Εγκληματικότητα και ασφάλεια στο διαδίκτυο. Ο Μάνος Σφακιανάκης μας λέει τι πρέπει να προσέχουμε στα κοινωνικά δίκτυα
«Γεια σου! Είμαι παιδόφιλος και επικοινωνώ μαζί σου με σκοπό να συναντηθούμε από κοντά και να σε εκμεταλλευτώ σεξουαλικά».
Η παραπάνω δήλωση είναι πράγματι σοκαριστική αλλά εάν ο παιδόφιλος στην προσπάθεια προσέγγισης του υποψήφιου θύματος μέσω διαδικτύου ακολουθούσε τη συγκεκριμένη τακτική, οι πιθανότητες να συνέχιζε το παιδί την επαφή και να τον συναντούσε σε πραγματικό χώρο και χρόνο, θα ήταν ελάχιστες.
Τι συμβαίνει όμως όταν η επικοινωνία από μέρους του βασίζεται στην υιοθέτηση μιας στρατηγικής, καλά σχεδιασμένης, περιλαμβάνοντας ένα σύνολο θετικών στην αρχή συμπεριφορών, με στοιχεία κακοποίησης που εμφανίζονται σταδιακά ξαφνιάζοντας το παιδί αλλά όχι σε τέτοιο βαθμό, ώστε να ενεργοποιήσουν την άμεση αντίδρασή του για τον επικείμενο κίνδυνο;
Online Grooming
Ο λόγος για το onlinegrooming, δηλαδή τη διαδικασία αποπλάνησης κατά την οποία ο παιδόφιλος, μέσα από τη χρήση διαδικτυακών επικοινωνιακών εργαλείων και την υιοθέτηση διαφορετικών προτύπων συμπεριφοράς, επιδιώκει να αναπτύξει μια σχέση εμπιστοσύνης με το παιδί, αποσκοπώντας ορισμένες φορές σε μυστική συνάντηση μαζί του, αποτέλεσμα της οποίας μπορεί να είναι η τέλεση ασελγών πράξεων σε βάρος του ή/και η παραγωγή και συλλογή σχετικού πορνογραφικού υλικού.
Στο σημείο αυτό είναι απαραίτητο να διευκρινιστεί, ότι παιδόφιλος είναι ο ενήλικος που νιώθει σεξουαλική διέγερση και αναπτύσσει σεξουαλικές φαντασιώσεις με ανήλικα παιδιά. Από τη στιγμή όμως που επιδιώξει να έλθει σε σεξουαλική επαφή με ανήλικο, πραγματοποιώντας τις αρρωστημένες ερωτικές του φαντασιώσεις, είναι παιδεραστής. Στη συνέχεια του άρθρου χρησιμοποιούνται εναλλάξ οι έννοιες «ανήλικος», «παιδί» και «θύμα», χωρίς να γίνεται αναφορά σε αγόρι ή κορίτσι, δεδομένου ότι κινδυνεύουν να θυματοποιηθούν όλα τα παιδιά, ανεξαρτήτως φύλου.
Πράγματι η διαδικασία της αποπλάνησης μέσω διαδικτύου (onlinegrooming) είναι πιθανό να μην καταλήξει σε διαπροσωπική συνάντηση μεταξύ δράστη και θύματος, αλλά ακόμα και στην περίπτωση αυτή, η επαφή με τον παιδόφιλο είναι εξίσου τραυματική για το παιδί. Απαραίτητο εργαλείο λοιπόν για τη διαχείριση του υπάρχοντος κινδύνου είναι η ενημέρωση γονέων και παιδιών, μέρος της οποίας αποτελεί και η αποκάλυψη των μεθόδων που χρησιμοποιούν οι παιδόφιλοι και οι παιδεραστές για να παγιδεύσουν τα θύματά τους.
Η παιδοφιλία πριν την εξάπλωση του διαδικτύου
Πριν από την εξέλιξη της πληροφορικής τεχνολογίας και την ευρεία εξάπλωση του διαδικτύου οι παιδόφιλοι αποσκοπώντας να αποκτήσουν πρόσβαση σε θύματα, συνήθιζαν να βρίσκονται σε χώρους όπου συχνάζουν παιδιά, να πλησιάζουν κατά την κρίση τους το περισσότερο ευάλωτο, ορισμένες φορές και την οικογένειά του και μέσα από τη διαδικασία του grooming να επιδιώκουν τη χειραγώγηση αυτών, για την πραγματοποίηση των ερωτικών τους φαντασιώσεων.
Η παιδοφιλία στην εποχή της ψηφιακής εποχής
Στη σύγχρονη ψηφιακή εποχή οι παιδόφιλοι εκμεταλλεύονται τις νέες ευκαιρίες για πρόσβαση και προσέγγιση σε υποψήφια θύματα, δεδομένης της κατάργησης των φυσικών ορίων και της διατήρησης της ανωνυμίας, αφού πλέον είναι δυνατό να πλησιάσουν ευκολότερα ένα μεγάλο αριθμό παιδιών συγχρόνως και χωρίς τον κίνδυνο της αποκάλυψής τους από γονείς και ενήλικους. Αρκεί να παρίστανται σε διαδικτυακούς τόπους που συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον των ανηλίκων, όπως είναι τα διαδικτυακά παιχνίδια (onlinegames), οι διαδικτυακοί τόποι ανεύρεσης εργασίας που απευθύνονται σε παιδιά (μόντελινγκ) και τα ανοιχτά δωμάτια επικοινωνίας (chatrooms).
Δεν αποκλείεται βέβαια η πρώτη επαφή μεταξύ θύτη και θύματος να γίνει μέσω των ιστοσελίδων κοινωνικής δικτύωσης (π.χ. Facebook, MySpace, Twitter) ή των υπηρεσιών ανταλλαγής μηνυμάτων (MSN) αν και σε αρκετές περιπτώσεις τα παραπάνω μέσα, όπως άλλωστε τα κινητά τηλεφώνα και τα tablets, χρησιμοποιούνται εφόσον ο παιδόφιλος έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη του παιδιού και το έχει πείσει να του αποκαλύψει όνομα, σύνδεση με τυχόν άλλους λογαριασμούς που διατηρεί στο διαδίκτυο, διεύθυνση σπιτιού και αριθμό τηλεφώνου.
Γενικά χαρακτηριστικά του online grooming
Το διαδικτυακό grooming μπορεί να κρατήσει από μερικά λεπτά έως αρκετά χρόνια. Ο παιδόφιλος συνήθως δεν αποκαλύπτει την πραγματική του ηλικία και χρησιμοποιεί ψευδώνυμο, χωρίς να αποκλείεται όμως το γεγονός να συστηθεί και ως ενήλικος. Χαρακτηριστικά της «γοητείας» που ασκεί στο παιδί είναι η εξοικείωση και η άριστη χρήση του λεξιλογίου, ανάλογο της ηλικίας του θύματος που προσεγγίζει, καθώς και οι γνώσεις που έχει φροντίσει να αποκτήσει για τις τάσεις της νεανικής και καλλιτεχνικής μόδας.
Το σημαντικότερο όμως όπλο στα χέρια του είναι οι πληροφορίες για τις ιδιαίτερες προτιμήσεις και τα ενδιαφέροντα του θύματος-στόχου, που συγκεντρώνει παρατηρώντας, είτε τις συζητήσεις που συμμετέχει το παιδί εκφράζοντας την άποψή του στα δημόσια δωμάτια επικοινωνίας (chatrooms), είτε τις αναρτήσεις και τα likes που κάνει στο προσωπικό του προφίλ. Ο παιδόφιλος λοιπόν βασισμένος σε αυτές, ανοίγει θεματικές συζητήσεων με υποτιθέμενα κοινά ενδιαφέροντα ή προγραμματίζει την παροχή δώρων, που θα προκαλέσουν τον ενθουσιασμό του παιδιού.
Η αρχική επικοινωνία σπάνια κινεί υποψίες, αφού ο δράστης δεν ανοίγει τα χαρτιά του έως ότου σιγουρευτεί ότι έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη του ανηλίκου.
Τα ανώδυνα θέματα θα διαδεχτούν άμεσες ερωτήσεις με υπονοούμενα σεξουαλικού περιεχομένου σε μια προσπάθεια αναζωπύρωσης της φυσικής περιέργειας του παιδιού για το σεξ. Η περιγραφή μιας φαντασίωσης, η αφήγηση της ιστορίας ενός υποθετικού προσώπου ή η παρουσίαση φωτογραφικού πορνογραφικού υλικού αποσκοπούν στη δοκιμασία των ορίων του παιδιού, σε σημείο που εάν υπάρξει αρνητική αντίδραση από αυτό, ο παιδόφιλος ίσως προσποιηθεί ότι δεν το εγκρίνει, συνεχίζοντας την υιοθέτηση των τακτικών χειραγώγησης για την περαιτέρω ενίσχυση της μεταξύ τους σχέσης και τον εγκλωβισμό του θύματος.
