ailiadi's blog

"Ποίηση, ζωγραφική, ιστορία, πολιτισμός ως έννοιες αδιαπραγμάτευτες"

«Τα σημαντικότερα γεγονότα της εποχής του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς, στο πλαίσιο των σχέσεων υπόδουλων Ελλήνων και Τούρκων κυριάρχων (1521-1566)». Αμαλία Κ. Ηλιάδη, φιλόλογος-ιστορικός, (Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Βυζαντινής Ιστορίας απ΄ το Α.Π.Θ.), Δ/ντρια 3ου Γυμνασίου Τρικάλων

«Τα σημαντικότερα γεγονότα της εποχής του Σουλεϊμάν  του Μεγαλοπρεπούς, στο πλαίσιο  των σχέσεων υπόδουλων Ελλήνων και Τούρκων κυριάρχων (1521-1566)».

Αμαλία Κ. Ηλιάδη, φιλόλογος-ιστορικός, (Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Βυζαντινής Ιστορίας απ΄ το Α.Π.Θ.), Δ/ντρια 3ου Γυμνασίου Τρικάλων

  O Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής υπήρξε ένας από τους Οθωμανούς σουλτάνους που έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ανάπτυξη της ναυτικής ισχύος της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι στην προσπάθειά του αυτή στηρίχθηκε σε μια σειρά εξωμοτών/αρνησίθρησκων χριστιανών ναυτικών διοικητών όπως οι ελληνικής καταγωγής Πίρι Ρεΐς, ο Τουργκούτ Ρεΐς και ο Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσσα, ο ουγγρικής καταγωγής ευνούχος Χατίμ Σουλεϊμάν και άλλοι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι. Η αναφορά σε όλους αυτούς τους ικανούς και δραστήριους διοικητές που πλαισίωναν τον Σουλεϊμάν κρίνεται σκόπιμη καθώς τα μουσουλμανικά ονόματα και οι τίτλοι καλύπτουν την πραγματική καταγωγή των πρωταγωνιστών, βάσει των οποίων θριάμβευσαν τα οθωμανικά όπλα και λάβαρα… (σ.σ. ο Βενετός Βάιλος/πρέσβης Μ. Zane έγραψε για τους εξισλαμισμένους: «… οι πιο αλαζόνες και αχρείοι άνθρωποι που μπορεί να φανταστεί κανείς, γιατί μαζί με την αληθινή τους πίστη έχουν χάσει και κάθε ανθρωπιά»).

Ο σουλτάνος Σουλεϊμάν Α΄ (1520-1566) ο νομοθέτης – τον οποίον οι Βενετοί χαρακτήριζαν ως Μεγαλοπρεπή ή ως Μεγάλο Τούρκο – ανέβηκε στον θρόνο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας διαδεχόμενος τον πατέρα του Σελίμ Α΄(1512-1520). Κατά  το  πρώτο  έτος  της  βασιλείας  του  σουλτάνου  Σουλεϊμάν, του  έπειτα  αποκληθέντος  Μεγαλοπρεπούς, έγινε  επίθεση  κατά  των  Ιωαννιτών  Ιπποτών  της  Ρόδου και συντελέστηκε η Άλωση  της  Ρόδου (1522).

Το  1522  ο  σουλτάνος  Σουλεϊμάν  υπό  την  πίεση  του  «καπετάν  πασά», ο  οποίος  ενοχλούνταν  πολύ  από  το  ναυτικό  των  Ιωαννιτών, και  παρά  τους  δισταγμούς  του  μεγάλου  βεζίρη  Πιρι-Μεχμέτ  πασά, αποφάσισε  να  απαλλάξει  την  μέχρις  Αιγύπτου  γραμμή  από  επιδρομές  Χριστιανικές.  Τον  Ιούνιο  του  1522  ο  σουλτάνος  ξεκίνησε  με  τον  μεγάλο  βεζίρη  και  πολυάριθμο  στρατό  και  στόλο  και  έφθασε  στην  Καρία  αντίκρυ  της  Ρόδου.  Οι  Ιωαννίτες  διέθεταν  600  ιππότες  και  λίγες  χιλιάδες  Ελλήνων  τοξοτών  και  ναυτικών.  Όλος  όμως  ο  ελληνικός  πληθυσμός,  και   οι  γυναίκες  ακόμη, βοήθησαν  τους  Ιωαννίτες Ιππότες.  Μάγιστρος  ήταν  ο  γενναίος  Γάλλος  Φίλιππος  Villiers  De  I’ Isle  Adam, ο  «γενναιότερος  μεταξύ  γενναίων  ιπποτών», ο  οποίος  διηύθυνε  την  άμυνα  με  ηρωισμό  αλλά  και  περίσκεψη.

