ΣΚΥΛΑΚΙΑ

T3

T3

T3

T3

ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΦΤΙΑΧΝΟΥΝ ΣΚΥΛΑΚΙΑ ΜΕ ΧΑΡΤΙΝΑ ΠΙΑΤΑ ΚΑΙ ΚΟΛΛΟΥΝ ΑΠΟ ΠΙΣΩ ΜΙΑ ΦΩΤΟΤΥΠΙΑ ΠΟΥ ΠΕΡΙΕΧΕΙ  ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΑΡΘΡΟ   ΤΗΣ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗΣ   ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΚΑΙ ΤΟ  ΠΟΗΜΑ ΤΟΥ Ι.ΠΟΛΕΜΗ “ΑΓΑΠΩ ΤΑ ΖΩΑ”

ΔΑΦΝΙΝΑ ΣΤΕΦΑΝΙΑ

 

T3

ΔΑΦΝΙΝΑ ΣΤΕΦΑΝΙΑ ΑΠΟ ΧΑΡΤΙΝΑ ΠΙΑΤΑ ΣΤΑ ΟΠΟΙΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ  ΜΕ ΜΠΑΛΑΚΙΑ ΑΠΟ ΓΚΟΦΡΕ ΣΧΗΜΑΤΙΖΟΥΝ ΤΟ “ΟΧΙ”

T3

ΔΑΦΝΙΝΑ ΣΤΕΦΑΝΙΑ ΑΠΟ ΧΑΡΤΙΝΑ ΠΙΑΤΑ ΣΤΑ ΟΠΟΙΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ  ΜΕ ΤΕΜΠΕΡΑ ΚΑΙ ΠΙΝΕΛΟ ΣΧΕΔΙΑΖΟΥΝ ΤΟ “ΟΧΙ”

Μιλώντας με τα παιδιά σας για το θάνατο

 

Μιλώντας με τα παιδιά σας για το θάνατο

 

Τότα Αρβανίτη-Παπαδοπούλου

Σχολική Σύμβουλος 23ης Περιφέρειας Π.Α.

Διδάκτωρ Παιδαγωγικής Πανεπιστημίου Αθηνών

M.A. inEducationΠανεπιστημίου Lancaster

 

Αγαπητοί γονείς,

Το θέμα για το οποίο σας μιλάω σήμερα, δεν το διάλεξα εγώ. Εσείς το διαλέξατε και μού ζητήσατε μερικές κατευθύνσεις. Βλέπετε, η ζωή είναι αναπότρεπτα συνδεδεμένη και με το θάνατο…

Όταν πριν από πολλά χρόνια έχασα την μητέρα μου, ο γιός μου ήταν μόνο 4,5 ετών. Η σχέση του Βαγγέλη με τη γιαγιά του ήταν πολύ στενή μέχρι εκείνη την εποχή και η απώλειά της, του δημιούργησε πολλές δυσκολίες. Μέχρι εκείνη τη χρονική στιγμή, ποτέ δεν με είχε απασχολήσει το θέμα της διαχείρισης του πένθους στην παιδική ηλικία. Όταν το παιδί μου, όμως, άρχισε να παρουσιάζει κάποια από τα γνωστά συμπτώματα, όπως:

·       Δυσκολία να μιλήσει για το πρόσωπο που πέθανε

·       Επιθετική συμπεριφορά

·       Άγχος

·       Έντονη θλίψη

·       Διαταραχές στον ύπνο (εφιάλτες, αϋπνία)

·       Ανορεξία

·       Επίμονες ενοχές και

·       Κοινωνική απόσυρση

·       Παλίνδρομη συμπεριφορά (προσκόλληση σε κάποιο άτομο της οικογένειας, νυχτερινή ενούρηση, δάχτυλο στο στόμα κλπ.)

αποφάσισαναασχοληθώολοκληρωτικάκαισωστάμεαυτότοθέμα.

Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν: Αφού εμείς, οι ενήλικες, δυσκολευόμαστε να κατανοήσουμε τον θάνατο και το πώς μπορεί να χάνονται, από τη μια στιγμή στην άλλη, τα αγαπημένα μας πρόσωπα από τη ζωή, τότε για τα παιδιά θα πρέπει να είναι ακόμη πιο δύσκολο.

Δεν είμαι ειδική στην διαχείριση του πένθους, ωστόσο γνωρίζω αρκετά πράγματα για το πώς σκέφτεται ένα παιδί στην προσχολική ηλικία και μπορώ να πω με σιγουριά πως το πιο σημαντικό πράγμα στην αντιμετώπιση μιας απώλειας είναι η εντιμότητα απέναντι στα παιδιά.