Παρόλο που τα στάδια του διαδικτυακού grooming δεν είναι πάντα ευδιάκριτα και τόσο η ακολουθούμενη σειρά τους όσο και η χρονική διάρκεια, η μορφή τους και οι τακτικές που υιοθετούνται στο καθένα από αυτά, ποικίλουν στην κάθε περίπτωση, ανάλογα με τις επιδιώξεις του παιδόφιλου και τις αντιδράσεις του ανηλίκου, είναι σημαντικό να δοθεί μια γενική εικόνα για τη διαδικασία που ακολουθείται από τους παιδόφιλους που αποσκοπούν στην αποπλάνηση και σεξουαλική εκμετάλλευση των ανήλικων θυμάτων.
Τα στάδια του onlinegrooming
Στάδιο της δημιουργίας φιλίας
Πρόκειται για την αρχική γνωριμία μεταξύ ανηλίκου και παιδόφιλου και όπως στο πλαίσιο του ξεκινήματος μιας φιλίας, πραγματοποιούνται συζητήσεις για θέματα συναφή με το ανοιχτό δωμάτιο επικοινωνίας (chatroom) ή το διαδικτυακό παιχνίδι. Ορισμένες φορές με πρωτοβουλία του ενηλίκου η επικοινωνία από το δημόσιο δωμάτιο επικοινωνίας μεταφέρεται σε έναν ιδιωτικό χώρο συνομιλίας, που λειτουργεί παράλληλα στους συγκεκριμένους διαδικτυακούς τόπους, θέτοντας σε εφαρμογή το σχέδιο για τη χειραγώγηση του θύματος. Στο παρόν στάδιο επίσης ανταλλάσσονται πληροφορίες για τα προσωπικά στοιχεία του καθενός (όπως όνομα, τοποθεσία διαμονής, ηλικία) και εφόσον ο ανήλικος ανταποκριθεί θετικά στις γενικού περιεχομένου ερωτήσεις, ο παιδόφιλος ενδεχομένως ζητήσει από το παιδί να συνδεθούν μέσω άλλων προσωπικών διαδικτυακών λογαριασμών.
Στάδιο της διαμόρφωσης δεσμού
Η βασική επιδίωξη του δράστη είναι η διαμόρφωση μιας ιδιαίτερης σχέσης με τον ανήλικο, που θα αποτελέσει και το προπύργιο για τα επόμενα στάδια. Οι συνομιλίες πλέον εξελίσσονται και αφορούν θέματα που απασχολούν άμεσα το παιδί, όπως για παράδειγμα ποια είναι τα ενδιαφέροντα και οι δραστηριότητές του, καθώς και τυχόν προβληματισμοί που έχει αναπτύξει γύρω από το σχολείο και την οικογένεια. Κάθε ερώτηση που απευθύνεται στον ανήλικο αποσκοπεί στη δημιουργία της ψευδαίσθησης, ότι ο κακοποιός δείχνει πραγματικό ενδιαφέρον για τα προβλήματά του, τον κατανοεί και είναι ο καλύτερός του φίλος.
Στάδιο της αποτίμησης του κινδύνου
Στο στάδιο αυτό ο παιδόφιλος προσπαθεί να αποτιμήσει το βαθμό του κινδύνου για ενδεχόμενη αποκάλυψη της μεταξύ τους επικοινωνίας από τους γονείς ή άλλους ενήλικους, εκμαιεύοντας πληροφορίες από το παιδί για την τοποθεσία του υπολογιστή και την πιθανότητα να υπάρχουν άλλα άτομα, που να έχουν από κοινού πρόσβαση σε αυτόν.
Στάδιο της αποκλειστικότητας
Στη συνέχεια ο δράστης προσπαθεί να κερδίσει εξολοκλήρου την εμπιστοσύνη του και να πρωταγωνιστήσει στη ζωή του, φροντίζοντας παράλληλα να τον απομακρύνει από τους γονείς, τους διαδικτυακούς και πραγματικούς φίλους, μέσα από την υιοθέτηση ποικίλων χειριστικών συμπεριφορών, επικρίνοντας τις συμπεριφορές τους «εγώ δε θα στο έκανα ποτέ αυτό» ή επιβάλλοντάς στο παιδί να βρίσκεται για μεγάλο χρονικό διάστημα συνδεδεμένος διαδικτυακά και να επικοινωνεί μαζί του. Προσποιείται ότι είναι ο μοναδικός που τον καταλαβαίνει και ότι στο πλαίσιο μιας ιδιαίτερης σχέσης, όπως η δική τους, που στηρίζεται στον αμοιβαίο σεβασμό, την εμπιστοσύνη και την αγάπη, είναι απαραίτητο να παραμείνει κρυφή από όλους τους άλλους, με απώτερο σκοπό την εξασφάλιση της μυστικότητας της επικοινωνίας που έπεται.
Σεξουαλικό στάδιο
Από το «μπορείς να μου μιλήσεις για οτιδήποτε» μέχρι το «εγώ θα στα μάθω όλα» προσποιείται την αδελφή ψυχή του παιδιού και επιδιώκει να ρίξει τις άμυνές του και να προετοιμάσει το έδαφος για την έναρξη συζητήσεων με θέμα το σεξ. Αρχικά ο παιδόφιλος θέτει φαινομενικά αθώα ερωτήματα στον ανήλικο, όπως π.χ αν έχει φιλήσει ποτέ κάποιον ή κάποια ή αν έχει αγγίξει ποτέ τον εαυτό του. Ακολουθεί εκτενής λόγος για τις σεξουαλικές δραστηριότητες, ώστε ο ανήλικος να νιώσει οικειότητα, ενώ παράλληλα μετρώνται τα όριά του, αφού η όποια αντίδρασή του καθορίζει και τη συνέχεια της επικοινωνίας.
Σε περίπτωση αρνητικής του αντίδρασης, ο παιδόφιλος επικαλείται, είτε την ιδιαιτερότητα της σχέσης τους που βασίζεται στην εμπιστοσύνη, είτε τη δυνατότητα που παρέχεται στον ανήλικο μέσα από την επαφή μαζί του να αποκτήσει γνώση για τα θέματα της σεξουαλικότητας, με την υπόσχεση ότι θα γίνει περιζήτητος εραστής ή ερωμένη.
Ορισμένες φορές ακολουθεί η αποκάλυψη της ερωτικής φαντασίωσης εκ μέρους του ενηλίκου και δεν αποκλείεται η τέλεση κυβερνοσέξ (cybersex), στιγμές από το οποίο πιθανόν καταγράφονται από οπτικοακουστικά μέσα. Για την άρση οιωνδήποτε επιφυλάξεων του παιδιού, ο παιδόφιλος επιδεικνύει σε αυτό φωτογραφίες με σεξουαλικές περιπτύξεις μεταξύ ενηλίκων και παιδιών, παρουσιάζοντάς το ως κάτι φυσιολογικό και αποδεκτό.
Τελευταίο στόχο αποτελεί ο καθορισμός της μυστικής συνάντησης μεταξύ δράστη και θύματος, που επιβάλλεται είτε μέσω απειλών για τη ζωή τη δική του και της οικογένειάς του ή την αποκάλυψη της καταγεγραμμένης από οπτικοακουστικά μέσα, εικονικής σεξουαλικής πράξης, σε γονείς και φίλους, είτε μέσω συναισθηματικού εκβιασμού, όπου ο ενήλικος χρησιμοποιεί την ιδιαιτερότητα της σχέσης τους και τον κίνδυνο τη διάλυσής της σε περίπτωση αποκάλυψής της.
Από τα παραπάνω προκύπτει, ότι πρόκειται για μια διαδικασία προσεκτικά οργανωμένη που βασίζεται σε τακτικές χειραγώγησης, πάνω στις οποίες οι παιδόφιλοι έχουν φροντίσει να εξασκηθούν και να γίνουν άριστοι χρήστες.
Η ανάγκη των παιδιών για επικοινωνία και αποδοχή, σε συνδυασμό με τη φυσική περιέργεια και τη μειωμένη αντίληψη του κινδύνου, ως χαρακτηριστικά του νεαρού της ηλικίας τους, αφήνει ανοιχτό ένα «παράθυρο» για τους κακοποιούς, που καλούνται από τη μεριά τους να «κλείσουν» οι γονείς και οι σημαντικοί άλλοι, όχι τόσο ασφαλίζοντας με λογισμικά προγράμματα φιλτραρίσματος τους υπολογιστές, όσο μέσα από τη διαμόρφωση λειτουργικών σχέσεων με τα παιδιά, μέσα σε ένα κλίμα άνευ όρων αγάπης, αποδοχής και επικοινωνίας.