Ο  σουλτάνος  Σουλεϊμάν  επιβιβάστηκε  τον  Ιούλιο  του  1522  στη  Ρόδο  και  αμέσως  άρχισε  την  επίθεση  με  πολυάριθμο  πυροβολικό.  Είχε  στήσει  την  σκηνή  του  σε  υψηλό  λόφο, για  να  κατοπτεύει  καλύτερα, επισκέπτονταν  δε  την  νύχτα  το  πεδίο  των  μαχών  και  πλησίον  του  τείχους  ακόμη, και  τιμωρούσε  με  θάνατο  τους  λιποψυχώντες.  Υπό  την  επίβλεψη  του  Σουλεϊμάν  οι  Τούρκοι  επετίθεντο  ακάθεκτοι  και  φονεύονταν  πολυάριθμοι, διότι  πάνω  από  το  τείχος και  οι  γυναίκες  ακόμη  έριχναν  πέτρες  και  φωτιά.

Ο  Σουλεϊμάν  έφερε  πλήθος  υπονομευτών  και  μέσω  αυτών  κατόρθωσε,  άπαξ  τουλάχιστον,  να  ανοίξει  υπόνομο  προς  το  εσωτερικό  της  πόλεως.  Αμέσως  οι  Γενίτσαροι  έστησαν  επτά  σημαίες, αλλά  οι   Χριστιανοί  κατόρθωσαν  να  τους  αποκρούσουν  και  να  φονεύσουν  γύρω  στις  δύο  χιλιάδες.  Οι  Χριστιανοί  έτσι πήραν  θάρρος, αλλά  οι  επανειλημμένοι  βομβαρδισμοί  άνοιγαν  ρήγματα  στο  τείχος, η  δε  παράταση  της  πολιορκίας  επέφερε  έλλειψη  τροφίμων  και  πυρομαχικών. Υπό  την  πίεση  του  λαού  και  του  στρατού  ο  μάγιστρος  των  Ιωαννιτών  άρχισε  να  σκέπτεται  περί  παραδόσεως, τη  στιγμή που  ο  σουλτάνος  ίσως  αμφέβαλε  περί  της  νίκης  του.  Μεταξύ  των  ζητούντων  την  συνθηκολόγηση  ήταν  και  οι  Έλληνες, οι  οποίοι  μέσω  αυτής  ήθελαν  να  προλάβουν  μεγαλύτερη  καταστροφή  και  αιχμαλωσία.  Αναφέρονται  μάλιστα  και  τα  ονόματα  δύο  Ελλήνων, του  Παύλου  Συγκλητικού  και  του  Νικολάου  Βεργάτη, οι  οποίοι  ως  αντιπρόσωποι  των  κατοίκων  δέχθηκαν  την  προκήρυξη  του  σουλτάνου  ότι  επί  πέντε  έτη  δεν  θα  πληρώσουν  φόρο, ότι  τα  παιδιά  τους  δεν  θα  καταταχθούν  στο  τάγμα  των  Γενιτσάρων, ότι  μπορούν  αν  θέλουν  να  εγκαταλείψουν  το  νησί.  Οι  Έλληνες  όμως  τελικά δεν  έφυγαν  από  την  Ρόδο.

Ο  μάγιστρος  των  Ιωαννιτών  μετά  την  προκήρυξη  του  σουλτάνου  και  υπό  την  πίεση  των  Χριστιανών  δέχτηκε  να  παραδώσει  την  πόλη.  Πράγματι,  την  20ή  Δεκεμβρίου  συμφωνήθηκε  η  παράδοση  και  την  25η εισήλθε  ο  τουρκικός  στρατός.  Ο  γενναίος  μάγιστρος  με  τους  Ιωαννίτες, κατά  την  συμφωνία, έφυγαν  ανενόχλητοι  με  τα  όπλα  τους  και  τα  κινητά υπάρχοντά  τους.  Την  πρώτη  Ιανουαρίου  1523  έφυγε  ο  μάγιστρος, τη  δε  δευτέρα  Ιανουαρίου  ο  Σουλεϊμάν  προσευχήθηκε  στο  νέο  τζαμί, στο οποίο μετατράπηκε η εκκλησία  του  αγίου  Ιωάννη  των  Ιωαννιτών.

