Πώς το τσακάλι απέκτησε την μαύρη πλάτη του / αφρικάνικος μύθος
Μία ημέρα το τσακάλι είδε ένα κορίτσι να κάθεται πάνω σε ένα δέντρο.« Γιατί κάθεσαι εκεί πάνω όμορφο παιδάκι;» ρώτησε το τσακάλι. «Είμαι κουρασμένη και θέλω να ξεκουραστώ» απάντησε το κορίτσι. «Κατέβα κάτω και θα σε πάω σπίτι σου κουβαλόντας σε στην πλάτη μου» είπε το τσακάλι. Το κορίτσι του απάντησε αρκετά υπεροπτικά πως είναι παιδί του ήλιου και οτι δεν θα ανεβαινε στην πλάτη ενός τσακαλιού. Το τσακάλι όμως με τον γλυκό του τρόπο με καλοπίασματα και κολακίες, μαλάκωσε το κορίτσι και το έπεισε. Ετσι ανέβηκε στην πλάτη του και φύγανε για το σπίτι της.
Στην διαδρομή, κι ενώ το κοριτσι ήταν μικροκαμωμένο και ελαφρύ, το τσακάλι άρχισε να νίωθει άβολα. Κι αυτό λόγω οτι το παιδί του ήλιου έβγαζε μεγάλη θερμότητα. Ετσι της λέει το τσακάλι «κατέβα κάτω, διότι είδα ένα όμορφο πουλί το οποιο θα κυνηγήσω με το τόξο και τα βέλη μου.» Το παιδί όμως αρνήθηκε. «Κατέβα κάτω, κατέβα κάτω» ικέτευσε το τσακάλι δίχως να προσποιείται πια, διότι η γούνα του άρχισε να καψαλίζεται. Όμως το παιδί αρνιόταν να κάτέβει. Ετσι το τσακάλι άρχισε τις απειλές: « Θα βουτήξω μέσα στο νερό μαζί σου», «Θα σε τσιμπήσω με το κρυφό μου κεντρί» και ότι του ερχόταν στο μυαλό! Το κορίτσι όμως γελούσε και κρατιόταν από την ράχη του τσακαλιου όλο και πιο σφιχτα. Το τσακάλι όμως δεν άντεχε άλλο και με ένα μεγάλο ουρλιαχτό έκανε ένα άλμα σε ένα πυκνό θάμνο και έτσι το παιδί του ήλιου έπεσε από την πλάτη του. Ετσι λοιπόν το τσακάλι τσουρουφλισμένο και μετανιωμένο έφυγε και πήγε στην πεδιάδα κουβαλόντας μαζί του για πάντα το σημάδι που του άφησε το παιδί του ήλιου.
αφρικάνικος μύθος