Η εύρεση ενός μαγικού φίλτρου που θα εξάλειφε κάθε κίνδυνο, όπως στον πραγματικό έτσι και στον διαδικτυακό κόσμο είναι ουτοπία. Το έγκλημα υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει σε κάθε οργανωμένη κοινωνία και είναι γνωστό ότι με τη διαδεδομένη χρήση του διαδικτύου παιδεραστές και παιδόφιλοι ανακαλύπτουν νέους τρόπους για τη διάπραξη των εγκληματικών τους πράξεων. Από τη μία λοιπόν θα ήταν εξαιρετικά αφελής η προσπέραση των προειδοποιήσεων της ελληνικής αστυνομίας και άλλων ειδικών επιστημόνων, με την υιοθέτηση της λανθασμένης πεποίθησης, ότι κάτι τέτοιο αποκλείεται να συνέβαινε σε παιδί του οικογενειακού μας περιβάλλοντος, αλλά και εξαιρετικά δυσλειτουργική η καταφυγή σε αδικαιολόγητους παραλογισμούς, απαγορεύοντας στα παιδιά τη χρήση του διαδικτύου.
Ο διαδικτυακός κόσμος είναι πραγματικά υπέροχος με πολλαπλά οφέλη και όπως αναφέρει ο Διευθυντής της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος Κος Παπαπροδρόμου Γιώργος «οι κανόνες είναι ότι δεν υπάρχουν κανόνες. Αυτό που ισχύει σήμερα, αλλάζει σε μία ώρα ή ένα λεπτό…Οι συμβουλές βεβαίως έχουν τον κανόνα που τηρούμε και εκτός σπιτιού. Όπως δεν εμπιστευόμαστε αγνώστους, δεν τους συναντάμε και δεν τους μιλάμε, αυτά ισχύουν και στο ιντερνέτ».
Κανένας γονέας δε θέλει να βλέπει το παιδί του να υποφέρει από κάποιον που το εκφοβίζει στο σχολείο. Ο γονέας που θέλει να προστατεύσει το παιδί από οποιαδήποτε κατάσταση ή άνθρωπο που μπορεί να το βλάψει, οφείλει να είναι ρεαλιστής και να αποδεχθεί ότι δε μπορεί να το προστατεύσει πλήρως από οτιδήποτε του συμβεί. Μπορεί, όμως να του παρέχει τα απαραίτητα εφόδια ώστε να αντιμετωπίσει οτιδήποτε βλαβερό.
Τι είναι ο σχολικός εκφοβισμός
Αν και οι ορισμοί που αφορούν τον εκφοβισμό ποικίλουν και δεν υπάρχει προς το παρόν ένας διεθνώς ή κοινά θεσμοθετημένος ορισμός, όλοι τους μοιράζονται τα εξής χαρακτηριστικά: ο εκφοβισμός είναι κάθε συμπεριφορά που έχει σκοπό να πληγώσει κάποιον σωματικά, ψυχικά και συναισθηματικά.
Αυτή η επιθετική συμπεριφορά είναι εκούσια και δεν είναι τυχαία, δηλαδή υφίσταται πρόθεση πρόκλησης ανάλογης βλάβης και είναι απρόκλητη από το θύμα, συμβαίνει κατ΄επανάληψη και δεν αποτελεί μεμονωμένο περιστατικό, ενώ διακρίνεται κάποιας μορφής ανισορροπία δύναμης μεταξύ του θύτη και του θύματος.
Στον εκφοβισμό κάποιος έχει το ρόλο του θύτη, του θύματος, του βοηθού που παρέχει άμεση βοήθεια στο θύτη, π.χ. «…καλά του κάνεις….πέτα του ένα βιβλιο…», του ενισχυτή, που γελάει ή χειροκροτεί, του ουδέτερου, όπως ο παθητικός θεατής, που βλέπει και δεν κάνει κάτι και του υπερασπιστή, που υπερασπίζεται με κάθε τρόπο το θύμα. Ο εκφοβισμός μπορεί να λάβει χώρα εντός του περιβάλλοντος του σχολείου, προς το σχολείο αλλά και φεύγοντας από το σχολείο.
Γονείς και σχολικός εκφοβισμός
Καθήκον ενός γονέα είναι να προετοιμάσει το παιδί του για τη ζωή του στον πραγματικό κόσμο, έξω από το κέλυφος και την προστασία του σπιτιού κι αυτό σημαίνει να το βοηθήσει να αντιμετωπίσει πρακτικά τους ανθρώπους που θέλουν να το πλήξουν με οποιοδήποτε τρόπο. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι ο εκφοβισμός δεν αποτελεί μία μεμονωμένη συμπεριφορά, που θα συμβεί μία και μοναδική φορά από το ίδιο άτομο-θύτη, αλλά είναι μία μαθημένη συμπεριφορά, η οποία είναι επαναλαμβανόμενη λόγω της ενίσχυσης που υφίσταται.
Με βάση τον συμπεριφορισμό, υπάρχουν τρόποι και λύσεις για την διακοπή της συμπεριφοράς του εκφοβισμού, που συμβάλουν στην εξάλειψη της ενίσχυσης. Η ενίσχυση μπορεί να είναι θετική (επαινετική), αρνητική (τιμωρητική, κυρωτική), όπου ακόμα κι ως τέτοια επιδέχεται ενίσχυση και η συμπεριφορά δεν αποδυναμώνεται, αλλά επιδεινώνεται και τέλος, μπορεί να είναι ουδέτερη, όπου η συμπεριφορά πλέον δεν ενισχύεται. Η τελευταία ενίσχυση είναι και η επιθυμητή από πλευράς του θύματος. Αυτό δε σημαίνει ότι η συμπεριφορά του θύτη πρέπει να αγνοείται, αλλά να αντιμετωπίζεται με ουδέτερη χροιά, με ανάλογη λεκτική και μη-λεκτική επικοινωνία.
Αυτή η ουδέτερη αντίδραση του θύματος πρέπει να τηρείται με συνέπεια, καθώς η περιστασιακή υιοθέτηση της θα επιφέρει και πάλι ενίσχυση της αρνητικής συμπεριφοράς. Αν και πιθανότατα θα υπάρξει προσπάθεια από το θύτη να κλιμακωθεί και να συνεχιστεί η συμπεριφορά, με την ουδέτερη ανταπόκριση του θύματος, η αρνητική συμπεριφορά θα σταματήσει. O κατωτέρω πίνακας είναι ενδεικτικός και απλουστευτικός και δε μπορεί να ανταποκρίνεται σε κάθε περίπτωση εκφοβισμού, η οποία πρέπει να αντιμετωπίζεται εξατομικευμένα.
Πρακτικές Συμβουλές για γονείς
Παρακάτω παρατίθενται κάποιες συμβουλές που πολύ πιθανόν θα συμβάλουν στην αποδυνάμωση της εκφοβιστικής συμπεριφοράς και θα ενισχύσουν τη δυναμικότητα του παιδιού που γίνεται θύμα.
Προστάτευσε το παιδί σου! Εάν το παιδί σου σού λέει ότι κάποιος το εκφοβίζει, μην το αψηφείς και μη θεωρήσεις την αντίδραση του παιδική. Ευχαρίστησε το που σου μίλησε και βρήκε το θάρρος να το αποκαλύψει. Ένας από τους παράγοντες διαιώνισης του εκφοβισμού είναι και η συγκάλυψή του. Τώρα, είναι ευκαιρία να βοηθήσεις το παιδί σου να μάθει δεξιότητες αντιμετώπισης δύσκολων καταστάσεων και να διαχειριστεί τα αρνητικά βιώματά του. Εάν θέλεις το παιδί σου να έρθει ενώπιον σου για βοήθεια, πρέπει να το βοηθήσεις, όταν τη ζητά.
Μη λες στο παιδί σου να αγνοήσει ένα παιδί που το εκφοβίζει ή να το αντιμετωπίσει μόνο του! Εάν ήξερε πώς να το χειριστεί μόνο του, δε θα ερχόταν να σου ζητήσει βοήθεια και συμβουλές. Το να του λες να αγνοήσει το άτομο που τον ενοχλεί δεν είναι καθόλου βοηθητικό. Δώσε του πραγματική βοήθεια έτσι ώστε να μάθει ότι είσαι πραγματικά κάποιος που μπορεί να εμπιστευτεί.
