψ ( = α + όψ=άνοψ δηλαδή αυτός που δεν μπορεί να κοιταχθεί από την πολλή λαμπρότητα ), νώροψ ( εκ του νη+οράν = στιλπνός – λαμπρός ) και φαεινός ( = λάμπων ακτινοβόλος – λαμπρός ). Ο Ησίοδος  ( Έργα και Ημέραι 149 ) αναφέρει ότι ήταν το πρώτο μέταλλο που   οι παλαιοί έμαθαν να << χωνεύουσι >> και να κατεργάζονται, ( τοις δ’ήν χάλκεα μεν τεύχεα, χάλκεα τε οίκοι, χαλκώ δ’ εργάζοντο, μέγας δε ουκ έσχε σίδηρος ).          Επειδή ο χαλκός ήταν το συνήθως εν χρήσει μέταλλον, κατήντησε η λέξη να σημαίνει κάθε μέταλλο. Όταν άρχισε η κατεργασία του σιδήρου, η λέξη χαλκός εχρησιμοποιείτο κυρίως από τους ποιητές αντί του σιδήρου.  Οί Έλληνες κατασκεύαζαν όπλα και άλλα αντικείμενα από κράματα χαλκού – κασσιτέρου, όπως έδειξαν και οι χημικές αναλύσεις σε διάφορα ευρήματα. Το μέταλλο ευρίσκετο σε πολλά μέρη της Ελλάδας όπως μαρτυρούν και τα πολλά σχετικά τοπωνύμια ( Χάλκη – Χαλκίδα – χαλκιδική – Χάλκεια ) Επίσης μεγάλα  χαλκωρυχεία υπήρχαν στην Ταμασσό της Κύπρου. Από την Κύπρο οι Ρωμαίοι μετέφεραν το μέταλλο με το όνομα <<     aesCyprum >>          Αρχικά η κατεργασία του μεταλλεύματος γινόταν με φωτιές από ξύλα σε ανοιχτό χώρο. Αργότερα κατασκευάστηκαν ειδικοί λάκκοι για την τήξη του μετάλλου. Οι λάκκοι ήταν γεμισμένοι με λιθάρια, με κάρβουνο και μετάλλευμα. Η φωτιά  σε αυτές τις συνθήκες   ήταν ικανή να προκαλέσει την αναγωγή ( = η αγωγή προς τα άνω, δηλαδή προς το καλλίτερο υλικό που ήταν το μέταλλο ). Το ρεύμα του αέρα που απαιτείτο για την καύση του κάρβουνου δινόταν από το κάτω μέρος, στην αρχή με φυσικό αερισμό και στη συνέχεια με φυσητήρες. Ο χαλκός που παρήγετο καθαριζόταν με συνεχείς τήξεις. Είναι λογικό και φυσικό, αρχικά οι άνθρωποι να επεξεργάστηκαν τον αυτοφυή χαλκό. Στη συνέχεια, κατά την Χαλκολιθική περίοδο, ανακάλυψαν την θερμική εξαγωγή του μετάλλου κυρίως από μεταλλεύματα που περιείχαν οξείδια του μετάλλου, από τα οποία είναι πιο εύκολη η εξαγωγή με φυσικό αερισμό. Με τις μεθόδους αυτές, επίσης είναι λογικό, η ποιότητα του παραγόμενου μετάλλου, να μην ήταν η καλλίτερη δυνατή. Με την επινόηση όμως των φυσητήρων και την ρύθμιση επομένως της θερμοκρασίας βελτιώθηκε η ποιότητα του παραγόμενου χαλκού και αυξήθηκε η παραγωγή του καθότι μπόρεσαν να αξιοποιηθούν και θειούχα μεταλλεύματα τα οποία απαιτούν πιο εξελιγμένη τεχνική για την αποδέσμευση του μετάλλου. Την ίδια εποχή είναι πιθανόν να επινοήθηκε και η κράση του μετάλλου με κασσίτερο η οποία έδωσε άλλες προοπτικές με την κατασκευή του κρατερώματος  (  μπρούντζος   ).Στη Γραμμική Γραφή Β΄ αναφέρεται το μέταλλο με το ίδιο όνομα: kako           Στη Λατινική γλώσσα το πολύτιμο μέταλλο φέρει την ονομασία < aes – aeris>. Οι Λατίνοι επίσης ονόμαζαν  < aeneusaum  > τον έχοντα το χρώμα του χαλκού, < aenusaum > τον χαλκούν μεταφορικά τον σκληρό και  < aereusaum > τον χάλκινο. Πιστεύω ότι όλες οι παραπάνω ονομασίες του χαλκού, οι οποίες είναι φανερό ότι είναι παρεμφερείς, εμπεριέχουν τρείς βασικές ιδιότητες του μέτάλλου. Η βασική λέξη < aes > είναι πολύ πιθανόν στην αρχική της μορφή να ήταν<<aeres>> και με αποβολή του –re– να επικράτησε η ονομασία < aes – aeris>, σαν επίθετο  εκείνου του χαλκού που παρήγετο μέσω των φυσητήρων και ο οποίος ήταν καλλίτερης ποιότητας. Χαλκός ο  <<aeres>> δηλαδή ήταν ο χαλκός ο παρασκευασμένος με τεχνητό αερισμό. Δεν μπορεί όμως να αποκλεισθεί και η πιθανότητα η λέξη να προέρχεται από το Ομηρικό ρήμα αίθω το οποίο οι Λατίνοι έλεγαν < aestuoaviatumare > και η σημασία του είναι φλέγω, αναχέω φλόγες. Ο χαλκός είναι < αερότεκτος > με την έννοια ότι παρασκευάζεται με ορθή χρήση του αέρα ( για την αναγωγή του μεταλλεύματος και τις συνεχείς τήξεις  ώστε να  παραχθεί  καθαρότερο το μέταλλο καθώς και για την κράση του, κυρίως με κασσίτερο για την βελτίωση των ιδιοτήτων του)Ο χαλκός επίσης είναι << αιώνιος >>, μην ξεχνάμε ότι το μέταλλο κυριάρχησε πάνω από 30 αιώνες ( Χαλκολιθική εποχή – εποχή χαλκού ). Τέλος ο χαλκός είναι αίθων έχει δηλαδή την όψη της φλόγας και με την έννοια του χρώματος αλλά και με την έννοια του αστραφτερού και λαμπρού.  Ο θεός της μεταλλουργίας Ήφαιστος    έχει ακριβώς τα ίδια    (μεταξύ των άλλων ) επίθετα. Ο Ήφαιστος είναι Αίθων   είναι Αιώνιος και Πυρίπνοος. Είναι άριστος γνώστης της τέχνης του <χυτεύειν>αφού αυτός είναι ο ευρετής της. Ο μεγάλος δάσκαλος της  Ευρώπης, ο Όμηρος έχει μια καταπληκτική περιγραφή της τέχνης του στην Ιλιάδα, όταν τον επισκέφτηκε η μάννα  του Αχιλλέα, η Θέτιδα για να τον παρακαλέσει να φτιάξει καινούργια άρματα για τον υιό της, μετά τον θάνατο του Πάτροκλου: << Ως είπε ταύτα, παρατώντας την στα φυσερά διαγέρνει στη φλόγα τα’γυρε και πρόσταξε ν’αρχίσουν να δουλεύουν. Κι αυτά ήταν είκοσι, και κίνησαν μαζί, και στα καμίνια φυσούσαν, δυνατά ξεχύνοντας λογής λογής αγέρα,πότε τον Ήφαιστο, σα βιάζονταν, γοργά να παραστέκουν, και πότε πάλε όπως τον βόλευε, να βγει η δουλειά ως την άκρα. Ρίχνει μετά καλάι  κι ατίμητο μες τη φωτιά χρυσάφι κι ασήμι και χαλκό ακατάλυτο,……>>             Δημήτρουλας Αθανάσιος – Χημικός