Η  πεντάμηνη  άμυνα  με  συνεχείς  μάχες  δόξασε  τους  υπερασπιστές.  Ο  Κάρολος  ο  Ε΄ αυτοκράτορας  των  Γερμανών  και  βασιλιάς  της  Ισπανίας  είπε  σχετικά: «καμιά  άλλη  απώλεια  δεν  υπήρξε  τόσο  ένδοξη, όσο  η  της  Ρόδου».  Πρέπει  να  ομολογηθεί  ότι  κατά  την  άλωση  της  Ρόδου  η  γενναιότητα  των  επιτιθεμένων  τόσο  συχνά  Τούρκων  υπήρξε  απαράμιλλη, όπως  και  η  γενναιοφροσύνη  του  σουλτάνου  Σουλεϊμάν.  Χωρίς  την  παρουσία  του  Σουλεϊμάν  δεν  θα  κυριεύονταν  η  Ρόδος, με  την  παρουσία  του,  δε,  αποφεύχθηκαν  οι  βαρβαρότητες  που  συνόδευαν  συχνά  τις  τουρκικές  κατακτήσεις.

Μετά  το  1523  οι  Ιωαννίτες  προσπάθησαν  να  βρουν  βοήθεια, για  να  ανακαταλάβουν  τη  Ρόδο  και  ήλθαν  μάλιστα -σύμφωνα  με  τον  ιστορικό  Bosio –  σε  συνεννοήσεις  με  τον  μητροπολίτη  Ρόδου  Ευθύμιο  και  τους  Έλληνες  προύχοντες του νησιού. Αυτοί φάνηκαν πρόθυμοι να συνεργαστούν στην εκδίωξη των Τούρκων, αλλά πριν κατορθώσουν οι Ιωαννίτες να βρουν βοήθεια, προδόθηκαν, και ο μητροπολίτης μαζί με τους συνωμότες σφάχτηκαν.

Επί  του  Σουλεϊμάν, κατά  το  1526, αναφέρεται  ότι  έγινε  η  πικρή  αιχμαλωσία  του  Δορυλαίου. Γεγονός  είναι  ότι  όχι  μόνο  κατά  τις  κατακτήσεις, αλλά  και  έπειτα  κατά  την  δίοδο  Γενιτσάρων  ή  και  από  άλλη  αφορμή  γίνονταν  φοβερές  αιχμαλωσίες.  Επίσης  κατά  το  1534  έγινε  λεηλασία  και  εμπρησμός  στη  μονή  Εσφιγμένου  του  Άθω  «υπό  των  αθέων  Αγαρηνών».