Μη λες στο παιδί σου να ανταποδώσει την κακή συμπεριφορά, από έναν χλευασμό έως και ένα χτύπημα! Με αυτόν τον τρόπο επιβεβαιώνεται η συμπεριφορά του θύτη και γίνεται παράδειγμα προς μίμηση από το θύμα, ενώ παρατείνει τον εκατέρωθεν εκφοβισμό.
Να είσαι συγκεκριμένος/η! Πρέπει να μάθεις στο παιδί σου να κάνει κάτι συγκεκριμένο για να σταματήσει ο εκφοβισμός. Πρέπει, επίσης, να του μάθεις γιατί αυτό που του μαθαίνεις θα είναι λειτουργικό αλλά και με ποιο τρόπο λειτουργεί. Η πληροφορία είναι δύναμη, γι΄ αυτό μοιράσου τη γνώση σου με το παιδί σου. Θα σου πει ή θα σου δείξει πότε αυτά που του μαθαίνεις είναι αρκετά, ότι τα έχει εμπεδώσει και πότε είναι ώρα να σταματήσεις να του μαθαίνεις τι να κάνει.
Δωσ’ του ένα δυναμικό και ισχυρό εφόδιο! Μην του ζητάς να είναι απαθές. Όταν συμβεί ο εκφοβισμός, το παιδί σου πρέπει να ξέρει πώς να ανταποκριθεί στο άλλο άτομο για να σταματήσει ο εκφοβισμός του. Πρέπει να ξέρει τι να πει και πώς να το πει. Και εσύ πρέπει να το βοηθήσεις να εξασκηθεί σ΄αυτή την αντίδρασή του, σαν ένα παιχνίδι ρόλων μεταξύ σας, προτού ξαναπάει σχολείο.
Πως θα σταματήσει ο θύτης τον εκφοβισμό
Το κλειδί για να σταματήσει ο θύτης τον εκφοβισμό είναι να μην ενισχυθεί η αρνητική συμπεριφορά του και αυτό μπορεί να γίνει με διάφορα μέσα, όπως:
- Μία φράση που θα λέγεται σε ένα παιδί-θύτη από το παιδί-θύμα κάθε φορά που το εκφοβίζει. Αυτή η φράση πρέπει να είναι ουδέτερη και σχεδόν βαρετή και μη προκλητική, έτσι ώστε να μην ενισχύσει τον εκφοβισμό.
- Η ζωτικής σημασίας αναφορά κάθε περιστατικού εκφοβισμού σε ένα δάσκαλο και η μετέπειτα καταγραφή του.
- Η παροχή ενθάρρυνσης να υπερασπιστεί και να αναφέρει τον εκφοβισμό που υφίσταται ένα άλλο συμμαθητή ή φίλο του.
Συνεργάσου με το σχολείο! Μίλα ο/η ίδιος/ίδια στον Διευθυντή του σχολείου ή στον δάσκαλο εκ μέρους του παιδιού σου. Μη λες απλά στο παιδί σου να το αναφέρει μόνο του. Οι δάσκαλοι και οι διευθυντές δεν είναι πάντα ενήμεροι για ό,τι συμβαίνει και μερικά παιδιά δεν αισθάνονται ασφαλή μιλώντας σε ενήλικες. Επιπλέον, τα παιδιά μαθαίνουν με παραδείγματα, τα οποία μπορούν να κατανοήσουν ευκολότερα από ό,τι με προφορικές νουθεσίες. Ενημέρωνε το παιδί σου ότι πρόκειται να μιλήσεις στο Διευθυντή ή στο δάσκαλό τους, προκειμένου να κινητοποιηθούν αμεσότερα να βοηθήσουν το παιδί. Μοιράσου με το παιδί σου το αποτέλεσμα από αυτές τις συναντήσεις σου μαζί τους, ώστε να κατανοήσει ότι κάνεις κάτι δραστικό για να παραμείνει ασφαλές. Όταν το παιδί σου δει ότι το υπερασπίζεσαι και κατανοήσει ότι οι ενήλικες δίπλα του είναι πρόθυμοι να βοηθήσουν, αυτό του δίνει δύναμη και θάρρος να συνεχίσουν να μιλούν ανοιχτά και να αναφέρουν τον εκφοβισμό, κάτι που θα συμβάλει σταδιακά στη εξουδετέρωσή του.
Ενθάρρυνε το παιδί σου να νιώσει οίκτο για τα παιδιά που το εκφοβίζουν! Αν και είναι πολύ δύσκολο για ένα παιδί να το κάνει και να το κατανοήσει, είναι, όμως, σημαντικό να μάθει την αξία της συμπόνοιας. Όλοι οι γονείς επιθυμούν τα παιδιά τους να ανατραφούν και να γίνουν ηθικοί, συμπονετικοί και υπεύθυνοι ενήλικες.
Όσο απεχθής κι αν φαντάζει ο θύτης στα μάτια ενός θύματος, αποτελεί ακόμα έναν άνθρωπο που αξίζει τη συμπόνοια μας. Το να ενθαρρύνεις το παιδί σου να είναι συμπονετικό με τους ανθρώπους γύρω του, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών που το εκφοβίζουν, δε θα το βοηθήσει μόνο να αντιμετωπίσει καλύτερα τον εκφοβισμό, αλλά και να μάθει πόσο σημαντική είναι η συμπόνοια όταν επιλύονται αποτελεσματικά οι διαπροσωπικές συγκρούσεις.
Ενθάρρυνε το παιδί σου να αγαπά τον εαυτό του! Ο εκφοβισμός εκ φύσεως είναι συναισθηματικός. Μπορεί να είναι είτε ένας χλευασμός ή ταπείνωση, είτε μια απειλή που μπορεί να οδηγήσει ένα παιδί να αισθάνεται μειονεκτικά.
Το παιδί σου πρέπει να καταλάβει ότι είναι όπως είναι και οτιδήποτε του λένε ότι είναι κακό στο σώμα του, την εικόνα και τη συμπεριφορά του, στην πραγματικότητα αυτό αποτελεί μία από τις δυνατότητες του και όχι μία από τις αδυναμίες του. Και πάλι, γίνε συγκεκριμένος και μοιράσου παραδείγματα από τη ζωή σας και τις ζωές άλλων.
Για παράδειγμα, μία μητέρα εξομολογείται «…ο υιός μου έχει «ψηλή» φωνή και συχνά τα υπόλοιπα αγόρια στη τάξη τού λένε ότι τραγουδά σαν κορίτσι. Αυτό προφανώς τον ενοχλεί και τον στεναχωρεί. Ο υιός μου είναι λάτρης της όπερα. Έτσι, όταν με ρώτησε, εάν τραγουδούσε σαν κορίτσι λόγω της «ψηλής» φωνής του, του εξήγησα ότι σχεδόν όλα τα νεαρά αγόρια έχουν λεπτές φωνές, αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι οι άνδρες με «ψηλές» φωνές, στην όπερα, λέγονται τενόροι και αποτελούν τους πιο ακριβοπληρωμένους τραγουδιστές στον κόσμο. Τότε, εκείνος άρχισε να περηφανεύεται για το πόσο ψηλά μπορούσε να τραγουδήσει. Έκτοτε, δεν έχει αμφισβητήσει την «ψηλή» φωνή του, διότι, όπως λέει, δεν είναι κάτι για το οποίο κάποιος πρέπει να ντρέπεται…».
“Δεν υπάρχει τίποτα πιο σπαρακτικό για έναν γονέα από το να μαθαίνει ότι το παιδί του είναι θύμα εκφοβισμού. Ευτυχώς, υπάρχει σίγουρα κάτι που μπορείς να κάνεις για να το βοηθήσεις. Πρέπει να είσαι τόσο ενθαρρυντικός όσο θες να είναι και το παιδί σου.”
Jennifer Hancock – Writer, Speaker, Humanist
O σχολικός εκφοβισμός: η σκόπιμη και συνειδητή επιθυμία να βλάψουμε τον άλλο και να τον/ την υποβάλουμε σε κατάσταση πίεσης. Μια κατάσταση που επιλέγεται να γίνεται θέμα συζήτησης στα ΜΜΕ, κάθε φορά που ένα παιδί χάνεται! Γιατί; Γιατί να μην αποτελεί καθημερινότητα η καταπολέμηση του; Γιατί να μην ασχολούνται οι εκάστοτε πολιτικοί και “πολιτικάντηδες” με αυτό το θέμα καθημερινά;
Γιατί να βγαίνουν σαν τις γλάστρες όλοι και να παίρνουν θέση, ενώ δεν έχουν ιδέα πώς να αντιμετωπίσουν τον σχολικό εκφοβισμό; Ο σχολικός εκφοβισμός δεν είναι σημαντικός μόνο όταν καταλήγει σε βαρύ τραυματισμό ή θάνατο!