Τα μικρά παιδιά δεν μπορούν να διαχωρίσουν το φανταστικό από το πραγματικό και βασίζονται στη δική μας βοήθεια για να τα καταφέρουν. Αυτή η αδυναμία τους να διαφοροποιήσουν το φανταστικό από το πραγματικό είναι η αιτία που πιστεύουν στην ύπαρξη του Άϊ – Βασίλη, στη νεράιδα που μαζεύει τα δόντια (που αλλάζουν) και… στο τέρας που κρύβεται στο πατάρι, στην αποθήκη ή στην ντουλάπα τους. Για τον ίδιο λόγο πιστεύουν στους υπερήρωες ή απαντάνε στους χαρακτήρες μιας ταινίας που βλέπουν στην τηλεόραση, λες κι ο ήρωας της ταινίας θα τους ακούσει. Αυτή αδυναμία διάκρισης ανάμεσα στο φανταστικό και το πραγματικό μπορεί να κάνει ένα παραμύθι να ακούγεται μαγικό αλλά, κάτω από άλλες συνθήκες, μπορεί να προκαλέσει φόβους και ανασφάλειες.

Τα παιδιά μάς εμπιστεύονται άνευ όρων. Ακόμα, όμως, κι αν «χρησιμοποιούμε» αυτή την αδυναμία τους για να δημιουργούμε μοναδικές «μαγικές στιγμές» (όλοι θυμόμαστε την αγωνία τους μέχρι να βρούνε  τα δώρα του Άϊ –Βασίλη κάτω από το χριστουγεννιάτικο δέντρο), οφείλουμενα είμαστε ειλικρινείς, όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τόσο σημαντικά γεγονότα.

Όταν ξαφνικά εξαφανίζεται από τη ζωή ενός παιδιού το αγαπημένο του οικόσιτο ζώο, μια αγαπημένη θεία, ένας παππούς ή (ακόμη χειρότερα) ένας γονέας, είναι λάθος να αποπροσανατολίζουμε το παιδί με απαντήσεις του τύπου: «Το σκυλάκι σου είναι στον ουρανό, τώρα» ή «Ο παππούς πήγε για διακοπές κάπου πολύ μακριά». Σε μια τέτοια περίπτωση, το παιδί θα αναρωτηθεί: «Αν το σκυλάκι μου είναι στον ουρανό, γιατί δεν το βλέπω; Μήπως δεν θέλει αυτό να με δει και κρύβεται πάντα πίσω από τα σύννεφα; Και γιατί δεν θέλει να με δει; Τι του έκανα και έπαψε πια να με αγαπά;» ή, αντίστοιχα «Γιατί ο παππούς αργεί να γυρίσει από τις διακοπές; Με ξέχασε; Δεν με αγαπάει πια;». Όταν συνδέουμε την απουσία με τον πραγματικό κόσμο, το παιδί θα βρίσκεται σε σύγχυση. Μπορεί να κοιτάει τον ουρανό με τις ώρες ή να λαχταράει, κάθε φορά που θα ακούει χτύπημα στην πόρτα, ελπίζοντας ότι ο παππούς επέστρεψε κοντά του μετά από τις μακροχρόνιες διακοπές.

Αγαπητοί γονείς,

Δίνουμε απλές και έντιμες εξηγήσεις στα παιδιά μας για να μην τα μπερδεύουμε. Ακόμα κι αν, στην ερώτηση του παιδιού «Πού είναι το σκυλάκι μου;»,  εσείς πείτε «Δεν ξέρω», μια τέτοια απάντηση, μπερδεύει λιγότερο το παιδί, από τις υπεκφυγές που ανέφερα στο παραπάνω παράδειγμα. Να θυμόσαστε ότι τα παιδιά έχουν ήδη διαμορφώσει κάποια αντίληψη για το θάνατο. Έχουν δει νεκρά έντομα, πεθαμένα φυτά, ζώα να πεθαίνουν στα ντοκιμαντέρ και πολλούς «θανάτους» στην τηλεόραση ή στα ηλεκτρονικά παιχνίδια. Μιλώντας τους απλά και έντιμα για αυτό το θέμα, τα βοηθάτε να συνδέσουν τις εμπειρίες τους με την κατάσταση που βιώνουν εξ αιτίας της απώλειάς τους και να δημιουργήσουν τους δικούς τους συνειρμούς.