Ο  Σουλεϊμάν  μπόρεσε  να  σχηματίσει  τουρκικό  στόλο  επίφοβο  με  τον  εκ  Μολύβου  της  Λέσβου  πειρατή  Χαϊρεντίν, του  αποκαλούμενου από  τους  Ευρωπαίους  Μπαρμπαρόσσα, ο  οποίος  είχε  γίνει  κύριος  του  Αλγερίου  και   από  εκεί  λήστευε  την  Μεσόγειο  και  έστελνε  άπειρα  δώρα  στο  σουλτάνο, χρυσό, αιχμαλώτους  νέους  κλπ.  Έχοντας  ένα  τόσο  τολμηρό  ναύαρχο  ο  Σουλεϊμάν, μπόρεσε  να  κηρύξει  τον  πόλεμο  κατά  της  Βενετίας  το  1537, για  να  καταλάβει  τις  υπόλοιπες  βενετικές  κτήσεις.  Το  1537  έγινε  υπό  του  Χαϊρεντίν  επίθεση  κατά  της  Κέρκυρας  με  25.000  στρατό  και  πυροβολικό.  Και  το  μεν  φρούριο  της  Κέρκυρας  δεν  μπόρεσαν  οι  Τούρκοι  να το κυριεύσουν, διότι  το  βενετικό πυροβολικό   ήταν  ισχυρότατο, κατέστρεψαν  όμως  την  ύπαιθρο  χώρα ( Έκθεσις  Χρονική, σ. 80:….. «επυρπολήθησαν  ούν  οίκοι  διώροφοι  και  τριώροφοι  και  ναοί  περικαλλείς  και  γέγονεν  αφανισμός  μέγας, μόνον  δε  το  κάστρο  έμεινεν ….. ουκ  είασάν  τι  εν  τοις  χώροις  εκείνοις  ούτε  άνθρωπον  ούτε  ζώον, αλλ’ ηρήμωσαν  και  ηφάνισαν  τελείως».  Βλ. και  Μ. Μουστοξύδου, Ιστορικά  και  Φιλολογικά  Ανάλεκτα, 1872, σ. 47  και 83)  και  απήγαγαν  περί  τις  2.000  αιχμαλώτους.  Μεταξύ  αυτών  ήταν  και  η  ωραία  Καλή  Καρτάνου, η  οποία  έγινε  σύζυγος  του  σουλτάνου, διατηρώντας όμως  την αγάπη της και την προστασία  προς  τους  Χριστιανούς.

Επίσης  οι  Τούρκοι  δεν  μπόρεσαν  να  κυριεύσουν  τα  φρούρια  της  Μονεμβασιάς  και  του  Ναυπλίου.  Οι  Βενετοί  είχαν  οργανώσει  τους  εγχώριους  «στρατιώτες» Έλληνες σε  τοπικές  εθελοντικές ομάδες  , οι  οποίες  γενναιότατα  πολέμησαν  κατά  των  Τούρκων.

Φοβερή  υπήρξε  η  αιχμαλωσία  και  καταστροφή που έγινε  στις  Κυκλάδες  υπό  του  Χαϊρεντίν.  Κατά  την  Έκθεσιν  Χρονικήν, «ηχμαλώτισε  πάσας  τας  Κυκλάδας  νήσους  άνευ  της  Αξίας  (= Νάξου), αυτή  γάρ  υπέσχετο  δούναι  χαράτζιον  και  ούτως  ουκ  εκρούσευεν  αυτήν, τας  δ’  ετέρας  νήσους  ηρήμωσεν  αυτάς  παντελώς».  Κατ’  άλλες  πληροφορίες, απήγαγε  από  την  Αίγινα  5.000  αιχμαλώτους, από  την  Πάρο  7.000, από  την  Κέα  2.000, από  την  Σκιάθο  3.800, από  την  Ανάφη  600, από  τα  Κύθηρα  7.000  και  ποιος  ξέρει  πόσους  από  τα  άλλα  νησιά, διότι  για  όλα  δεν  έχουμε  πληροφορίες.  Έτσι  επί  του  Σουλεϊμάν  έγινε  η  καταστροφή  του  νησιωτικού  Ελληνισμού, όπως  έγινε  προηγουμένως  του  Μικρασιατικού  και  Ευρωπαϊκού.  Το  δε  λυπηρότερο  είναι  ότι  στην  καταστροφή  τους  συντέλεσαν  κατά  πρώτον  οι  εκ  των  Χριστιανών  κουρσάροι  Χαϊρεντίν  Μπαρμπαρόσσα  και  Τουργούτ  και  ο  εκ  Πάργας  βεζύρης  Ιμπραήμ  πασάς.  Υπό  τον  Βαρβαρόσσα  υπηρέτησε  και  ο  ελληνικής  πιθανώς  καταγωγής  ναύαρχος  Piri  Reis, ο  οποίος  έγραψε  και  χάρτες  και  γεωγραφικό  εγχειρίδιο.