Κατηγορία ΧΗΜΕΙΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Χρυσός:προέλευση ονόματος και χημικού συμβόλου

Συγγραφέας: ΔΗΜΗΤΡΟΥΛΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ στις 28 Μαΐου 2009

ΕΥΓΕΝΗ ΜΕΤΑΛΛΑ ΧΡΥΣΟΣ ( AURUM )ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ: Όρνυμι – όρωρα – ορωρώς-α-ον > aurora > aurum.Σύμβολο: Αu Ο χρυσός ίσως είναι το πρώτο μέταλλο που γνώρισε ο άνθρωπος. Ο αυτοφυής χρυσός έχει λαμπρό κίτρινο χρώμα και η ιδιότητα του αυτή έλκει τους ανθρώπους. Πάντοτε το μέταλλο αυτό με τη λαμπρότητά του προσέδινε κύρος στους κατόχους του και για το λόγο αυτό αναζητήθηκε μετά μανίας από τους ανθρώπους.Οι αρχαίοι Χημικοί ενόμιζαν μερικά μέταλλα ιερά των πλανητών, διότι τα θεωρούσαν όμοια με τους πλανήτες ως προς την ποιότητα. Έτσι  του Κρόνου ιερός ήταν ο μόλυβδος του Διός ο κασσίτερος της Αφροδίτης ο χαλκός, του Άρεως ο σίδηρος και του Ερμού ο Υδράργυρος. Στον ήλιο απέδιδαν ως ιερό μέταλλο τον χρυσό και τούτο ήταν αναμενόμενο γιατί οι χρυσαφένιες ακτίνες του ηλίου όταν προσπίπτουν στο μέταλλο αυτό αντανακλώνται ολόιδιες και κάνουν τον ήλιο να λάμπει σαν χρυσό ή το χρυσό σαν ήλιο. Οι αλχημιστές ονόμαζαν τον χρυσό <<βασιλέα των μετάλλων >>. Αλλά  και ο ήλιος <<βασιλεύει >> όπως λέγεται μέχρι και σήμερα. Το όνομά του είναι καθαρά Ελληνικό, δεν υπάρχει σε άλλες γλώσσες. Οι ινδοευρωπαϊστές ματαίως προσπαθούν να ετυμολογήσουν τον χρυσό         ( όπως και τον σίδηρο, τον κασσίτερο τον άνθρακα αλλά και τον μόλυβδο ) για να στηρίξουν την θεωρία τους. Τους είναι αδιανόητο, το αρχαιότερο των μετάλλων να έχει στην Ελληνική γλώσσα ειδικό όνομα. Αναρωτιούνται πώς και δεν δανείστηκαν οι Έλληνες το <<ινδοευρωπαϊκό >> όνομα του μετάλλου και πως είχαν δικό τους όνομα για το χρυσό, αφού και το αλφάβητο  <<δανείστηκαν >> από τους Φοίνικες. Η απάντηση είναι απλή και έχει δοθεί από το 1952 από τον Άγγλο αρχιτέκτονα  Βέντρις. Ο αποκρυπτογράφος  της Γραμμικής Γραφής Β κατόρθωσε να διαβάσει τις πήλινες πινακίδες και να αποδείξει ότι οι Κρήτες και οι Μυκηναίοι μιλούσαν Ελληνικά. Από τις πινακίδες αυτές άρχισαν να ξεπηδούν μία-μία οι Ελληνικές λέξεις που μιλάμε και σήμερα. Αναγνωρίσθηκαν από τις πινακίδες κύρια ονόματα, προθέσεις, αριθμητικά, επίθετα και ουσιαστικά με οκτώ πτώσεις ( Σήμερα έχουμε τέσσερις, τις μισές και κινδυνεύουν να γίνουν μία ) Μέσα στους μαυρισμένους πηλούς ανακαλύφθηκαν και τα μέταλλα όπως τα λέμε και τώρα:  Xρυσός    (kuruso ), Χαλκός (kako ), Άργυρος (akuro ), Μόλυβδος (Moriwodo ). Oι πήλινες πινακίδες αποδείχθηκαν << μάλαμα >> και για το λόγο αυτό ο συνεργάτης του Βέντρις Τζών Τσάντγουίκ είχε γράψει ότι όλοι οι Έλληνες πρέπει να σέβονται  τα μαυρισμένα κομμάτια του πηλού γιατί αυτά κυρίως έπεισαν τον κόσμο ότι οι δημιουργοί του Μυκηναϊκού πολιτισμού ήταν Έλληνες.Το όνομα λοιπόν του μετάλλου ήταν το ίδιο και στην εποχή της Γραμμικής Γραφής Β, Μάλιστα είχε και ιδεόγραμμα, πράγμα που φανερώνει ότι το ονομά του ανάγεται σε ακόμη πιο παλαιότερες εποχές      ΧΟι Λατίνοι  ονόμαζαν τον χρυσό << aurum >>. αύρον από την Λατινική ονομασία της αυγής την οποίαν καλούσαν  <<Aurora >>. Όπως θα φανεί όμως στη συνέχεια, και η λέξη αυτή είναι μία ξεχασμένη Ελληνική λέξη η οποία διατηρήθηκε στο προσκήνιο μέσω των Ρωμαίων, όπως και πάρα πολλές άλλες Ελληνικές λέξεις.