Ο σχολικός εκφοβισμός αποτελεί πλέον καθημερινό πρόβλημα και είναι ευθύνη όλων μας!
Είναι ευθύνη των πολιτικών, γιατί η αντίληψη και η στάση τους στο πρόβλημα μπορεί να αποτελέσει εφαλτήριο επίλυσης. Για κάποιες αυθεντίες της πολιτικής σκηνής – λυπάμαι που το λέω – το πρόβλημα του εκφοβισμού θεωρούν ότι έχει να κάνει εξολοκλήρου με την προστασία συγκεκριμένων ομάδων που θεωρούνται ως ιδιαίτερα ευάλωτες στο να υποστούν εκφοβισμό ή παρενόχληση από τους άλλους.
Τί γίνεται, ωστόσο, με τον «προσωπικό εκφοβισμό», για τον οποίο καμία ιδιαίτερη κατηγορία ανθρώπων – και καμιά επακόλουθη ομάδα πίεσης που θα μπορούσε να εξυπηρετεί τα συμφέροντα της δε θα μπορούσε να υπάρξει; Οι άνθρωποι που ανήκουν σε αυτή την απροσδιόριστη κατηγορία είναι ίσως και οι περισσότεροι.
Είναι ευθύνη των δασκάλων. Υπάρχουν δάσκαλοι που πιστεύουν ότι κάθε μορφή πειράγματος είναι λάθος και πρέπει να σταματήσει. Μερικοί, βέβαια, δεν μπορούν να δουν τίποτε το μεμπτό στο ότι κάποιος είναι τελείως αποκλεισμένος από τους υπολοίπους. Η ευαισθησία και η ικανότητα να ταυτιστεί κανείς με το άτομο που περνά δοκιμασίες είναι προσωπικό θέμα – όμως μπορεί να είναι και κάτι παραπάνω από αυτό. Μπορεί να καθορίσει και να θέσει τα θεμέλια για τους τρόπους αντιμετώπισης του συγκεκριμένου θέματος.
Γιατί ποιος έχει την ευθύνη να παρατηρήσει το κάθε παιδί στο σχολείο; Να δει τη συμπεριφορά του σε κάθε διάλειμμα (πού κάθεται, πού τρώει, αν έχει φαγητό ή αν του το πήραν, αν τα μάτια του είναι πρησμένα από το κλάμα, αν το χλευάζουν, αν χάνεται για ώρες στις τουαλέτες του σχολείου ); Ο δάσκαλος! Γιατί το σχολείο δεν είναι μόνο, για να σου μάθει αρίθμηση και γραμματική. Το σχολείο είναι εκεί να σου μάθει τη ζωή, να σε κάνει να κοινωνικοποιηθείς, να μοιράζεσαι πράγματα, να ακούς και να ακούγεσαι, να αντιμετωπίζεις τις δυσκολίες της ζωής.
Τί χρειάζεται να κάνουν οι εκπαιδευτικοί:
Σημαντικό ρόλο παίζει από τη μεριά των δασκάλων η δημιουργία διαπροσωπικών σχέσεων που στηρίζονται στο σεβασμό και την εμπιστοσύνη, στην προσπάθεια να προλαμβάνουν επιθετικές και αντικοινωνικές συμπεριφορές, στην αποφυγή διακρίσεων μεταξύ των μαθητών και στην αποφυγή τιμωριών και την εφαρμογή της μεθόδου time out, στη στέρηση δηλαδή για λίγο από το παιδί της δυνατότητας να πάρει οποιαδήποτε ενίσχυση, είτε εσωτερική όπου το παιδί αφήνει αυτό με το οποίο ασχολείται και κάνει κάτι άλλο που το θεωρεί πιο ενδιαφέρον, είτε εξωτερική, όπου ο δάσκαλος επαινεί το παιδί για τη συμπεριφορά του.
Ποιά θέση οφείλουν να κρατούν οι γονείς:
Είναι ευθύνη των γονέων, να μην αρνούνται να δουν το πρόβλημα του παιδιού τους – την απομόνωση του, την αποφυγή να βγαίνει έξω, τα «κλειδαμπαρώματα» στο δωμάτιο, τα νεύρα, την απότομη συμπεριφορά, τη μείωση της απόδοσης – θεωρώντας ότι μπορεί να φταίει η εφηβεία ή λέγοντας «έτσι είναι αυτό το παιδί μου». Οφείλουν και οι ίδιοι να προσέξουν τη συμπεριφορά τους απέναντι στο παιδί, διατηρώντας την ψυχραιμία τους και διαχειρίζοντας τυχόν αρνητικά συναισθήματα.
Η επιδίωξη διαρκών συζητήσεων και η επιβεβαίωση ότι δεν ευθύνεται το παιδί για ότι του συμβαίνει κυρίως στην περίπτωση του θύματος είναι πολύ σημαντικά. Επίσης, η υπενθύμιση ότι το νοιάζεστε και ότι είστε αυτοί που το προστατεύετε και ότι μαζί μπορείτε να το συναντιμετωπίσετε. Επιπλέον, είναι σημαντικό να βοηθήσετε το παιδί σας να καταλάβει ότι η αλλαγή μπορεί να επέλθει μόνο με το σπάσιμο της σιωπής.
Η ενημέρωση του Διευθυντή και των υπόλοιπων εκπαιδευτικών είναι επίσης σημαντική, και τέλος η προσφυγή σε κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας τόσο για να αποκτήσετε επιπρόσθετους τρόπους πρακτικής αντιμετώπισης όσο και για την αποκατάσταση της ψυχικής υγείας του θύματος ή του θύτη.
Για κάθε πολύπλοκο πρόβλημα, υπάρχει μια λύση η οποία είναι ξεκάθαρη, απλή και λανθασμένη, H. L. Menchen (1880-1956)
Ενδεικτική Βιβλιογραφία:
1. Μακρή – Μπότσαρη, Ε. (2010). Θυμός, Επιθετικότητα, Εκφοβισμός. Αθήνα: Παπαζήσης
2. Palacio, R.J. (2012). Wonder. New York: Knopf.
3. Rigby, K. (Επιμ.) (2002). ΣχολικόςΕκφοβισμός. Σύγχρονες Απόψεις. Αθήνα: ΤΟΠΟΣ.
Η βίαιη συμπεριφορά των παιδιών μας, Γιατί αυτό άραγε;
π. Βασιλείου Θερμού.
π. Σ.Β.: Ένας χώρος όπου κατ’ εξοχήν ασκείται βία από παιδιά και έφηβους είναι το σχολείο. Γιατί τό άραγε; Σημαίνει κάτι για την εκπαίδευση; Έχουμε κάνει κάπου λάθος;αυ
π. Β.Θ. Πράγματι, ας προσέξουμε πως η βία έχει «κατέβη» και σε ηλικίες δημοτικού. Βέβαια η κορύφωση της ποσοτικά λαμβάνει χώρα στην εφηβική ηλικία, όπου έχουν την δυνατότητα οι έφηβοι να συμπήξουν και συμμορίες και να κάνουν κάτι πιο οργανωμένο δηλαδή, επειδή βοηθάει και η σωματική διάπλαση. Να διευκρινίσουμε εδώ μόνο ότι στο θέμα πού συζητούμε σήμερα δεν περιλαμβάνουμε τις περιπτώσεις εκείνες όπου ένα παιδάκι εμφανίζει βίαιη συμπεριφορά για λόγους αναπτυξιακούς, που έχουν καθαρά να κάνουν με το ίδιο το παιδί, ή την προσωπικότητά του, ή πράγματα που βλέπει στην οικογένειά του.
Αν ένα παιδάκι στο νηπιαγωγείο, για παράδειγμα, χτυπήσει ένα άλλο παιδάκι, δεν το εντάσσουμε αυτό μέσα στο φαινόμενο της παιδικής βίας, αυτό ανέκαθεν συνέβαινε. Έχει να κάνει πολλές φορές με τήν ανάπτυξη του λόγου, οτι άν ό λόγος έχει μείνει πίσω, μπορεί τό παιδί νά χρησιμοποιεί περισσότερο την βία για να «πει» κάτι που αλλιώς θα το έλεγε με λόγια, να εκφράσει κάποια συναισθήματα ή κάποιες επιθυμίες.
Δεν μιλούμε γι’ αυτά. Μιλούμε για φαινόμενα πλέον πιο συστηματικά φραστικής-λεκτικής ή και σωματικής βίας, εκβιασμών, κλοπών, τα οποία αρχίζουν να συμβαίνουν πια από την Δ’-Ε’ τάξη του δημοτικού και πάνω.