 

Όταν φεύγει από τη ζωή κάποιο αγαπημένο πρόσωπο, είναι ανάγκη να ανοίξετε ένα διάλογο με το παιδί, προσπαθώντας:

 

 

 

·       Να εξηγήσετε τι συνέβη

(α) Πρώτα εξηγείστε στο παιδί τι σημαίνει θάνατος («Όταν πεθαίνει κάποιος, το σώμα του παύει να λειτουργεί. Η καρδιά του σταματά να χτυπά και το σώμα του παύει να κινείται, να τρέφεται και να αναπνέει»)

(β) Εξηγείστε ότι ο θάνατος είναι κάτι μόνιμο (Εδώ, δυσκολεύονται πολύ τα παιδιά. Παρά τις εξηγήσεις σας, μπορεί να ακούσετε την ερώτηση: «Πότε, όμως, θα ξαναέρθει στο σπίτι ο παππούς;». Τότε, θα πρέπει να απαντήσετε γλυκά και σταθερά: «Λυπάμαι, αγάπη μου, αλλά ο παππούς δεν θα ξαναέρθει πάλι στο σπίτι»)

(γ) Αποφύγετε να χρησιμοποιείτε ευφημισμούς στη θέση των λέξεων «πέθανε» ή «πεθαμένος». Λέξεις και φράσεις όπως «τον χάσαμε», «κοιμήθηκε» ή «έφυγε για πάντα», δημιουργούν προσδοκίες στο παιδί και σκέψεις, όπως: «Αφού χάθηκε, αν ψάξουμε πολύ, θα τον βρούμε» ή «Αν έφυγε, μπορεί να ξαναγυρίσει μια μέρα».

(δ) Να είσαστε ειλικρινείς. Αν μιλήσετε στο παιδί γαλήνια αλλά ταυτόχρονα ανοιχτά, είναι πολύ πιθανό να δημιουργήσετε τις συνθήκες που χρειάζονται για να αισθανθεί το παιδί άνετα να εκφράσει τα συναισθήματα και τις σκέψεις του. Αν δεν μπορέσετε να απαντήσετε σε κάποιες ερωτήσεις, είναι θεμιτό να εξηγήστε στο παιδί σας ότι, ακόμη κι εσείς, δεν έχετε τις απαντήσεις σε όλα.

 

Πάνω απ’ όλα, το παιδί χρειάζεται τη διαβεβαίωσή μας ότι μπορεί να εξακολουθεί να αγαπά το πρόσωπο που πέθανε, ακόμα κι αν αυτό το πρόσωπο δεν είναι παρόν με τη φυσική του παρουσία. Εξηγείστε στο παιδί ότι το πρόσωπο αυτό δεν θα είναι πια κοντά σας στα γιορτινά τραπέζια ή στις άλλες οικογενειακές συγκεντρώσεις αλλά μπορείτε να το θυμόσαστε και να το αγαπάτε πάντα.

 

·       Να εκφράσετε τα συναισθήματά σας

Το παιδί μπορεί να βιώσει πολλά διαφορετικά συναισθήματα (θυμό, λύπη, απογοήτευση, σύγχυση, άγχος, μοναξιά, ενοχές, απελπισία, φόβο) αλλά, συνήθως, δεν μπορεί να τα ονομάσει. Πείτε στο παιδί (ξανά και ξανά) ότι κι εσείς, όπως κι αυτό, αισθάνεστε «μεγάλα» και «δυσάρεστα» συναισθήματα και ότι είναι φυσικό για τον κάθε άνθρωπο που αντιμετωπίζει τόσο δύσκολες καταστάσεις. Διαβεβαιώστε το ότι είναι φυσιολογικό να νιώθει θυμό αλλά είναι λάθος να πονάει τους άλλους γύρω του.

 

·       Να αποχαιρετήσετε τον αγαπημένο που έφυγε από τη ζωή

Για πολλά χρόνια, τα παιδιά παρέμεναν αποκλεισμένα από τις θρησκευτικές τελετές που συνδέονται με την τελευταία πράξη ενός θανάτου. Τώρα πλέον, κάτι τέτοιο επιτρέπεται ή όχι, ανάλογα με την προσωπικότητα του παιδιού. Πάντως, καλό είναι να γνωρίζετε, πως αυτά που φαντάζονται τα παιδιά να συμβαίνουν σε μία κηδεία, είναι πολύ πιο φοβικά από την πραγματικότητα. Αν, τελικά, σε μια τέτοια περίπτωση (το απεύχομαι με όλη μου την ψυχή), επιτρέψετε στο παιδί να παραστεί, είναι ανάγκη να το ενημερώσετε εκ των προτέρων για όλη τη διαδικασία, δίνοντας έμφαση στο γεγονός ότι «οι μεγάλοι θα είναι πολύ λυπημένοι και θα κλαίνε». Και πάλι, μετά από την ενημέρωση, δώστε στο παιδί τη δυνατότητα να επιλέξει αν θέλει να παραστεί. Αν το παιδί παραστεί τελικά, είναι πολύ πιθανό να μάθει – παρατηρώντας σας – πώς να διαχειρίζεται τη λύπη και τα συναισθήματά του. Πολύ σημαντικό είναι, το παιδί να κατανοήσει ότι το να είμαστε λυπημένοι για μια απώλεια είναι απολύτως φυσικό και αποδεκτό.