Οι  Βενετοί  θέλησαν  να  αντιδράσουν  κατά  των  Τούρκων  και  ετοίμασαν  στόλο  250  πλοίων  υπό  τον  ναύαρχο  Ανδρέα  Doria. Στην  Πρέβεζα  πλησίασαν  τον  Σεπτέμβριο  του  1538  τον  τουρκικό  στόλο  υπό  τον  γέροντα  πλέον  Χαϊρεντίν. Ο  Doria  φαίνεται  ότι  φοβήθηκε  και  με  διάφορες  κινήσεις  απομακρύνθηκε. Ο  Χαϊρεντίν  έτσι απομένει  κυρίαρχος  της  θάλασσας  και  η  Βενετία  αναγκάζεται  να  ζητήσει  ειρήνη  από  το  σουλτάνο  και  προς  τούτο  παραχωρεί  τα  μη  καταληφθέντα  υπό  των  Τούρκων  φρούρια  του  Ναυπλίου  και  της  Μονεμβασιάς.  Η  ειρήνη  έγινε  το  1540  και  η  Πελοπόννησος  όλη  περιήλθε  στους  Τούρκους.  Οι  Βενετοί  κατέχουν  ακόμη  από  τα  ελληνικά  εδάφη  τα  περισσότερα  Ιόνια  νησιά, την  Κύπρο, την  Κρήτη, την  Τήνο  και  κάποια  άλλα  μικρότερα. Κατά την  συμφωνία  που  έγινε,  μπορούσαν  να  φύγουν  όσοι  κάτοικοι  ήθελαν  από  το  Ναύπλιο  και  τη  Μονεμβασιά.  Επί  τη  ευκαιρία  αυτή  ο μητροπολίτης Μονεμβασιάς  Μητροφάνης  προέτρεψε  τους  συμπολίτες  του  να  καταφύγουν  στην  Κέρκυρα  και  να  μην  «υποδέχωνται  εν  τη  αυτών  οικία  μιαιφόνους  τε  και  ασεβείς  Τούρκους».

Είναι  χαρακτηριστικό  ότι  έχουμε  απ΄ τα  χρόνια  του  Σουλεϊμάν  ειδικές  πληροφορίες  από την  Αθήνα  περί  του  παιδομαζώματος, όπως τις καταγράφει ο Κ. Άμαντος. Πρέπει  να  φανταστούμε  ότι  με  παρόμοιο  τρόπο  γινόταν  το  παιδομάζωμα  σε  όλη  την  Ανατολή  (Εκ  των  χρόνων  του  Σουλεϊμάν  (1547)  αναφέρεται  και  το  Γενιτσαρομάζωμα (=παιδομάζωμα)  εις  τας  Σέρρας  εις  το  Χρονικόν  του  Πασά  Συνοδινού, ΔΙΕ  τ. 2, σ. 648: «ήλθεν  ο  σκλάβος  Νταβήσαγας  για  το  Γιανιτσαρομάζωμα».) και  ότι  μυριάδες  άπειροι  νέων  Ελλήνων  αποσπάστηκαν  απάνθρωπα  από  τις  αγκάλες  των  γονέων  τους,  εξισλαμίσθησαν  και  υπηρέτησαν  έτσι  τους  σουλτάνους  στα  σχέδια  υποδουλώσεως  και  καταστροφής.  Λίγοι  από  αυτούς  τους  νέους  με  την  ευφυΐα  τους  ανέρχονταν  σε  υψηλά  αξιώματα, γίνονταν  βεζίρηδες  και  ενίοτε,  ενθυμούμενοι  την  καταγωγή  τους,  φαίνονταν  χρήσιμοι  στους  Χριστιανούς).