Φοβάμαι, λοιπόν, μήπως γίνω δυσάρεστος για κάποιους γονείς και εκπαιδευτικούς, αλλά αυτό δε θα με κάνει πίσω από εκείνο στο οποίο έχω καταλήξει τελικά ως άποψη. Στο παρελθόν το σχολείο εθεωρείτο από την κοινωνία ότι είναι ένας συμπληρωματικός θεσμός προς την οικογένεια και ολοκληρώνει το έργο της αγωγής. Υπήρχε παλιά αυτή η φράση: να πάει το παιδί σχολείο να γίνει άνθρωπος. Υπήρχαν και γονείς στο απώτερο παρελθόν οι οποίοι, όταν παρέδιδαν το παιδί στον δάσκαλο, του έλεγαν να το κάνει άνθρωπο και εννοούσαν με την βία πολλές φορές. Αλλά εν πάση περιπτώσει το σχολείο ανέκαθεν εθεωρείτο ότι συμβάλλει–στο θέμα της αγωγής της προσωπικότητας. Δεν λέω ότι αυτό έχει εξαλειφθεί, γιατί πραγματικά πολλά παιδιά μπορεί να παίρνουν κάτι από αυτή την κοινή ζωή.
Έχω όμως αρχίσει και ανησυχώ σοβαρά μήπως πια το σημερινό σχολείο, δηλαδή το σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα που φτιάξαμε σε όλες τις βαθμίδες, έχει αρχίσει και λειτουργεί αντίστροφα. Μήπως έχει αρχίσει και επιτελεί τέτοια ζημιά στην ψυχή των παιδιών και των εφήβων, ώστε αποτελεί ενδεχομένως έναν σοβαρό παράγοντα για το φαινόμενο της βίας τους, αλλά και για άλλα νοσηρά φαινόμενα, όπως της κατάθλιψης που παρουσιάζουν αρκετοί έφηβοι, και μετέπειτα της παθολογίας η οποία ενδέχεται να συνεχίζεται στην ζωή τους.
Τί θέλω να πω μ’ αυτό; Αυτό το οποίο κατεξοχήν θα αναδείκνυε το σχολείο ως παράγοντα διαμόρφωσης προσωπικότητας θα ήταν η συμμετοχικότητα. Δηλαδή το παιδί να συμμετέχει στην μαθησιακή διαδικασία, θα ήταν η δημιουργικότητα, να αισθάνεται δημιουργικό ένα παιδί, να χαίρεται την διαδικασία της μάθησης και ανακάλυψης. Η χαρά της μάθησης, η ανάδειξη της κοινωνικής ζωής, αυτοί είναι παράγοντες που θα συνέβαλλαν ουσιαστικά. Πόσο αυτοί οι παράγοντες λειτουργούν στην πράξη;
Θα αρχίσω από το τελευταίο: η χαρά της κοινωνικής και συλλογικής ζωής υπονομεύεται σε πολύ μεγάλο βαθμό από το ότι επικρατούν τελικά ως ηγέτες στις ομάδες των παιδιών, κυρίως στο λύκειο, οι πιο προβληματικές περιπτώσεις. Το ξέρουμε από το ποιοί αναδεικνύονται ως πρόεδροι και αρχηγοί. Δεν είναι βέβαιο δηλαδή ότι η κοινωνικοποίηση των παιδιών και η ανάληψη πρωτοβουλιών προάγονται.
Αλλά εγώ θα έμενα περισσότερο στο θέμα της μαθησιακής διαδικασίας. Ποιά πλευρά του παιδιού και του εφήβου βγάζει στην επιφάνεια το σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα; Θα τολμούσα να πω ότι βγάζει την χειρότερη πλευρά του. Γιατί; Διότι έχουμε ένα εκπαιδευτικό σύστημα, το οποίο δεν καλλιεργεί την αγάπη για την μάθηση. Όλοι έχουμε επισημάνει το γεγονός ότι στηρίζεται κυρίως στην απομνημόνευση.
Επιπλέον έχουμε ένα εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο είναι πάρα πολύ εγκεφαλικό. Δηλαδή δεν καλλιεργεί την εποπτεία, το πείραμα, την δοκιμασία, την συμμετοχή, αυτό που κατ’ εξοχήν ανταποκρίνεται στις ανάγκες ενός παιδιού και ενός εφήβου. Δε μπορεί ένα παιδί ή ένας έφηβος ν’ αρχίσει από την θεωρία και να πάει στην πράξη, πρέπει ν’ αρχίσει απ’ την εμπειρία και να πάει στην θεωρία. Έχουμε, με άλλα λόγια δηλαδή, ένα μαθησιακό σύστημα το οποίο ευνοεί μια ορισμένη κατηγορία παιδιών και εφήβων. Μια μικρή μερίδα, οι οποίοι έχουν συνηθίσει να εργάζονται εγκεφαλικά, «τους πηγαίνει» η απομνημόνευση, θα λέγαμε, και τα παιδιά αυτά παίρνουν καλούς βαθμούς και προκόβουν στην συνέχεια.
Αναγνωρίζω ότι γίνεται πολύ καλή δουλειά από ορισμένους εκπαιδευτικούς, χρησιμοποιούν και άλλες μεθόδους, ενδιαφέρονται, αγωνίζονται, ανανεώνονται. Είμαι πολύ συνδεδεμένος με τον κλάδο, και εγώ παιδί εκπαιδευτικών είμαι. Υπάρχει αυτή η μερίδα των εκπαιδευτικών που ενισχύουν το παιδί, ασκούν έπαινο και ενθάρρυνση. Ας μου επιτρέψουν όμως οι αγαπητοί εκπαιδευτικοί να πιστεύω ότι πρόκειται για μειοψηφία πλέον.
Κατ’ αρχήν προσέξτε την ορολογία που χρησιμοποίησα. Μίλησα για εκπαιδευτικό σύστημα. Δηλαδή το εκπαιδευτικό σύστημα είναι το παθογόνο, αυτό που έχει να κάνει με το αναλυτικό πρόγραμμα, με την κατανομή των ωρών, με το πώς έρχεται η πολιτεία να προτείνει την μάθηση. Εκεί μέσα υπάρχουν κάποια ελάχιστα περιθώρια πρωτοβουλιών από τους καλούς εκπαιδευτικούς. Σίγουρα είναι η μειοψηφία και γι’ αυτό θα έλεγα ότι το εκπαιδευτικό μας σύστημα είναι τόσο νοσηρό, ώστε πετάει έξω και τους καλούς εκπαιδευτικούς. Βλέπουμε σιγά-σιγά πως οι πιο αξιόλογοι εκπαιδευτικοί κουράζονται, παραιτούνται (σε εισαγωγικά ή χωρίς εισαγωγικά) και φεύγουν από την εκπαίδευση. Αυτό είναι ένα φαινόμενο που πρέπει να το επισημάνουμε και να το διερευνήσουμε. Και αντίθετα παραμένουν και αποκτούν ηγετικό ρόλο μέσα στην εκπαίδευση εκπαιδευτικοί που μπορεί να μην ήταν και επιλογή τους αυτό που κάνουν.
Εδώ βρίσκεται και η ευθύνη της κοινωνίας και της πολιτείας, ότι έχει κρατήσει τον εκπαιδευτικό στο περιθώριο, και με τις αποδοχές που είναι χαμηλές και με πολλούς άλλους τρόπους. Δεν τον τιμά, δεν τον κάνει ένα απ’ τα εξέχοντα επαγγέλματα, τα ιδιαίτερα τιμητικά δηλαδή, προκειμένου να προσελκύσει και ανθρώπους πιο αξιόλογους. Λοιπόν κατά τον ίδιο τρόπο που ωθούνται στο περιθώριο εκπαιδευτικοί αξιόλογοι, ωθούνται και μαθητές.
Το νοσηρό της υποθέσεως είναι ότι το εκπαιδευτικό σύστημα δεν καλλιεργεί την αγάπη για μάθηση την οποία έχει έμφυτη ο άνθρωπος· αλλά απλώς, επειδή για κάποιους λόγους δεν τρέχουν όλα τα παιδιά με τον ίδιο ρυθμό στην μάθηση, το σχολείο δουλεύει με μια μειοψηφία παιδιών που τους ταιριάζει αυτό το σύστημα, δηλαδή το εγκεφαλικό και της απομνημόνευσης, και τα υπόλοιπα παιδιά πετάγονται έξω. Δεν θα καταλήξουν όλα να γίνουν βίαια, εννοείται. Κάποια παιδιά που είναι πιο ενδοστρεφή θα χάσουν την αυτοεκτίμησή τους πια και ουδέποτε θα συνέλθουν απ’ αυτό ή θα περάσουν στην μελαγχολία. Βλέπουμε και τέτοια παιδιά και εφήβους που τα έχει θίξει ανεπανόρθωτα το εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά που δεν διαθέτουν την εξωστρέφεια στα συμπτώματά τους, ώστε να ενοχλούν άλλους.