 

Μοιραστείτε τις πεποιθήσεις σας με το παιδί σας. Αν πιστεύετε, ότι όταν πεθαίνουμε πηγαίνουμε σε ένα μέρος που ονομάζεται Παράδεισος, εξηγήστε στο παιδί σας τι πιστεύετε για αυτό. Αν δεν πιστεύετε στη μετά θάνατον ζωή, εστιάστε στις όμορφες αναμνήσεις που έχετε από το πρόσωπο που πέθανε, χωρίς αυτό να αποκλείει και αστείες στιγμές, που μπορεί να φέρουν γέλιο σε όλους. Κάποια στιγμή, μετά από καιρό, όταν τα ψυχικά τραύματα θα έχουν επουλωθεί αρκετά, ίσως να αποφασίσετε να κάνετε μαζί κάτι διαφορετικό εις μνήμην του αγαπημένου προσώπου που πέθανε: π.χ. να φυτέψετε στον κήπο το αγαπημένο του λουλούδι, να μαγειρέψετε το αγαπημένο του φαγητό, να ακούσετε την αγαπημένη του μουσική ή να δείτε και να σχολιάσετε το άλμπουμ με τις φωτογραφίες που εμφανίζεται κι αυτός.

 

 

Αγαπητοί γονείς,

 

Κάθε παιδί πενθεί την απώλεια με τον δικό του τρόπο. Πολλές φορές, ενώ νομίζουμε πως το παιδί ξεπέρασε το τραύμα του, καινούργια συμπτώματα εμφανίζονται. Μην κάνετε το λάθος, να επισπεύσετε τη διαδικασία επούλωσης των ψυχικών τραυμάτων του παιδιού σας καθώς αυτό μπορεί να αποβεί επιβλαβές. Δώστε χρόνο στο παιδί, συντροφέψτε και στηρίξτε το με υπομονή και αγάπη. Απαντήστε στις ερωτήσεις του με συντομία και ειλικρίνεια, χωρίς ψέματα και υπεκφυγές. Αν, τελικά, το παιδί δυσκολεύεται πολύ να διαχειριστεί την κατάσταση, επισκεφθείτε έναν ειδικό. Αυτός, θα σας βοηθήσει πιο αποτελεσματικά και πιο εξειδικευμένα.

 

Σημείωση

Υποχρεώθηκα να γράψω για αυτό το θέμα, γιατί κάποιοι γονείς, μού το ζήτησαν.

Εύχομαι να μην χρειαστείτε ποτέ αυτές τις οδηγίες.

 

 

ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ: ” Με χρώματα και μουσικές…”

Περίληψη έργου: Η μικρή Ίριδα είνα ένα κορίτσι όμορφο,γεμάτο ζωή που γεννήθηκε από τον Ήλιο και τη Βροχή…Έχει και δυο μαγικά πινέλα και μπορεί να ζωγραφίσει ό,τι θέλει.Όμως δεν έχει φίλους…Γι αυτό αποφασίζει να κατέβει στη γη για να κάνει φίλους.Κάτι περίεργο όμως συμβαίνει στη γη.Τα χρώματα έχουν εξαφανιστεί!Και μαζί με τα χρώματα και τα συναισθήματα.Πρέπει οπωσδήποτε να τα βρει και να ξαναχρωματίσει τον κόσμο από την αρχή…και στο τέλος να χαρίσεισε όλους μας το ουράνιο τόξο…

 

Τα μουσικά όργανα που ακούστηκαν ζωντανά είναι:κανονάκι, μαντολίνο, μπεντίρ, ακορντεόν, τουμπελέκι, ζίλια, κουτάλια.