Πριν πολλά  έτη  έγινε  γνωστή  και  νέα  πηγή  ελληνική  για  το  παιδομάζωμα  από  χειρόγραφο  του  Πανεπιστημίου  της  Τυβίγγης: «Από  την  Κωνσταντινούπολιν  κάθε  πέντε  χρόνια  εβγαίνουσι  πεντακόσιοι  άνδρες  και  λέγονται  Τούρκοι  Γιανίτζαροι…. και  διαμοιράζονται  εις  πάσαν  πόλιν  από  δέκα  πέντε….  Παγαίνουν  από  πόλιν  εις  πόλιν  και  μαζεύουν  τα  παιδιά  και  τα  φέρνουν  εις  την  πρώτην  πόλιν  και  εκεί  κάθονται  και  τα  διαλέγουσιν  από  ένα-ένα, όποιον  είναι  εύμορφον  εις  την  θεωρίαν  και  άξιον  εις  την  ανδρείαν….. Και  παίρνουν  αυτά  και  πορεύονται  εις  την  Κωνσταντινούπολιν, την  καρδιά  βάνετε  εις  τον  νουν  σας, άρχοντες, πόσες  μάνες  κόπτουν  τα  μάγουλά  των  και  πόσοι  πατέρες  δέρνουν  τα  στήθια  τους  με  τες  πέτρες  και  τι  λύπη  να  έχουν  εκείνοι  οι  Χριστιανοί  δια  τα  παιδιά  τους, πώς  τα  χωρίζονται  ζωντανά  και  πόσες  μητέρες  ελέγασι  κάλλιον  να  ήθελαν  πεθάνει  και  να  τα  θάψωμεν  εις  την  εκκλησίαν  μας  παρά  οπού  σας  αναθρέψαμεν  τόσο  τρανά  και  τώρα  σας  χωριζόμεθα  ζωντανά  και  σας  πηγαίνουν  να  σας  τουρκέψουν  να  εβγήτε  από  την  πίστιν  μας  την  χριστιανικήν.  Κάλλιον  να  ηθέλατε  αποθάνει.  Τότε  λαμβάνουσιν  αυτά  τα  παιδιά  και  πορεύονται  εις  την  Κωνσταντινούπολιν  και  βαίνουν  και  τα  ξυρίζουσι  τα  κεφάλια  και  όποιο  είναι  αρχοντόπαιδο  και  εύμορφο  πολύ  του  αφήνουν  σημάδι  από  τα  μαλλιά  του  σιμά  εις  το  αυτί  και  το  σημάδι  εκείνο  λέγεται  «τζουλούφιον».  Εκείνα  τα  παιδιά  οπού  αφήνουσι  το  τζουλούφι  τα  παίρνει  ο  Αγαρηνός  ο  μέγας  εις  το  παλάτι  του  και  τα  άλλα  μοιράζονται  οι  πασάδες  και  οι  άλλοι  άρχοντες  οι  Τούρκοι  της  Κωνσταντινουπόλεως, έως  να  μάθουν  τα  τούρκικα  να  μιλούν!  Και  μαθαίνουσι  και  το  τουφέκι  και  το  δοξάριον  να  το  τοξεύωσιν   ίσα».

Για όλους αυτούς τους λόγους πολλοί  Χριστιανοί  πάντρευαν  τα  παιδιά  τους  σε  ηλικία  8-12  ετών  (S. Gerlach, Turkisches  Tagebuch  σ. 314, σ. 257  ο οποίος αναφέρει  παράδειγμα  γυναικός, που  είχε  δύο  παιδιά  και  παρακαλούσε  να  πεθάνουν, για  να  μην  τα  πάρουν  οι  Τούρκοι.)  για  να  αποφύγουν  το  παιδομάζωμα  για  τα  αγόρια, την  αρπαγή  για  τα  κορίτσια.  Εκεί  έχει  τη ρίζα  της  και  η  παροιμία: «δώδεκα  χρονώ  κορίτσι  για  ς’ τόν  άνδρα  για  ς’ τόν  Άδη».  Το  συστηματικό  παιδομάζωμα  ήταν  λιγότερο  φοβερό  από  το  αυθαίρετο  και  το  άτακτο, την  αρπαγή  και  αιχμαλωσία  παιδιών.

Χαρακτηριστική  είναι  η  εξής  είδηση  από  έγγραφο  του  1456: Οι  Έλληνες  μικρού νησιού των  Νοτίων  Σποράδων  (των  σημερινών  Δωδεκανήσων)  «έχουν αγανάκτησιν  από  τον  Τούρκον, που  παίρνουν  τα  παιδιά  μας  και  κάμνουν  τα  Μουσουλμάνους»  και  γι’  αυτό  παρακαλούν  τους  Ιωαννίτες  της  Ρόδου  να  στείλουν  πλοία  να  τους  πάρουν  για  να  ζήσουν  «ως  υποτακτικοί  της  αυθεντίας» τους  και  αν  δεν  στείλουν  «το  κρίμα  να  είναι  απάνω  των».  Η  είδησις  αυτή  αποδεικνύει  ότι  όχι  μόνον  κατά  τετραετίαν,  αλλ’  αυθαιρέτως  όσες φορές  ήθελαν  ή  μπορούσαν,  άρπαζαν  τα  παιδιά  των  Χριστιανών. Για  το  παιδομάζωμα  σώθηκε  χαρακτηριστικό  άσμα:

«Ανάθεμά  σε, βασιλιά, και  τρις  ανάθεμά  σε,

με  το  κακό  οπόκαμες  και  το  κακό  που  κάνεις,

στέλνεις, δένεις  τους  γέροντας  και  πρώτους  τους  παπάδες.