Για μια μερίδα όμως παιδιών που χαρακτηρίζονται από εξωστρέφεια, το ότι πετάγονται έξω από την μάθηση και απλώς «σέρνονται» όλα αυτά τα χρόνια μέχρι τα δεκαοχτώ σ’ ένα υποχρεωτικό σύστημα, αυτό παίρνει ένα συμβολικό χαρακτήρα για τα παιδιά αυτά. Αισθάνονται πως η κοινωνία τα έχει πετάξει έξω. Διότι η κοινωνία για τα παιδιά και τους εφήβους ποιά είναι; Το σχολείο. Αυτή είναι η θέση τους μέσα στην κοινωνία. Δείτε το και στους ενήλικες: εάν κάποιος ενήλικας αισθάνεται πως η κοινωνία τον έχει πετάξει έξω, αμέσως ανοίγει ο δρόμος για θυμό, βία και παραβατικότητα. Είναι η αντίδραση στην απόρριψη της κοινωνίας. Και αυτό το βλέπουμε και σε μεγαλύτερους, οι οποίοι έκαναν ένα σφάλμα, έμειναν στην φυλακή ένα διάστημα και, αν η κοινωνία δε τους ξαναεντάξει μέσα της, θα επιστρέψουν στην παραβατικότητα.
Λοιπόν κατά τον ίδιο τρόπο βλέπει κανείς ότι ένα παιδί κάνει ένα παράπτωμα. Αν αυτό το παράπτωμα το πληρώσει πάρα πολύ ακριβά, αν αυτό το παράπτωμα τον φέρει στο περιθώριο, μένει για πάντα στο περιθώριο και αρχίζει πια να ερωτοτροπεί με την παραβατικότητα. Αρχίζει να γίνεται ο χώρος του, ο φυσικός του χώρος. Αφού δεν παίρνει καμιά αυτοεκτίμηση (που την έχει απόλυτη ανάγκη ο έφηβος) από την μαθησιακή διαδικασία, θα κοιτάξει να την πάρει από την παρέα. Θα κοιτάξει να επιβληθεί στην παρέα σαν ηγέτης με την βία, που δήθεν είναι ανδρισμός, είναι παλικαριά, οπότε να έχει από ’κει τουλάχιστον μια αυτοεκτίμηση.
Έτσι και οι έφηβοι που σπρώχνονται στο περιθώριο της μάθησης: είναι σαν να τους στέλνει η κοινωνία το μήνυμα, «προχωρούμε χωρίς εσένα». «Δεν υπάρχει κάτι στην ζωή για σένα, για να σου δώσει νόημα». Θέλει πολύ για να επανακτήσει κάποιος απέναντι σε αυτό το αδιέξοδο;
Δηλαδή αυτοί οι νέοι τελικά οι οποίοι φτιάχνουν συμμορίες, είτε των γηπέδων, είτε απλώς και μόνο για να κλέβουν, ουσιαστικά σε αυτές τις συμμορίες βρίσκουν κάτι πολύ βασικά που δεν βρήκαν αλλού. Δηλαδή χρειάζονται από κάπου μίαν αυτοεκτίμηση. Χρειάζονται από κάπου να παίρνουν την εκτίμηση των άλλων επίσης. Δεν μπορεί ο άνθρωπος να ζήσει χωρίς εκτίμηση σ’ αυτές τις ηλικίες, θα καταρρεύσει. Και την παίρνει μ’ αυτό τον αρνητικό τρόπο.
Εδώ λοιπόν θα ήθελα να επισημάνω αυτό το γεγονός, δηλαδή ότι έχουμε παιδιά και εφήβους τα οποία δεν συμμετέχουν στην μαθησιακή διαδικασία, διότι αυτή δεν μπόρεσε να τα ενσωματώσει. Είναι αποτυχία του συστήματος το ότι δεν μπόρεσε να ενσωματώσει αυτά τα παιδιά στην μάθηση, με αποτέλεσμα αυτό να δημιουργεί θυμό, να δημιουργεί αντιδραστικότητα, και για ορισμένα από αυτά ο θυμός θα πάρει και την μορφή της βίας πια. Δηλαδή ένα θυμωμένο παιδί, ένα δυστυχισμένο παιδί, το οποίο δεν παίρνει χαρά από πουθενά, δεν παίρνει αναγνώριση και έπαινο, θα ταυτιστεί πλέον με αυτή την αρνητική πλευρά, ώστε να πάρει έναν έπαινο απ’ τους ομοφρονούντες, θα λέγαμε, της παρέας.
Πιστεύω ότι ένα μεγάλο μέρος της παιδικής και εφηβικής βίας και εγκληματικότητας έχει από πίσω την σχολική αποτυχία και νομίζω ότι και οι στατιστικές συμφωνούν σ’ αυτό. Διότι κατ’ εξοχήν στα παιδιά αυτά και στους εφήβους που συμμετέχουν σε οργανωμένη βία βλέπει κανείς μέσα από τις στατιστικές πολύ χαμηλή σχολική επίδοση. Δεν έχει λόγο, δηλαδή, ένας μαθητής που αισθάνεται ότι τα καταφέρνει, που παίρνει ικανοποίηση απ’ την μάθηση, να καταφύγει στην βία.
Αυτό το θέμα νομίζω πρέπει να το προσέξουμε πάρα πολύ– και ανησυχώ, διότι σήμερα οι συζητήσεις που γίνονται για την εκπαίδευση αναφέρονται μόνο σ’ επιφανειακές ρυθμίσεις. Δηλαδή κάθε κυβέρνηση διαφημίζει πόσες νέες σχολικές αίθουσες έχει κάνει, πόσο αύξησε τα κονδύλια για την παιδεία, η αντιπολίτευση λέει δεν είναι αρκετά, η μιλούν για μετατροπές σε κάποιες σχολικές ώρες, αφαιρούν από ένα μάθημα και προσθέτουν σ’ ένα άλλο. Και δεν ασχολείται κανείς πώς διδάσκονται τα μαθήματα, τί είδους εκπαιδευτικούς έχουμε, τί εκπαιδευτικούς θέλουμε ν’ αποκτήσουμε, μήπως πρέπει να μπει ένα φρένο νωρίτερα, ένας έλεγχος, μήπως πρέπει να γίνεται μια εξέταση των ανθρώπων και μια επιλογή, μήπως πρέπει να υπάρξει φαντασία μέσα στο σχολικό πρόγραμμα, δηλαδή πέρα απ’ το καθιερωμένο μάθημα να υπάρξουν διαδικασίες συμμετοχής και δημιουργίας των ίδιων των παιδιών. Αν τα κάναμε αυτά τα πράγματα, νομίζω ότι θα ζωντάνευε το σχολείο, η σχολική ζωή, η σχολική κοινότητα, και θα ενσωματώναμε στην μάθηση και άλλα παιδιά. Όποιο παιδί δεν ενσωματωθεί στην μάθηση, στην σχολική διαδικασία, θα είναι πρόβλημα για την κοινωνία ολόκληρη επί δεκαετίες. Αυτό πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε και να δώσουμε απόλυτη προτεραιότητα στο θέμα του σχολείου.
Ο εκπαιδευτικός, νομίζω, θα πρέπει να ακούσει περισσότερο την καρδιά του και να τολμήσει. Χρειαζόμαστε τόλμη και φαντασία, αγάπη, φροντίδα, ικανότητα να μπαίνει στην θέση του μαθητή, ισότητα και δικαιοσύνη (διότι εξοργίζουν πάρα πολύ τους εφήβους οι αδικίες που γίνονται στα σχολεία, άθελά μας βέβαια). Όλα αυτά πρέπει να τα κάνει ως άτομο ο εκπαιδευτικός, αλλά παρ’ όλα αυτά εξακολουθώ να λέω ότι πέρα από τον αγώνα που θα δώσουν τα συγκεκριμένα άτομα, είναι θέμα γενικότερης σύλληψης του εκπαιδευτικού συστήματος. Να αποκτήσουμε ένα εκπαιδευτικό σύστημα περιεκτικό, όπως λέγεται, δηλαδή το οποίο να μπορεί να χωρέσει και διαφορετικούς χαρακτήρες παιδιών, το οποίο μπορεί να δώσει μια ποικιλία στους τρόπους μάθησης. Γιατί δεν μαθαίνουν όλα τα παιδιά με τον ίδιο τρόπο. Και βεβαίως να έχουμε ένα εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο θα επιτρέπει, με ξεχωριστά κίνητρα και αυστηρά κριτήρια ταυτόχρονα, να αποκτήσουμε καλύτερους εκπαιδευτικούς, τους άριστους της ελληνικής κοινωνίας, προκειμένου να χτίσουμε ένα αύριο καλύτερο.