Το αρχαίο Ελληνικό ρήμα <<αύω >> σημαίνει αναύω, ανάπτω πύρ και στη μέση φωνή ανάπτομαι <<παίρνω φωτιά >>. Από το ρήμα αυτό παράγεται η ηώς  Δωρικά αώς και Αιολικά άυως ( άFως ). Η λέξη αυτή σημαίνει 1) το γλυκοχάραμα την αυγή τα χαράματα 2) το φώς της ημέρας 3) το πρωί ως χρονικό μέρος της ημέρας καθώς και την ίδια την ημέρα αφού οι Έλληνες μετρούσαν την ημέρα κατά πρωΐας, και ενίοτε την ανατολή 4) Σαν κύριο όνομα η Ηώς ήταν η θεά της αυγής, της πρωΐας η οποία εξεγείρεται από τον Ωκεανό εκ της κλίνης του συζύγου αυτής Τιθωνού, και προπομπεύει τον ήλιο. Μεταξύ των πολλών επιθέτων με τα οποία είναι γνωστή η θεά είναι και τα εξής: Χρυσόθρονος, Χρυσοπέδιλος και Χρυσήνιος. Συνώνυμα της Ηούς είναι και τα : Έως, Αυγή και Αίγλη.AURORA ονόμαζαν οι Λατίνοι την Ηώ των αρχαίων Ελλήνων. Σύμφωνα με τον Ησίοδο ( θεογονία 371-374 ). η Ηώς είναι η θεά της αυγής, κόρη του Υπερίωνα και της Θείας, αδερφή της Σελήνης και του Ήλιου. Ο Όμηρος αναφέρει ότι << μόλις τελειώνει η νύχτα, η Ροδοδάκτυλος  Ηώς σηκώνεται από το κρεβάτι, ανεβαίνει στο άρμα της που το οδηγούν δύο άλογα, ο Λάμπος και ο Φαέθων, και φθάνει πρώτη  στον Όλυμπο όπου αναγγέλλει την άφιξη του Ήλιου. Το όνομα της Ηούς παράγεται από το ξεχασμένο Ομηρικό ρήμα αύω, που σημαίνει λάμπω, και αλληγορείται με την προπορευόμενη του ηλίου, λάμφη. ( είναι γνωστό ότι κατά την ανατολή πρώτα εμφανίζεται η λάμψη και κατόπιν ο ίδιος ο ήλιος ) Η αναγγελία στον Δία του ερχομού του ήλιου υποδηλώνει το γεγονός ότι οι ακτίνες του ήλιου πρώτα εμφανίζονται στην κορυφή του Ολύμπου μια και είναι το υψηλότερο βουνό.Με την λέξη <<aurora >> οι Λατίνοι ονόμαζαν την πρώτη  αυγή, ενώ  <<tota aurora >> ήταν για τους Λατίνους όλη η ανατολή. Για να φανεί η προέλευση της λέξης πρέπει να ανατρέξουμε πολύ πίσω στον Όμηρο, στον <<μεγάλο δάσκαλο της Ευρώπης >>. Το Ομηρικό ( αλλά και Ησιόδειο ) ρήμα << ρούω >>σημαίνει εγείρομαι και ορμώ, υψούμαι., ενώ το ρομαι αποθετικό του ρούω σημαίνει φυλάττω, επιστατώ, επιτηρώ. Παρόμοια σημασία είχε και το << ρνυμι ή ρνύω του οποίου ο αόριστος β΄ είναι ώρορε. Στον μέσο τύπο του ρήματος ανήκει και ο παρακείμενος <<ρωρα>>. Η ριζική του σημασία είναι 1) κινώ, διεγείρω, σηκώνω,  [ εισόκε μοι φίλα γούνατ’ορώρη = εφ’ όσον τα γονατά μου έχουν δύναμη να κινούνται : Ιλ. Ι 610,  Οδυσ. Σ 133 ] και 2) εγείρω απ’ Ωκεανού [ Ηριγένειαν ώρσεν Οδ. Ψ348 ], το δε μέσο και ο παρακείμενος ( όρωρα ) σημαίνει , κινούμαι ,εγείρομαι, εξεγείρομαι μάλιστα εκ της κλίνης [ Ηώς εκ λεχέων… ώρνυτο ]. Είναι φανερό ότι η AURORA είναι το επίθετο της Ηούς που προκύπτει από το ξεχασμένο Ομηρικό << όρνυμι >> και δηλώνει την εκ της κλίνης, που είναι στον ωκεανό, εγερθείσα και ταχέως κινουμένη προς τα άνω Ηώ, την αυγή. Ποια είναι όμως η ακριβής σχέση της Ηούς (AURORA) με τον χρυσό;  Προφανώς το χαρακτηριστικό κίτρινο χρυσαφένιο χρώμα και η λάμψη που εκπέμπουν και τα δύο. Ο Όμηρος χωρίς ο ίδιος να το έχει μάθει ποτέ συνετέλεσε ώστε να συμβολίζουμε σήμερα τον χρυσό με το σύμβολο Au.           Η συνήθεια να ονοματίζουν οι άνθρωποι τα διάφορα αντικείμενα από τις χαρακτηριστικές τους ιδιότητες, είναι παλιά και εξακολουθεί να υφίσταται και σήμερα. Ένα παράδειγμα σχετικό με το χρώμα του χρυσού φαίνεται και στο κείμενο που ακολουθεί, παρμένο από την Ελληνική Αρχαιολογία. << ..Εις την Μαυριτανίαν εβασίλευσαν ο Άτλας και ο Έσπερος. Εις τους εφόρους εκείνους τόπους ήσαν κήποι διαβόηυοι έχοντες μάλιστα κίτρα νεράντζια και λειμώνια ( = λεμόνια ). Γνωρίζομεν δε πάντες ότι τα οπωρικά ταύτα έχουν χρυσοειδές χρώμα και μάλιστα τα νεράντζια.  Όθεν ονομάστηκαν  aurantia Λατινιστί ό εστί χρυσά και κατ’ολίγον εξέπεσον στα νεράντζια παρ’ημίν. Ταύτα τα οπωρικά έφερε στην Ελλάδα ο Ηρακλής και οι ποιηταί ονόμασαν αυτά μήλα, επειδή το μήλο είναι το επισημώτατον και ωραιότερον όλων των οπωρικών.Δημήτρουλας Αθανάσιος-Χημικός