Ακούστηκαν τα παραδοσιακά τραγούδια:

  • Πιρπιρούνα (τραγούδι της Άνοιξης για επίκληση βροχής με προέλευση τη Δ.Θράκη)
  • Τη θάλασσα τη γαλανή (παραδοσιακό τραγούδι Πελλοπονήσου)
  • Απάνω στην τριανταφυλλιά (παραδοσιακό τραγούδι γάμου της Μακεδονίας)
  • Παντρεύουνε τον κάβουρα (αποκριάτικο τραγούδι Πελλοπονήσου)
  • Μια γριά μπαμπόγρια (παραδοσιακό τραγούδι)

T3

 

 

T3

 

 

T3

 

 

 

 

 

 

 

 

T3

 

 

T3

 

 

T3

 

 

 

T3

 

T3

 

T3

 

T3

 

 

T3

 

T3

 

T3

 

T3

 

T3

 

T3

 

T3

 

T3

 

T3

 

T3

 

T3

 

T3

 

T3

 

T3

 

T3

 

T3

 

T3

 

T3

 

T3

 

T3

Τα παιδιά συμμετείχαν στη παράσταση σε ομάδες με κινησιολογικό παιχνίδι, με παίξιμο παιδικών κρουστών οργάνων,με τραγούδι,με ζωγραφική.

 Έπαιξαν οι ηθοποιοί : Ελένη Βαρελτζή,Σταυρούλα Κοντοπούλου και Τάσος Πούλιος

από την Ελεύθερη Θεατρική Σπουδή (ομάδα καλλιτεχνικών και παιδαγωγικών δραστηριοτήτων).

 

ΜΙΛΩΝΤΑΣ ΜΕ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

 

Μιλώντας με τα παιδιά σας για το σχολείο

 

Τότα Αρβανίτη-Παπαδοπούλου

Σχολική Σύμβουλος 23ης Περιφέρειας Π.Α.

Διδάκτωρ Παιδαγωγικής Πανεπιστημίου Αθηνών

M.A. inEducationΠανεπιστημίου Lancaster

Ένα από τα συνήθη παράπονα των γονέων είναι η άρνηση που αντιμετωπίζουν από τα παιδιά τους, όταν τα ρωτάνε: «Πώς τα πέρασες, σήμερα, στο σχολείο;». Τις περισσότερες φορές, η απάντηση του παιδιού είναι μονολεκτική: «Καλά». Μετά από αυτό… τίποτα. Μάταια, κάποιοι γονείς επιμένετε: «Τι εννοείς «καλά»; Τι κάνατε σήμερα στο σχολείο;». «Παίξαμε», έρχεται άλλη μια μονολεκτική απάντηση και εγκαταλείπετε την προσπάθεια απογοητευμένοι –και μεταξύ μας- με την υποψία ότι στο νηπιαγωγείο τα παιδιά παίζουν, μόνο παίζουν.

Αγαπητοί γονείς,

Δεν υπάρχει δυσκολότερη ερώτηση για ένα μικρό παιδί από την ερώτηση: «Πώς τα πέρασες, σήμερα, στο σχολείο;». Αν αυτή την ερώτηση, την απευθύνατε σε ένα μαθητή Γυμνασίου, θα μπορούσε να την απαντήσει γιατί γνωρίζει πώς να συνοψίσει τα γεγονότα μιας ημέρας. Ένα μικρό παιδί, δεν είναι σε θέση να το κάνει αυτό. Ένα μικρό παιδί, δεν μπορεί να συνοψίσει ακόμα (να παραθέσει, δηλαδή, σε περίληψη τα σημαντικότερα γεγονότα της ημέρας του στο σχολείο), γι’ αυτό κάνει αυτό που μπορεί: αποφεύγει ή αγνοεί την ερώτηση.

 Αν με ρωτούσε κάποιος: «Υπάρχει τρόπος να εμπλέξουμε τα παιδιά σε μία ανάλογη συζήτηση;», θα του απαντούσα: «Υπάρχει». Το μυστικό είναι να «σπάμε» τη γενική ερώτηση σε άλλες ερωτήσεις, πιο μικρές, πιο εύστοχες και πιο συγκεκριμένες, στις οποίες μπορούν να απαντήσουν τα μικρά παιδιά. Για παράδειγμα,

·       «Ποιο ήταν το πιο αστείο πράγμα που κάνατε, σήμερα, στο σχολείο;»,

·       «Ποια ήταν, σήμερα, για σένα η χειρότερη στιγμή στο σχολείο;»,

·       «Με ποια παιδιά έπαιξες στο διάλειμμα;»,

·       «Ποιο παιχνίδι διαλέξατε να παίξετε;»,

·       «Ποια ήταν η πιο διασκεδαστική στιγμή της ημέρας, που βάλατε όλοι μαζί τα γέλια;»,

·       «Έμαθες τι είναι αυτό που κάνει χαρούμενη/ο τη δασκάλα σου/το δάσκαλό σου; (έχουμε και άνδρες συναδέλφους στο επάγγελμα)» κλπ.