(π. Βασιλείου Θερμού, «Χρειαζόμαστε την οικογένεια;», εκδ. Αρμός, σ. 149-159)
«Καταστρέψτε τους όπως με κατέστρεψαν» – Σοκ από την αυτοκτονία του 15χρονου
Τέλος στη ζωή του έβαλε ένας έφηβος στα Νότια Προάστια. Το αγόρι που είχε μόλις τελειώσει την Γ’ Γυμνασίου απαγχονίστηκε στο σπίτι του βυθίζοντας στη θλίψη την οικογένειά του.
Όπως όλα δείχνουν η αιτία που τον οδήγησε στην αυτοκτονία ήταν ο σχολικός εκφοβισμός που του ασκούσαν συμμαθητές του.
«Καταστρέψτε τους όπως με κατέστρεψαν»
Το αγόρι άφησε πίσω του πολλά σημειώματα που εξηγεί τι περνούσε στο σχολείο.Σύμφωνα με τον ΣΚΑΙ μάλιστα, στο τελευταίο από αυτά κατονομάζει 6 συμμαθητές του ως ηθικούς αυτουργούς. Όπως αναφέρει ο ανήλικος αυτόχειρας αυτά τα παιδιά του έκαναν bullying με αποτέλεσμα να μην αντέξει και να οδηγηθεί στο απονενοημένο διάβημα.
Σύμφωνα με πληροφορίες στο σημείωμα ο 15χρονος έγραφε «Καταστρέψτε τους όπως με κατέστρεψαν». Στο ίδιο σημείωμα το αγόρι γράφει ότι αγαπάει τη μητέρα, τον πατέρα και τον αδελφό του.
Σε μια από τις τελευταίες αναρτήσεις του στα social media ο 15χρονος έγραφε: «Όποιος μιλάει άσχημα κατά την απουσία σου, φοβάται την παρουσία σου».
Διαμορφώνουμε τα εργαλεία μας και μετά τα εργαλεία μας διαμορφώνουν εμάς – Μάρσαλ Μακ Λουάν, θεωρητικός των ΜΜΕ
Τα παιδιά σήμερα μεγαλώνουν έχοντας άμεση πρόσβαση στο διαδίκτυο και περνώντας ένα μεγάλο μέρος της καθημερινότητάς του χρησιμοποιώντας διάφορες εφαρμογές της νέα τεχνολογίας. Το 93% των νέων στην Ελλάδα, από ηλικίες 16 έως 24, είναι χρήστες του διαδικτύου.
Το διαδίκτυο μας προσφέρει απεριόριστες δυνατότητες μάθησης, επικοινωνίας και ψυχαγωγίας. Όμως όπως και στον πραγματικό κόσμο, έτσι και στον ψηφιακό κόσμο του διαδικτύου ελλοχεύουν κίνδυνοι τους οποίους ένας ανήλικος δεν είναι έτοιμος αναπτυξιακά να αντιμετωπίσει και να διαχειριστεί.
Πολλές φορές η χρήση του διαδικτύου μπορεί να γίνει ανεξέλεγκτη και να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην σωματική, αλλά και ψυχοκοινωνική υγεία ενός παιδιού, καθώς και στην πρόοδο και στην προσωπική εξέλιξή του. Οι γονείς είναι αυτοί που καλούνται να παρέχουν στα παιδιά τους τις συμβουλές και την βοήθεια που χρειάζονται, ώστε να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες που τους παρέχει το διαδίκτυο χωρίς όμως να εκθέτουν τον εαυτό τους σε κινδύνους, όπως η υπερβολική ενασχόληση. Για να ανταπεξέλθουν οι γονείς σε αυτό τον ρόλο πρέπει να είναι κατάλληλα ενημερωμένοι και προετοιμασμένοι, ώστε να μπορούν να αναγνωρίσουν και να αντιμετωπίσουν εγκαίρως ενδείξεις προβληματικής χρήσης του διαδικτύου από τα παιδιά τους.
Ποια είναι τα σημάδια που δείχνουν ότι το παιδί σας χρειάζεται βοήθεια;
- Συνεχής ενασχόληση με το διαδίκτυο (Η/Υ, κινητό, tablet)
- Απώλεια αίσθησης του χρόνου κατά την διάρκεια της χρήσης
- Έντονη επιθυμία για χρήση του διαδικτύου και αδυναμία ελέγχου ή περιορισμού
- Ανάπτυξη ανοχής στην χρήση, ανάγκη δηλαδή σταδιακής αύξησης της χρήσης προκειμένου να αντληθεί ικανοποίηση
- Συμπτώματα απόσυρσης και στέρησης όταν διακόπτεται η σύνδεση, όπως θυμός, άγχος, ψυχοκινητική διέγερση, εκνευρισμός, επιθετικότητα, θλίψη
- Χρήση του διαδικτύου ως μέσου διαφυγής από δυσάρεστες καταστάσεις και προβλήματα
- Ασυνέπεια σε σχέση με υποχρεώσεις και άλλες ασχολίες
- Αδιαφορία για ψυχαγωγικά ενδιαφέροντα που δεν σχετίζονται με το διαδίκτυο
- Πτώση των σχολικών επιδόσεων, συχνές πρωινές απουσίες
- Απειθαρχία και συγκρούσεις με το οικογενειακό περιβάλλον
- Ψέματα σχετικά με την συχνότητα της χρήσης του διαδικτύου ή απόκρυψη της χρήσης
Ορισμένες φορές το διαδίκτυο γίνεται προτεραιότητα στην ζωή του παιδιού, αποτελεί το βασικό μέσο ψυχαγωγίας του και πηγή άντλησης ικανοποίησης, αλλά και κοινωνικοποίησης, ενώ το απομονώνει από την οικογένεια και τους φίλους του και επηρεάζει αρνητικά την συμπεριφορά του και τις υπόλοιπες δραστηριότητές του.
Αν θεωρείτε ότι το παιδί σας ασχολείται υπερβολικά με το διαδίκτυο, μην σπεύσετε να εμποδίσετε την χρήση του, αλλά:
– Παρατηρήστε το παιδί σας και ακούστε το. Δείξτε αληθινό ενδιαφέρον για το τι το ελκύει και τι του προσφέρει η ενασχόληση του με το διαδίκτυο. Συζητήστε μαζί του τους λόγους για τους οποίους χρειάζεται να τεθούν κάποια όρια και κανόνες σε σχέση με την χρήση του πριν τους επιβάλλετε.
– Διατηρήστε την σχέση και την ουσιαστική επικοινωνία μαζί του. Αποφύγετε την διαρκή γκρίνια, τις φωνές, τους καυγάδες, τις απειλές, τις σκληρές τιμωρίες. Αφήστε στην άκρη χαρακτηρισμούς (π.χ. «είσαι άρρωστος»), κατηγορίες (π.χ. «χάνεις την ζωή σου!») και προσβολές.
-Αποφύγετε τις συγκρίσεις με άλλα παιδιά. Αποφύγετε να κατηγορήσετε την τεχνολογία, τους φίλους του και τους γονείς των φίλων του, το σχολείο και τους εκπαιδευτικούς ως υπεύθυνους για την υπεραπασχόληση του παιδιού σας με το διαδίκτυο.
-Γίνετε πρότυπα συμπεριφοράς για τα παιδιά σας. Δώστε το παράδειγμα ως πρότυπο συμπεριφοράς ελαχιστοποιώντας την δική σας ενασχόληση με το μέσο. Κάντε οικογενειακά διαλείμματα από την τεχνολογία και τις εφαρμογές της μαζί με το παιδί.
Το δυσκολότερο σημείο για αυτούς που ασχολούνται υπερβολικά με το διαδίκτυο και τις διάφορες τεχνολογικές εφαρμογές είναι να βρουν ισορροπία ανάμεσα στην ψηφιακή και στην πραγματική ζωή. Πολλές φορές αυτά τα δύο συγχέονται. Μπορείτε να βοηθήσετε το παιδί σας να χρησιμοποιεί με ασφάλεια και χωρίς υπερβολές το διαδίκτυο, το κινητό τηλέφωνο και τις άλλες μορφές διαδραστικής τεχνολογίας.
«Ναι στο διαδίκτυο….αλλά…. με προϋποθέσεις»