Κατηγορία ΧΗΜΕΙΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Νικέλιον- προέλευση ονόματος και χημικού συμβόλου

Συγγραφέας: ΔΗΜΗΤΡΟΥΛΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ στις 28 Μαΐου 2009

 ΝΙΚΕΛΙΟΣύμβολο: ΝiΛατινικά: Niccolum < (Kupfer ) – nickel εκ του Ελλ. νείκος          Το μέταλλο αυτό απομονώθηκε για πρώτη φορά σε ακάθαρτη κατάσταση από το Σουηδό χημικό Κρόστεντ ( A. Cronstedt ), ο οποίος πρότεινε και το όνομα του στοιχείου. Το 1804  ο Γερμανός χημικός J. Richter, απομόνωσε σε αρκετά καθαρή κατάσταση το μέταλλο.           Το όνομά του προήλθε από το Γερμανικό όνομα  Kupfernickel. Έτσι ονομάζετο ένα μετάλλευμα που ήταν γνωστό από τον 17ο αιώνα και το οποίο περιέχει Νικέλιο  ( NiAs)To μετάλλευμα αυτό έμοιαζε εξωτερικά με μετάλλευμα χαλκού(Kupfer στα γερμανικά είναι ο χαλκός). Nickel ονόμαζαν ένα δαιμόνιο των ορυχείων για το οποίο πίστευαν ότι τροφοδοτούσε με πέτρες και γυμνούς βράχους τους εξαγωγείς ορυκτών αντί για μετάλλευμα, λοιδορώντας και στεναχωρώντας τους.          Στην Αρχαία Ελλ. Γραμματεία αναφέρεται το ρήμα νεικέω ( Μέλλων νεικέσσω ). Ο Όμηρος και ο Ησίοδος χρησιμοποιούν τους Ιωνικούς τύπους του ρήματος νεικείω. Η σημασία του είναι ερίζω, λογομαχώ, φιλονικώ, ενώ μεταβατικό σημαίνει στενοχωρώ, δυσαρεστώ, ονειδίζω, λοιδορώ, κακολογώ, κατηγορώ. Το νείκος για τους Αρχαιοέλληνες ήταν έρις, φιλονικία, λογομαχία, λοιδωρία. Τέλος για τον Εμπεδοκλή το νείκος και η φιλότης ήταν οι δύο δημιουργικές δυνάμεις της φύσεως και του σύμπαντος κόσμου.          Η Θεογονία του Ησιόδου αναφέρει ότι μετά το έγκλημα του Κρόνου ο οποίος απέκοψε τα αιδοία του Ουρανού, όσες σταγόνες αίματος έπεσαν στη Γη αυτή τις δέχτηκε και μετά από καιρό γέννησε όλα τα κακά μεταξύ αυτών και την Έριδα η οποία γέννησε τα Νείκεα. Κατά άλλη εκδοχή η Έρις ήταν κόρη της νυκτός και επειδή ήταν ταραχοποιός δεν την κάλεσε η Θέτις στους γάμους της με τον Πηλέα και αυτή από τον φθόνο της έρριψε το μήλο ανάμεσα των τριών θεών , Ήρα – Αθηνά – Αφροδίτη, των οποίων η φιλονικία οδήγησε στον Τρωικό πόλεμο. Η Έρις γέννησε πολλά τέκνα. Μεταξύ αυτών τον Πόνο την Λήθη τον Λιμόν τα Άλγη και τα Νείκεα. Τα τελευταία πέρασαν ανά τους αιώνες στη λαϊκή φαντασία των χριστιανών ως διαβολικά όντα ( Old Nick = o γέρο διάβολος ) και είναι αυτά που έδωσαν το όνομά τους στο  μέταλλο νικέλιο.  