·       «Είσαστε ακόμη τσακωμένοι με το Νίκο ή γίνατε πάλι φίλοι;»

Όμως, και πάλι, υπάρχει περίπτωση το παιδί σας να μην δείχνει τη διάθεση να απαντήσει. Για να καταλάβουμε καλύτερα τι συμβαίνει, ας προσπαθήσουμε να ερμηνεύσουμε αυτή την άρνηση του παιδιού, από την πλευρά του ίδιου του παιδιού. Το σχολείο, αποτελεί για το παιδί μια σχετικά δύσκολη εμπειρία και γι’ αυτό, του είναι δύσκολο να μιλήσει γι’ αυτό. Καθημερινά, στο σχολείο, το παιδί «επιχειρεί» μια σειρά από καινούργια πράγματα (στις σχέσεις του με τους συμμαθητές του, στις σχέσεις του με τη δασκάλα ή το δάσκαλό του, με το εκπαιδευτικό υλικό, με τα όρια τα δικά του και των άλλων γύρω του, με τις δεξιότητες που προσπαθεί να αναπτύξει, με τα τουβλάκια που δεν ισορροπούν όπως θα ήθελε, με τις γραμμές που ξεφεύγουν έξω από το περίγραμμα, με την υπομονή του που δεν μπορεί πάντα να την ελέγξει καθώς περιμένει τη σειρά του για να κάνει τσουλήθρα κ.ά) και πολλές φορές βιώνει την αποτυχία ή κάνει λάθη. Στην πραγματικότητα, έτσι πρέπει να συμβαίνει, γιατί το παιδί –όπως κι εμείς άλλωστε- με αυτό τον τρόπο μαθαίνει. Όμως, το παιδί, όταν επιστρέφει στο σπίτι,  δεν είναι σε θέση να μας πει: «Πέρασα δύσκολες στιγμές, σήμερα, γιατί έκανα αρκετά λάθη αλλά, μέσα από αυτά, έμαθα πολλά καινούργια πράγματα». Αν, παρόλα αυτά, θα ήταν σε θέση να μας πει κάτι, θα προτιμούσε να πει: «Σήμερα, τα πήγα τέλεια στο σχολείο!». Ξέρετε γιατί; Γιατί θα προτιμούσε να μας δώσει μια απάντηση που θα ικανοποιούσε τις δικές μας προσδοκίες για αυτό. Γιατί δεν θα ήθελε να μας απογοητεύσει.

Τώρα θα μου πείτε: «Τότε, να μην ρωτάμε τίποτα;»

Όχι, δεν εννοώ αυτό. Πρέπει να ρωτάτε, για να δείχνετε το ενδιαφέρον σας για το σχολείο και τη ζωή του παιδιού σας μέσα σ’ αυτό. Αυτό που θέλω να πω είναι πως θα ήταν σωστότερο να διατυπώνετε λιγότερες ερωτήσεις και να μην στενοχωριέστε, αν δεν παίρνετε απαντήσεις.

Αγαπητοί γονείς,

Παρότι δεν υπάρχει ένας σωστός τρόπος, μία τέλεια ερώτηση ή η σωστή στιγμή μέσα στη μέρα, για να ξεκινήσετε μια τέτοια κουβέντα με το παιδί, θα μπορούσα να σας προτείνω τα εξής:

ü     Μόλις συναντηθείτε με το παιδί σας, μετά το σχολείο, χαιρετήστε με ενθουσιασμό και πείτε του: «Ελπίζω να τα πέρασες καλά, σήμερα!» αντί για το γνωστό «Πώς τα πέρασες, σήμερα, στο σχολείο;». Με αυτό τον τρόπο, δεν στριμώχνετε το παιδί για να πάρετε μιαν απάντηση αλλά του λέτε πως νοιώθετε εσείς.

ü     Δώστε του «χρόνο σιωπής». Πολλά παιδιά δεν θέλουν να μιλήσουν, αμέσως μόλις επιστρέψουν από το σχολείο. (Ούτε σε κάποιους από εσάς αρέσει να σας βομβαρδίζουν με ερωτήσεις αμέσως μόλις μπείτε στο σπίτι από τη δουλειά).