Κλαίν  οι  γονέοι  τα  παιδιά  κ’ οι  αδελφές  τ’  αδέλφια,

κλαίγω  κ’  εγώ  και  καίγομαι  και  όσο  ζω  θα  κλαίγω.

πέρσι  πήραν  το  γυιόκα  μου, φέτο  τον  αδελφό  μου».

Βαθμηδόν  όμως  το  συστηματικό  παιδομάζωμα  έπαυσε  να  είναι  τόσο  φοβερό. Οι  Χριστιανοί  έκρυβαν  τα  παιδιά  ή  έδιναν  χρήματα   σε  φίλους  τους  Τούρκους,  οι  οποίοι  πρόθυμα  έδιναν  τα  δικά  τους  παιδιά  ή  και  δωροδοκούσαν  τους  υπαλλήλους  του  παιδομαζώματος.  Έτσι  ο  βάϊλος  της  Βενετίας  Contarini  γράφει  το  1640  ότι  οι  Γενίτσαροι  λαμβάνονται  από  Τούρκους, οι  οποίοι  πρόθυμα  δίνουν  τα  παιδιά  τους, ενώ  οι  Χριστιανοί  πληρώνουν  χρήματα  αντ’ αυτών. Η  προθυμία  των  Τούρκων  είναι  ευνόητη, αφού  οι  Γενίτσαροι  αποτελούσαν  την  αυτοκρατορική  φρουρά, λάμβαναν  ανώτερους  μισθούς  και  μεγάλα  δώρα, κατά  την  ανάρρηση  μάλιστα  νέων  σουλτάνων.  Άλλοτε  πάλι επιτρέπονταν  σε  αυτούς  να  λεηλατήσουν  κάποια  επαρχία   αντί  των  οφειλομένων  δώρων!

Τις  πληροφορίες  περί  παιδομαζώματος  συμπληρώνει  ιδιαίτερη  ελληνική  πηγή, το  βιβλίο  «περί  της  καταστάσεως  των  σήμερον  ευρισκομένων  Ελλήνων»,  που  εκδόθηκε  το  1619 από  τον  Χριστόφορο  Άγγελο. Αυτός  ονομάζει  το   παιδομάζωμα  δεκατισμό  (decimatio).  Το  βιβλίο  του  Χρ. Αγγέλου  μεταφράστηκε  και  έγινε  πολύ  γνωστό  στην  Ευρώπη.  Το   παιδομάζωμα, το  οποίο  δείχνει  και  μόνο  του  πόσο  ταπεινώνει  και  καταστρέφει  τους  λαούς  η  υποδούλωση, έδωσε  τεράστια  δύναμη  στους  Τούρκους. Δεν  έδωσε  μόνο  τα  φοβερά  τάγματα  των  Γενιτσάρων, με  τα  οποία  κατανίκησαν  τόσους  λαούς, αλλά  και  ανωτέρους  πολιτικούς  και  άλλους  ηγέτες, οι  οποίοι  βοήθησαν  τη  διάσωση  της  Τουρκίας  επί  τόσους  αιώνες.  Και  αυτός  ο  περίφημος  Σινάν,  ο   μεγαλύτερος  Τούρκος  αρχιτέκτονας, γεννήθηκε  το  1489  στην  Καισάρεια  από  γονείς  Χριστιανούς.  Χωρίς  αυτόν  δεν  μπορεί  να  γίνει  λόγος  περί  τουρκικής  τέχνης.  Ο  Σινάν  έκτισε  υπό  την  επίδραση  της  Αγίας  Σοφίας  πολλά  ονομαστά  τζαμιά, μεταξύ  των  οποίων  το  Σουλεϊμανιέ  στην  Κωνσταντινούπολη,  το  Σελιμιέ  στην  Αδριανούπολη καθώς και το Κουσούμ Τζαμί στην πόλη μας, στα Τρίκαλα Θεσσαλίας.