Κατηγορία ΧΗΜΕΙΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Προέλευση των χημικών συμβόλων

Συγγραφέας: ΔΗΜΗΤΡΟΥΛΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ στις 18 Μαΐου 2008

ΧΗΜΙΚΗ ΟΝΟΜΑΤΟΛΟΓΙΑ         

Την περίοδο της επιστημονικής δράσης του Λαβουαζιέ η μέθοδος ονομασίας των χημικών ενώσεων και στοιχείων, ευρίσκετο  σε πλήρη σύγχυση, διότι συνέχιζαν να χρησιμοποιούνται οι παλιοί αλχημικοί όροι. Ο σύγχρονος του Λαβουαζιέ  Guyton de Morveau, κατανοώντας την σύγχυση που επικρατούσε, δημοσίευσε το 1782 μια εργασία σχετική με τις μεθόδους που έπρεπε να εφαρμοστούν για να συστηματοποιηθεί η χημική ονοματολογία. Εκείνη τη χρονική περίοδο, ο Λαβουαζιέ, είχε τινάξει στον αέρα την θεωρία  του φλογιστού, ερμηνεύοντας σωστά το φαινόμενο της καύσης, και οπωσδήποτε ενδιαφερόταν για κάθε πρόταση η οποία θα έφερνε τάξη στην επιστημονική διαδικασία. Έτσι συνεργάστηκε με τον Μορβώ μαζί με τους Berthollet και Fourcroy (Νέοι χημικοί , οπαδοί της θεωρίας του Λαβουαζιέ ). Η ομάδα αυτή το 1787 παρουσίασε το βιβλίο << Μέθοδος χημικής ονοματολογίας >>. Το βιβλίο αυτό περιείχε τις αρχές για την ονομασία των χημικών ενώσεων, οι οποίες χρησιμοποιούνται ουσιαστικά μέχρι και σήμερα.          Σύμφωνα με αυτές τις αρχές α) Κάθε ουσία έπρεπε να έχει καθορισμένο όνομα και β) Τα ονόματα των απλών ουσιών έπρεπε να εκφράζουν τα χαρακτηριστικά τους, ενώ τα ονόματα των ενώσεων έπρεπε να δείχνουν την σύνθεσή τους από τα απλά συστατικά τους. Το σύστημα ήταν απλό, επικράτησε  και υιοθετήθηκε από όλους τους χημικούς. Παράλληλα ο σπουδαίος αυτός χημικός ολοκλήρωσε  την Στοιχειώδη Πραγματεία της Χημείας, την οποία και κυκλοφόρησε το 1789 με ολοκληρωμένη τη θεωρία του και βασισμένη στη καινούργια γλώσσα. Στο βιβλίο αυτό,  αναφέρει με λεπτομέρεια την πειραματική βάση στην οποία στηρίχτηκε για την απόρριψη του φλογιστού, περιγράφει την νέα θεωρία της καύσης με το Οξυγόνο να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο και καθορίζει τον σκοπό της Χημείας, που δεν είναι άλλος παρά η ανακάλυψη των απλών στοιχείων τα οποία συμμετέχουν στη σύνθεση των διαφόρων σωμάτων της φύσης. Σύμφωνα με αυτό τον ορισμό, συνέταξε και ένα πίνακα ο οποίος περιλάμβανε τις απλές ουσίες που υπήρχαν στη φύση και οι οποίες θα μπορούσε να θεωρηθούν ως στοιχεία των διαφόρων σωμάτων.  Ο πίνακας αυτός αποτελεί μάλλον τον πρώτο πραγματικό πίνακα των  χημικών στοιχείων.          Με το Λαβουαζιέ καθιερώθηκε η  μέθοδος της Ποσοτικής ανάλυσης, γιατί όλοι οι ερευνητές συνειδητοποίησαν την αξία των ποσοτικών μεθόδων, οπότε επιχειρήθηκε η εφαρμογή των μαθηματικών στη Χημεία. Στην κατεύθυνση αυτή αξιοσημείωτη δράση ανέπτυξαν ο Γερμανός Riichter, ο Γάλλος Proust και ο Άγγλος Dalton. O Jeremias Benjamin Richter δημοσιεύει το 1792 τις βάσεις της στοιχειομετρίας. Ο Proust διατυπώνει τον νόμο των σταθερών αναλογιών , ενώ ο Dalton εμφανίζει την Ατομική Θεωρία η οποία δίνει θεωρητικό υπόβαθρο στη ποσοτική μελέτη και δημοσίευσε πίνακα με Ατομικά βάρη. Ο ίδιος  επινόησε και ένα σύστημα συμβόλων για να αναπαραστήσει τα άτομα των διαφόρων στοιχείων. Την ίδια περίπου περίοδο ( 1814 ), ο μεγάλος οργανωτής της Χημείας J?ns Jacob Berzelius προτείνει να χρησιμοποιείται σαν χημικό σύμβολο των στοιχείων το πρώτο γράμμα του Λατινικού ονόματος. Ο  Berzelius συμβάλλει αποφασιστική στη συστηματοποίηση της χημείας με την χρήση των χημικών συμβόλων που πρότεινε. Η πρόταση του Μπερζέλιους ήταν απλή. Τα χημικά σύμβολα των στοιχείων πρότεινε να είναι το αρχικό γράμμα του Λατινικού ή του Ελληνικού ονόματος αυτών.   Όταν τα ονόματα των στοιχείων άρχιζαν από το ίδιο γράμμα, έπρεπε να χρησιμοποιηθεί το επόμενο διακριτικό γράμμα του ονόματος. Η μεταρρύθμιση αυτή επέτρεψε να παρασταθούν οι χημικές αντιδράσεις με απλό τρόπο και για το λόγο αυτό η πρόταση του Berzelius βρήκε απήχηση σε όλους τους χημικούς και αυτή χρησιμοποιείται και σήμερα.