ü     Ξεκινήστε την κουβέντα, κάνοντας διακριτικές ερωτήσεις. Για παράδειγμα, αν γνωρίζετε πως η δασκάλα ή ο δάσκαλος διαβάζει στο τέλος του ωραρίου ένα παραμύθι, μπορείτε να ρωτήσετε: «Ποιο παραμύθι σας διάβασε σήμερα η δασκάλα (ή ο δάσκαλος);»

ü     Ορισμένες φορές, η συζήτηση αυτή πετυχαίνει καλύτερα, όταν δεν βρίσκεστε πρόσωπο με πρόσωπο με το παιδί σας (ίσως γιατί το παιδί δεν αισθάνεται πίεση). Δοκιμάστε, λοιπόν να ανοίξετε μια τέτοια συζήτηση, όταν θα βρεθείτε στο αυτοκίνητο, όταν το παιδί σας κάνει μπάνιο ή όταν φαίνεται πως, παράλληλα με τη συζήτηση, είσαστε απασχολημένοι και με κάτι άλλο.

ü     Αξιοποιείστε τις σκόρπιες κουβέντες του παιδιού για να επεκτείνετε μια συζήτηση για το σχολείο μαζί του. Για παράδειγμα, μπορεί να σας πει: «Σήμερα, φυτέψαμε σπόρους» ή «Στις αρκούδες αρέσει πολύ το μέλι!». Κάτι τέτοιες αναφορές, μπορεί να αποτελέσουν πολύ καλές ευκαιρίες για να μιλήσετε για το σχολείο.

ü     Πριν πείσετε τα παιδιά σας να μιλήσουν, μιλήστε εσείς σε αυτά για τον εαυτό σας. Ένας τρόπος για να «ξεκουμπώσετε» τα παιδιά σας και να τα τραβήξετε σε μια συζήτηση είναι να αρχίσετε να λέτε ενδιαφέροντα ή αστεία πράγματα που συνέβησαν σε εσάς, μέσα στη μέρα. Συνήθως, τα παιδιά γελάνε και μετά συμμετέχουν στη συζήτηση, σχολιάζοντας με τον τρόπο τους, αυτά που τους έκαναν  μεγαλύτερη εντύπωση από τη μέρα τους στο σχολείο. Ίσως να μην αναφερθούν σε αυτά που θα θέλατε να ακούσετε –αυτά που εσείς θεωρείτε ενδιαφέροντα- όμως έχει αξία να τα ακούσετε με προσοχή και να τα σχολιάσετε με ενθουσιασμό.

Πριν κλείσω, θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας και άλλη μία χρήσιμη, ελπίζω, πληροφορία.

Τα μικρά παιδιά, σκέφτονται, ακόμη, πολύ διαφορετικά, από ό,τι ένα μεγαλύτερο παιδί. Μερικές φορές, νομίζουν ότι γνωρίζετε ήδη τι σκέφτονται, όταν τους κάνετε διάφορες ερωτήσεις. Νομίζουν, δηλαδή, ότι γνωρίζετε εκ των προτέρων –με ένα μαγικό τρόπο- όλα αυτά που υπάρχουν στο μυαλό τους και απλώς θέλετε να τα ακούσετε κι από το στόμα τους. Αυτό συμβαίνει γιατί δεν έχουν, σε αυτό το στάδιο της ανάπτυξής τους, ξεκαθαρίσει ότι η ζωή τους είναι διαχωρισμένη από αυτή των γονέων τους. Έτσι, λοιπόν, μπορεί να σκεφτούν: «Αφού τα ξέρει όλα για εμένα, γιατί με ρωτάει;».

Να θυμάστε πάντα πως, με το πέρασμα του χρόνου, οι συζητήσεις αυτές θα εμπλουτίζονται και θα βελτιώνονται ποιοτικά. Και κάτι ακόμη. Η ηλικία αυτή, χρειάζεται εκ μέρους σας πολλή υπομονή και κατανόηση.

Η μαγεία του να είσαι το πρότυπο του «μπαμπά»

 

 

 

Η μαγεία του να είσαι το πρότυπο του «μπαμπά»

 

 

Τότα Αρβανίτη-Παπαδοπούλου

 

Σχολική Σύμβουλος 23ης Περιφέρειας  Π.Α.

 

Διδάκτωρ Παιδαγωγικής Πανεπιστημίου Αθηνών

 

M.A. inEducationΠανεπιστημίου Lancaster

 

 

Οι μπαμπάδες φαντάζουν τεράστιοι στα μάτια των παιδιών. Τα παιδιά που έχουν μπαμπά, πιστεύουν ότι ο μπαμπάς είναι μια φιγούρα μαγική. Είναι ο προστάτης της οικογένειας και αυτός που έχει τον τρόπο να λύνει όλα τα προβλήματα. Είναι ο ήρωάς τους.