Εδώ  δεν  εξετάζουμε  τους  πολέμους  του  Σουλεϊμάν, που  δεν  ενδιαφέρουν  πολύ  την  ελληνική  ιστορία.  Αναφέρουμε  απλώς  την  μεγάλη  νίκη  του  Σουλεϊμάν  στο  Mohacz  της  Ουγγαρίας  το  1526, την  προέλαση  μέχρι  τη Βουδαπέστη, την  οποία  πολιόρκησε  μεν  το  1529  αλλά  ελλείψει  μέσων  δεν  μπόρεσε  να  κυριεύσει. Το  1534  έφθασε  ο   Σουλεϊμάν  στη  Βαγδάτη.

Στη  Μεσόγειο, όπου  κυριαρχεί  πρώτη  φορά  το  τουρκικό  ναυτικό, μόνο  η  μικρή  νήσος  Μάλτα  που  κατελήφθη  το  1522  από  τους  ιππότες  της  Ρόδου  αντιστέκεται.  Είναι  καρφί  στο  μάτι  των  Τούρκων.  Γι’  αυτό  στάλθηκε  στόλος  εναντίον της  από  150  περίπου  πλοία  υπό  τον  Πιαλή  πασά  και  Τουργούτ  πασά.  Ο  μάγιστρος  Jean  de  la  Valette  αντιστάθηκε  γενναία, ο  Τουργούτ  φονεύθηκε, ο  δε  Πιαλή  πασάς  αναγκάστηκε  να  λύσει   την  πολιορκία  και  να  φύγει (1565). Ωστόσο, οι Οθωμανοί δεν κατέθεσαν τα όπλα και συνέχισαν να επενδύουν στη ναυτική ισχύ, γεγονός που τους έδωσε την ευκαιρία να πανηγυρίσουν την τελευταία τους μεγάλη ναυτική επιτυχία έναν αιώνα αργότερα το1669 με την ολοκλήρωση της κατάκτησης της Κρήτης.

Οι  μεγάλες  επιτυχίες  του Σουλεϊμάν  επέβαλαν  στην  Ευρώπη  το  γόητρό  του, στο  οποίο  συντέλεσε  και  η  συμφωνία  με  την  Γαλλία  το  1535  (Kapitulations-Διομολογήσεις). Ο  Φραγκίσκος  ο  Α΄ (1515-47), βασιλιάς  της  Γαλλίας, από  αντίθεση  προς  τον  Κάρολο  τον  Ε΄ (1519-1556), αυτοκράτορα  των  Γερμανών  και  βασιλιά  της  Ισπανίας, συνέχαιρε  τον  Σουλεϊμάν  για  τις  νίκες  του  κατά  των  Χριστιανών  και  του έστελνε  μάλιστα και  χρήματα . Η γεωπολιτική προσέγγιση του «κρίνου και της ημισελήνου» διήρκησε από το 1536 έως το 1798 (εισβολή του Μ. Ναπολέοντος στην Αίγυπτο). Οι Γάλλοι βοήθησαν πολλαπλώς τον Σουλεϊμάν, συνεχίζοντας την πολιτική της συμμαχίας και με τον Ερρίκο ΙΙ, διάδοχο του Φραγκίσκου Α΄, στηρίζοντάς τον με χρήματα, όπλα και εφόδια κατά τη διάρκεια των εκστρατειών στην Ουγγαρία (1543-44).

Ενδεικτική βιβλιογραφία:

Κωνσταντίνου Αμάντου:

Σχέσεις Ελλήνων και Τούρκων, Αθήνα 1955 (Σχέσεις Ελλήνων και Τούρκων από του ενδεκάτου αιώνος μέχρι του 1821)

Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους (2 τόμοι)

Ο Ελληνισμός της Μικράς Ασίας κατά τον μεσαίωνα

Ο μακεδονικός ελληνισμός κατά το τέλος του μεσαίωνος και την παλαιοτέραν τουρκοκρατίαν μέχρι του 18ου αιώνος, Θεσσαλονίκη 1952.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 



Δεν υπάρχουν σχόλια »

Χωρίς σχόλια ακόμα.

RSS κανάλι για τα σχόλια του άρθρου.

Αφήστε μια απάντηση