          Η πρόοδος των θετικών επιστημών κατά τον 18ο – 19ο αιώνα είναι εντυπωσιακή. Σίγουρα πρωταγωνιστικό ρόλο για την πρόοδο αυτή έπαιξαν οι πολιτικές, οι οικονομικές και οι κοινωνικές συνθήκες εκείνης της περιόδου. Είχε όμως προηγηθεί η περίοδος της αναγέννησης και επομένως είχαν διαμορφωθεί οι κατάλληλες συνθήκες για την αλματώδη αυτή ανάπτυξη. Εκτός όμως από τις συνθήκες αυτές, ένας άλλος παράγοντας, έπαιξε καίριο και καθοριστικό ρόλο στην επιστημονική πρόοδο που αναφέρθηκε. Ο παράγοντας αυτός ήταν η Ελληνίδα Γλώσσα. Το μέγεθος της συμβολής της Ελληνικής γλώσσας στην πρόοδο των επιστημών, είναι ασύγκριτο γιατί είναι διαχρονικό. Δεν περιορίζεται σε μία χρονική περίοδο. Για να φανεί η τεράστια αυτή συμβολή απαιτείται ειδική έρευνα και μελέτη.

    Στους Πίνακες που ακολουθούν έχουν τοποθετηθεί τα χημικά στοιχεία που απαντούν στη Γη κατά αλφαβητική σειρά. Επίσης φαίνεται ο ατομικός αριθμός κάθε στοιχείου, ο μαζικός αριθμός των φυσικών ισοτόπων και τα ποσοστά με τα οποία απαντούν στη φύση και τέλος το σύμβολο τους και η προέλευση του ονόματος.

Κατηγορία ΧΗΜΕΙΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »

Ο ΑΝΘΡΑΚΑΣ

Συγγραφέας: ΔΗΜΗΤΡΟΥΛΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ στις 16 Μαΐου 2008