 

Ως παιδιά, όλοι θυμόμαστε τους εαυτούς μας επάνω στους ώμους του μπαμπά κι αυτό το βάρος, μεταφορικά, ο μπαμπάς μας το σηκώνει για όλη του τη ζωή. Μια παράξενη χημεία δένει τα παιδί με τον μπαμπά. Τα ενδιαφέροντα του μπαμπά, μαγνητίζουν την περιέργεια του παιδιού, ενώ, παράλληλα, τα ενδιαφέροντα του παιδιού γίνονται, με τον καιρό, χόμπι του μπαμπά.

 

Όταν τα παιδιά παρατηρούν τον μπαμπά (ή το πρόσωπο που έχει υιοθετήσει αυτόν το ρόλο), μαθαίνουν τι σημαίνει δύναμη και πώς να τη διαχειρίζονται στη ζωή τους. Τα παιδιά μαθαίνουν να είναι σταθερά, έντιμα, προσηλωμένα στην εργασία και εστιασμένα στην οικογένεια από τον μπαμπά τους, όταν ο μπαμπάς επιδεικνύει αυτά τα γνωρίσματα και έχει υιοθετήσει αυτές τις αξίες. Από τον μπαμπά, μαθαίνουν επίσης τα παιδιά να δείχνουν σεβασμό, να είναι δίκαια, να συγχωρούν και να συμπάσχουν.

 

Είναι ανάγκη, να συλλογίζεσθε που και που αν, ως μπαμπάδες, φροντίζετε να διδάσκετε αυτά που θέλετε να μάθουν τα παιδιά σας και αν δίνετε τον καλύτερό σας εαυτό για να το πετύχετε.

 

Μεταξύ αυτών που θα μάθετε στα παιδιά σας, είναι σημαντικό να συμπεριλάβετε και τα συναισθήματα. Τα παιδιά πρέπει να μάθουν ότι τα συναισθήματα είναι αποδεκτά και ότι είναι απολύτως φυσικό, ο μπαμπάς να δείχνει κάποιες φορές τη λύπη του, κάποιες φορές το φόβο του και κάποιες φορές την ανασφάλειά του. Είναι μέρος της υγιούς ανθρώπινης συμπεριφοράς να εκφράζει κανείς τα συναισθήματά του (Για αυτό άλλωστε, η εμπειρία της έκφρασης των συναισθημάτων ανήκει εξίσου και στον μπαμπά και στη μαμά). Όταν το παιδί, παρατηρεί τον μπαμπά να εκφράζει και να αντιμετωπίζει τα συναισθήματά του, αισθάνεται ότι και τα δικά του συναισθήματα είναι έγκυρα και ότι μπορεί να τα εκφράσει και να τα αντιμετωπίσει κατά τον ίδιο τρόπο. Όταν οι γονείς είναι αυθεντικοί με τα συναισθήματά τους, το παιδί τους έχει περισσότερες πιθανότητες να είναι συναισθηματικά υγιές.

 

Η δουλειά των γονέων, είναι να ενισχύσουν την ανάπτυξη ενός ανεξάρτητου και ικανού παιδιού. Ειδικά για τους μπαμπάδες, είναι πολύ σημαντικό να αναλογιστούν την μοναδικότητά του ρόλου τους στη ζωή του παιδιού τους και, μετά, να σκεφτούν πως θα αξιοποιήσουν καλύτερα αυτό το ρόλο για να διδάξουν τα παιδιά τους μαθήματα ζωής.

 

Προσωπικά, από τον μπαμπά μου έμαθα, μεταξύ πολλών άλλων, να κάνω ποδήλατο, να κολυμπώ χωρίς σωσίβιο, να αγαπάω τη Φύση, να μπολιάζω δέντρα, να αγαπάω τη δουλειά μου και να προσπαθώ πάντα να βελτιώνομαι, να απολαμβάνω τη βυζαντινή μουσική, να ευεργετώ σιωπηρά και διακριτικά τους συνανθρώπους μου, να γελώ με τα παράλογα της ζωής, να γράφω παραμύθια για παιδιά και μεγάλους . Εσείς, τι μάθατε από τον δικό σας μπαμπά;

 

Αγαπητοί μπαμπάδες,

 

Σας ζητώ να διαθέσετε λίγο χρόνο για να σκεφτείτε τα δώρα της ζωής, που μπορείτε να προσφέρετε εσείς στα δικά σας παιδιά.