ΑΝΘΡΑΚΑΣ

Στις διάφορες βιβλιογραφίες αναφέρεται , κατά περίεργον τρόπο, ότι η λέξη είναι άγνωστης ετυμολογίας. Δίνεται έτσι Η εντύπωση στον αναγνώστη ότι δεν πρόκειται για Ελληνική λέξη. Ο Όμηρος αναφέρει ( Ιλ.Ι 213) «ανθρακιήν στορέσας οβελούς εφύπερθε τάννυσεν». Αφού πέσουν δηλαδή τα κάρβουνα τα απλώνουμε και βάζουμε από πάνω τον οβελία, όπως και σήμερα. Η σημασία της λέξης ήταν για τους αρχαίους α) κάρβουνο αναμμένο β) λιθάνθραξ γ) πολύτιμος λίθος χρώματος βαθέως ερυθρού δ) κακοήθες απόστημα και ίσως η ευλογιά                   Με τη σειρά του ο Αριστοτέλης στα Μετεωρολογικά αναφέρει «Των δε καυστών τα μεν φλογιστά εστι τα δε αφλόγιστα. Τούτων δε ένια ανθρακευτά». Ανθρακευτός εκαλείτο ο κατάλληλος να μεταβληθεί δια της καύσεως σε άνθρακα, ο μη φλογιστός. Η καύση κατά την παρασκευή των ανθράκων ονομάζετο «ανθρακουργία» Οι Παρνήσιοι άνθρακες, δηλαδή οι κατασκευασμένοι στους δρυμούς της Πάρνηθος ήταν ονομαστοί. Για το αέριο που παράγεται από τους καιόμενους άνθρακες, ο Αριστοτέλης λέγει: Οι άνθρωποι υπό της των ανθράκων ατμίδος «καρηβαρούσι και φθείρονται πολλάκις». Καρηβαρέω σημαίνει ότι έχω ή αισθάνομαι οχληρόν βάρος επί της κεφαλής.          Οι φυσικοί άνθρακες προέρχονται από φυτικούς οργανισμούς , δια βραδείας απανθρακώσεως,υπο την επίδραση υψηλών θερμοκρασιών και πιέσεων, απουσία αέρος. Τέτοιοι άνθρακες είναι: α) Ο αδάμας , το σκληρότερο υλικό από όπου και το ελληνικό του όνομα που σημαίνει αδάμαστος β) ΟΙ γραφίτης (από το γράφειν) και γ) Οι Γαιάνθρακες,  Ανθρακίτης – Λιθάνθραξ – Λιγνίτης ( από το λιγνύς -ύος = πυκνός καπνός μαζί με φλόγες που παράγει καιόμενος ) – Ποάνθραξ ή Τύρφη που προέρχεται από απανθράκωση ξύλων.          Οι τεχνητοί άνθρακες, Κώκ – Άνθραξ αποστακτήρων – Ξυλάνθραξ – Ζωϊκός άνθραξ – αιθάλη, παρασκευάζονται με απόσταξη, εκτός από την αιθάλη που προκύπτει από ατελή καύση. Ο σκελετός των δένδρων, τα φυτικά νήματα και το ξύλο αποτελούνται από κυτταρίνη, χημική ένωση που περιέχει άνθρακα, υδρογόνο και οξυγόνο σε αναλογία νερού. Όταν μετατρέπονται τα παραπάνω μέρη σε άνθρακα χάνουν κυρίως νερό. Ο ξυλάνθραξ παρασκευάζεται από ξύλα σύμφωνα με την παρακάτω διαδικασία. Σωρός χλωρών ( αποκομμένων προσφάτως )ξύλων τοποθετείται εντός λάκκου και καλύπτεται με χλωρά χόρτα, κυρίως φτέρη. Στη συνέχεια η φτέρη καλύπτεται με χώμα. Έτσι, ο σωρός των ξύλων έρχεται σε επαφή με ελάχιστο αέρα. Από το κάτω μέρος του σωρού ανάπτεται φωτιά σε όλη τη μάζα. Λόγω της ελλείψεως του αέρα, η καύση είναι ατελής και οδηγεί σε μετατροπή των ξύλων σε κάρβουνο. Τέλος, όταν υπολογίζεται η ολοκλήρωση της μετατροπής, σβήνεται η φωτιά με άφθονο νερό και τα κάρβουνα είναι έτοιμα.   Η παραπάνω διαδικασία παρασκευής ανθράκων ονομάζεται ατελής καύσις (με σημερινή χημική ορολογία) και παριστάνεται με τη χημική εξίσωση που ακολουθεί:Κυτταρίνη  + οξυγόνο       Κάρβουνο + νερό ( υδρατμοί) + μονοξείδιο άνθρακα  + άλλα αέρια ( σε μικρές ποσότητες ). Με αρχαιοελληνική ορολογία η διαδικασία αυτή θα μπορούσε να αποδοθεί κυριολεκτικά με τον όρο: Ξήρανσις των ξύλων. Πραγματικά το ρήμα <<ξηραίνω>> για τους αρχαίους είχε την έννοια: αποξηραίνω, αφαιρώ το νερό, στεγνώνω ( Εξηράνθει πεδίον Ιλ. Φ. 345). Η αποξήρανση αυτή αποδιδετο κατά την αρχαιότητα  με το  (ξεχασμένο ) ρήμα «κάρφω»-μέλλων κάρψω επικό ρήμα που σημαίνει μαραίνω, καταξηραίνω. ( Κάρψω μεν χρόα καλόν Οδύσσεια Ν 398.- Ηέλιος χρόα κάρφει, Ησίοδος Έργα και Ημέραι 573) Από το ρήμα αυτό προέρχεται και η λέξη «κάρφος» που σημαίνει ι) Παν είδος ξύλου ή καλάμου λεπτού και ξηρού,ιι) ξηροί κλάδοι, τεμάχια ξύλου, άχυρα και ιιι) Πινακίδιον ξύλινον. Από τη λέξη κάρφος προέρχεται και η νεοελληνική λέξη «καρφί», για την οποίαν έχουμε την έκφραση «δεν μου καίγεται καρφί». Το γνωστό όμως σιδερένιο αντικείμενο ως γνωστόν δεν καίγεται  , επομένως η αρχική του σημασία ήταν καρφί(ον) = μικρό ξερόκλαδο και με τον καιρό ξεχάστηκε. Από τα παραπάνω γίνεται φανερό  ότι η λέξη «κάρφος» αποδίδει κυριολεκτικά το «αποξηραμμένο ξύλο» δηλαδή το κάρβουνο.          Στη Λατινική γλώσσα το Ελληνικό φ μεταβάλλεται σε b στο μέσον της λέξεως (  Μέγα Λεξικό στο λήμμα φ) πράγμα που συμβαίνει και στην Ελληνική γλώσσα όπου το Φρύγες γίνεται Βρύγες και το Φίλιππος γίνεται Βίλιππος. Επίσης ( σύμφωνα με το ίδιο Λεξικό ) σε συλλαβή επομένη άλλης που αρχίζει με δασύ , το φ μεταβάλλεται σε β όπως στη λέξη στρέφω – στρόμβος. Το συμπέρασμα που προκύπτει από τα αναφερθέντα είναι ότι ο Ελληνικός «κάρφων» μετεβλήθη στον Λατινικό ( κάρβων) carbon και από αυτόν στη συνέχεια το όνομα του χημικού στοιχείου carboneum, από το οποίο προήλθε το χημικό σύμβολο του στοιχείου C.          Η ονομασία «άνθραξ» αναφέρεται στις διάφορες βιβλιογραφίες ως λέξη αγνώστου προελεύσεως.  Οι Γλωσσολόγοι και η  Γλωσσική όμως Επιστήμη θα μπορούσαν με λίγη προσπάθεια και καλή διάθεση να διερευνήσουν την ακριβή σύσταση της λέξεως και να δώσουν την ορθή ερμηνεία αυτής. Με διερεύνηση και προσεκτική παρατήρηση της λέξεως  «άνθραξ», εύκολα μπορεί να διαπιστωθούν τα εξής:α) Η λέξη έχει άμεση σχέση με την Ομηρική λέξι ανθρακιά-άς ( Ιων. ανθρακίη)β) Η λέξι είναι κλιτή, άνθραξ-άνθρακος, όπως όλες οι ελληνικές λέξεις.γ) Τα τελικά γράμματα των ελληνικών λέξεων, όταν είναι σύμφωνα μπορεί να είναι μόνο τα σύμφωνα Ν, Ρ και Σ. Δεν υπάρχει ελληνική  λέξη που να τελειώνει π.χ σε Β ή Δ ή Τ, κ.τ.λ., διότι απλούστατα δεν κλίνεται, επειδή δεν ακούγεται καλά  και δεν προφέρεται εύκολα.  Όλες οι ελληνικές λέξεις εγκλείουν μουσικότητα. Οι λέξεις που καταλήγουν σε Ξ, Ψ δεν εξαιρούνται διότι τα γράμματα αυτά είναι σύνθετα, ΚΣ και ΠΣ αντίστοιχα. Ο άνθραξ έχει σαν τελικό σύμφωνο το Ξ δηλαδή ΚΣ.δ) Οι ελληνικές ονομασίες των κυρίων ονομάτων αλλά και των διαφόρων υλικών, έχουν κατά κανόνα άμεση σχέση με κάποια ή κάποιες από τις ιδιότητες που έχουν. Η πιο χαρακτηριστική ιδιότητα που χρησιμοποιήθηκε από τους σοφούς ονοματοθέτες για την παραγωγή λέξεων, είναι ο ήχος που παράγεται από το προς ονομασία αντικείμενο. Οι ηχομίμητες λέξεις είναι πάρα πολλές. Ας δούμε μερικές που προκύπτουν από τους χαρακτηριστικούς ήχους ΤΡ και ΘΡ.ΤΡ τρίζω – τριγμός κ.λ.πΤΡ Τρέμω – τρόμοςΤΡ Ταράσσω – ΤαραχήΤΡ Τρύζω ( =Ψιθυρίζω, γογγύζω ) – Τρυγών ( Το τρυγόνι)ΘΡ Θρίζω (=θερίζω ) – θερισμόςΘΡ Θραύω – θραύσμα ΘΡ Θρέομαι ( = κράζω μεγαλοφώνως – ξεφωνίζω ) – ΘρήνοςΘΡ Θροέω – θρόος – θόρυβοςΘΡ Θρύπτω ( = θραύω σε μικρά κομμάτια )ΘΡ Θριάζω ( = Διατελλώ εν προφητική παραφοράΘΡ Θράσσω ( και αναθράσσω). Είναι συντετμημένος τύπος του ταράσσω = ενοχλώ ανησυχώΘΡ Θράττομαι = Συντρίβομαι – συγκόπτομαι καθώς και καταστρέφω – αφανίζω.Να δούμε και μερικά ουσιαστικά που προέρχονται από τον ήχο ΘΡ.α) Ήχος ΘΡΠΣ Θρίψ -θριπός, είναι το σκουλήκι που κατατρώγει το ξύλο ( = σαράκι), προφανώς από τον χαρακτηριστικό ( τριγμό ή θριγμό ) ήχο που κάνει η δράση του στο ξύλο.β) Ήχος  ΘΡ Θρόος ( = θρόισμα ), είναι ο χαρακτηριστικός ήχος που προκαλείται από την κίνηση των θάμνων είτε από τον αέρα είτε από κάποιο ζώο.γ) Ήχος ΘΡΤΣ Θερισμός ( θερίζω. Προέρχεται από τον ήχο που παράγεται κατά την κοπή του σίτου από το δρέπανον.)δ) Ήχος ΘΡFΣ Θραύσμα. Είναι ο ήχος που παράγεται κατά το τσάκισμα κλαδιών σε μικρά κομμάτια.ε) Ήχος ΘΡΚΣ ( ΘΡΞ ) Είναι ο ήχος που παράγεται από τα κάρβουνα, ιδιαίτερα όταν τα πατάμε και θρυμματίζονται, αλλά και γενικότερα κατά την μετακίνησή τους εκπέμπουν ένα τέτοιο ξερό ήχο. Από τον ήχο αυτό ΘΡΞ   προέρχεται και η ονομασία του άνθρακα. Πράγματι το κάρβουνο θράσσει και αναθράσσει, δηλαδή παράγει και αναπαράγει τον ήχο ΘΡΞ.  Η παραγωγή του ήχου γίνεται πριν τη καύση και η αναπαραγωγή κατά την καύση, όπου ο θόρυβος είναι πιο χαρακτηριστικός με παράλληλη εκπομπή θραυσμάτων -σπιθών οι οποίες «σκάνε»  στον αέρα με καταληκτικό ήχο Ξ, εξαιτίας της ζωηρότητας της καύσης, ιδιαίτερα κατά τον αερισμό. Άνθραξ λοιπόν είναι το προϊόν εκείνο του ξύλου το οποίον θράσσει ( = παράγει τον ήχο ΘΡΚΣ  πριν την καύση ) και αναθράσσει ( = αναπαράγει τον ήχο ΘΡΞ  κατά την καύση).  Τέλος να σημειωθεί ότι ο Όμηρος μεταχειρίζεται τη λέξη «ανθρακίη» για τους πεπυρακτωμένους άνθρακες, δηλαδή για αυτούς που αναθράσσουν.ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: 1) Ομήρου Ιλ. -Οδ 2) Αριστοτέλης Περι Αισθ.- Μετεωρ. 3) Ησίοδος Έργα και Ημέραι 4) Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης                                                                         

Κατηγορία ΧΗΜΕΙΑ | Δε βρέθηκαν σχόλια »